Προσωρινό «λουκέτο» έβαλε αιφνιδιαστικά την Τρίτη η εταιρεία εμπορίας πετρελαιοειδών Cetracore-Jetoil SA, «απόγονος» της ελληνικής Jetoil, λυγίζοντας κάτω από το βάρος των συνεχώς αυξανόμενων κυρώσεων της Δύσης στον ενεργειακό τομέα της Ρωσίας.
Η προσωρινή αναστολή εργασιών στην οποία προχώρησε η εταιρεία αποτελεί απόρροια της επιβολής κυρώσεων από την ΕΕ στον Μουρταζά Αλί Λακχανί, δικαιούχο της Cetracore-Jetoil, και σηματοδοτεί το τελευταίο επεισόδιο σε μια μακρά σειρά αναταράξεων που έχει περάσει η εταιρεία στη σχεδόν 60 ετών πορεία της.
Από την Κρήτη στα Βαλκάνια
Η εταιρεία Jetoil «γεννήθηκε» το 1968 στην Κρήτη από τον Κυριάκο Μαμιδάκη και τα δύο αδέλφια του, Νίκο και Γιώργο.
Ο Κυριάκος Μαμιδάκης γεννήθηκε στο χωριό Ανώσκελη το 1932. Αποφοίτησε από την Εμπορική Σχολή το 1951 και στη συνέχεια σπούδασε δι’ αλληλογραφίας στο School of Career του LSE.
Η επιχειρηματική του δραστηριότητα στην εμπορία πετρελαιοειδών ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του ’50 και συγκεκριμένα το 1952 όταν ξεκίνησε να εργάζεται δίπλα στον θείο του Γιώργο Μαμιδάκη, που μετά την κατοχή είχε εξασφαλίσει άδεια μεταφοράς και πώλησης καυσίμων στην Κρήτη, με τα στοιχειώδη μέσα της εποχής.
Το 1955 ο Γιώργος Μαμιδάκης ίδρυσε τη Γ. Μαμιδάκης & Σία, μια εταιρεία καυσίμων τοπικής εμβέλειας που αποτέλεσε τον πρόγονο της Mamidoil. Την περίοδο της κρίσης στο Σουέζ, το 1956, ο Γ. Μαμιδάκης κατάφερε να κλείσει μια σημαντική συμφωνία με τη Σοβιετική Ένωση για την αποκλειστική αντιπροσώπευση των πετρελαίων της που εξασφάλισε σημαντική ώθηση στην εταιρεία.
Εν τω μεταξύ, το 1968, ο Κυριάκος Μαμιδάκης μαζί με τα δύο αδέλφια του, Νίκο και Γιώργο, έκαναν το δικό τους βήμα στην αγορά πετρελαιοειδών ιδρύοντας τη Jetoil, η οποία το 1972 συγχωνεύθηκε με τη Mamidoil δημιουργώντας τη Mamidoil-Jetoil, που αποτέλεσε τη ναυαρχίδα της μετέπειτα αυτοκρατορίας της οικογένειας Μαμιδάκη.
Αξιοποιώντας τη συμφωνία αποκλειστικής αντιπροσώπευσης του ρωσικού πετρελαίου που είχε συνάψει ο Γ. Μαμιδάκης, και η οποία ίσχυσε μέχρι το 1981, η εταιρεία κατάφερε να αναπτυχθεί πανελλαδικά, ενώ έστρεψε το βλέμμα της και εκτός των συνόρων και συγκεκριμένα προς τα Βαλκάνια.
Για να εξυπηρετήσει τα σχέδιά της, η εταιρεία πραγματοποίησε μια σημαντική επένδυση για την κατασκευή μεγάλων αποθηκευτικών εγκαταστάσεων στο Καλοχώρι Θεσσαλονίκης που αποτέλεσαν το εφαλτήριο για την εκτός των συνόρων επέκτασή της και για χρόνια ήταν το «διαμάντι του στέμματος» του ομίλου Mamidoil-Jetoil.
Το 2016 οι εγκαταστάσεις στο Καλοχώρι αριθμούσαν 15 δεξαμενές η δυναμικότητα των οποίων αντιστοιχούσε στο 15% της τότε συνολικής αποθηκευτικής ικανότητας της χώρας σε καύσιμα και εκτός από τις δραστηριότητες της ίδιας εξυπηρετούσαν και άλλες εμπορικές εταιρείες.
Η πρώτη επιχειρηματική έξοδος της εταιρείας ήταν στην τότε Γιουγκοσλαβία, όπου προωθούσε πετρέλαιο και προϊόντα πετρελαίου σιδηροδρομικώς και οδικώς από τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης στο Καλοχώρι. Ακολούθησαν η ΠΓΔΜ και στη συνέχεια η Αλβανία, το Κόσοβο και η Βουλγαρία.
Τον Φεβρουάριο του 1986, ωστόσο, η εταιρεία δέχθηκε ένα ισχυρό πλήγμα, καθώς ξέσπασε φωτιά στις εγκαταστάσεις Καλοχωρίου, η οποία κατέστρεψε 8 από τις 12, τότε, δεξαμενές. Χρειάστηκε μία εβδομάδα για να κατασβεστεί η πυρκαγιά, και αφού προηγούμενων ζητήθηκε η συνδρομή ειδικών πυροσβεστών από την τότε Γιουγκοσλαβία, ενώ η εταιρεία υπέστη τεράστια για την εποχή οικονομική ζημιά άνω των 20 εκατ. δολαρίων.
Στο top 3 της ελληνικής αγοράς
Η εταιρεία κατάφερε να ανακάμψει και με στήριγμα τις εξαγωγές στα Βαλκάνια, όπου είχε ήδη ιδρύσει θυγατρικές σε Αλβανία, Βουλγαρία, Σερβία, Κόσοβο και Σκόπια, κατάφερε να εδραιωθεί ως η τρίτη μεγαλύτερη εταιρεία του κλάδου, με μερίδιο αγοράς της τάξης του 9%.
Ταυτόχρονα, συνέχισε την ανάπτυξη του δικτύου πρατηρίων της στην Ελλάδα που στο απόγειό της έφτασε να αριθμεί περισσότερα από 600 σημεία, ενώ ανέπτυξε και έντονη δραστηριότητα στον εφοδιασμό ποντοπόρων πλοίο, διαθέτοντας έναν στόλο 33 βυτιοφόρων και 7 πλοιαρίων.
Παράλληλα, ο όμιλος, εκτός από τις αποθηκευτικές εγκαταστάσεις στο Καλοχώρι, διέθετε μέσω της Mamidoil Albanian αποθήκες χωρητικότητας 12 χιλ. κυβικών στο Δυρράχιο και αποθήκες 18 χιλ. κυβικών (Standardplin Sh.p.k.) στο Κόσοβο.
Η αρχή της πτώσης
Τα πρώτα «σύννεφα» πάνω από την εταιρεία άρχισαν να μαζεύονται το 2008-2009 -την εποχή που ξεκινούσε και στην Ελλάδα η μακρά περίοδος της οικονομικής κρίσης- τα οποία πύκνωσαν τα επόμενα χρόνια.
Λίγο μετά το 2009, όταν η αγορά καυσίμων άρχισε να αντιμετωπίζει τις πρώτες μεγάλες δυσκολίες, η εταιρεία εκμεταλλευόμενη τα προβλήματα πιο αδύναμων παικτών του κλάδου προχώρησε στις εξαγορές των εταιρειών Dracoil και El Petrol, ενισχύοντας σημαντικά την παρουσία της στην αγορά.
Ωστόσο, η επόμενη πενταετία ήταν εξαιρετικά δύσκολη για την εταιρεία. Η ραγδαία υποχώρησης του τζίρου, η συσσώρευση ζημιών και η αύξηση του δανεισμού γιγάντωσαν τα προβλήματα ρευστότητας με άμεση επίδραση στη λειτουργία της.
Έτσι, πολύ γρήγορα το δίκτυο πρατηρίων της έως τα μέσα του 2016 είχε σχεδόν εξαλειφθεί διαθέτοντας κάτι λιγότερο από 100 πρατήρια, ενώ από τους 360 εργαζόμενους που απασχολούσε προ πενταετίας, είχε φτάσει να απασχολεί μόλις περίπου 160 άτομα, κυρίως στη Θεσσαλονίκη.
Η εταιρεία αναζήτησε στρατηγικό εταίρο, αλλά χωρίς αποτέλεσμα, με αποτέλεσμα στις 9 Ιουνίου του 2016, να καταθέσει αίτηση για υπαγωγή στην προπτωχευτική διαδικασία του άρθρου 99.
Μερικές ημέρες αργότερα, ο ιδρυτής της εταιρείας Κυριάκος Μαμιδάκης έβαλε τέλος στη ζωή του με ένα περίστροφο, γράφοντας με τον πιο τραγικό τρόπο τον επίλογο… στην πολυετή πορεία της ελληνικής εταιρείας.
Στα χέρια των Ρώσων
Μετά την κατάρτιση σχεδίου εξυγίανσής, η εταιρεία πέρασε το 2018 στα χέρια της αυστριακής Cetracore Energy, η οποία ελέγχεται από ρωσικά κεφάλαια, καθώς αποτελεί βραχίονα του ρωσικού πετρελαϊκού κολοσσού Rosneft στην Ευρώπη.
Κίνηση που επιβεβαίωσε τους στενούς ιστορικούς δεσμούς της εταιρείας με τους Ρώσους και ήγειρε ελπίδες για ολική επαναφορά της εταιρείας καθώς στο «τιμόνι» της Rosneft ήταν ο Ιγκόρ Σετσίν, γνωστός και ως «τσάρος του πετρελαίου», στενός συνεργάτης του προέδρου της Ρωσίας, Βλαντίμιρ Πούτιν.
Παρότι, το αποτύπωμα της εταιρείας εκείνη την εποχή είχε μειωθεί δραματικά -διέθετε μόλις 96 από τα 600 και πλέον πρατήρια- η Jetoil εξακολουθούσε να διατηρεί τη διείσδυσή της στα Βαλκάνια και την ευρωπαϊκή αγορά, με βάση τις αποθηκευτικές εγκαταστάσεις στο Καλοχώρι Θεσσαλονίκης.
Το σχέδιο εξυγίανσης της εταιρείας προέβλεπε ότι η Cetracore Energy θα κατέβαλε περί τα 105 εκατ. ευρώ, ενώ είχε ήδη δώσει πάνω από 1,4 εκατ. ευρώ ως ενδιάμεση χρηματοδότηση.
Έτσι, η εταιρεία επαναλανσαρίστηκε στην αγορά με τη νέα επωνυμία, Cetracore-JetOil.
Ο Καναδοπακιστανός που την οδήγησε στο «λουκέτο»
Το 2020 ξεκίνησε ένα νέο κεφάλαιο για την εταιρεία, όπου και πάλι όμως στο φόντο φαίνεται η Ρωσία.
Εκείνη τη χρονιά ο όμιλος Mercantile & Maritime, ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος του οποίου είναι ο Καναδοπακιστανός επιχειρηματίας Μουρταζά Λακχανί, απέκτησε πλειοψηφικό πακέτο μετοχών στη Cetracore Energy και κατά συνέπεια στη Cetracore-JetOil.
Ο Μουρταζά Λακχανί ξεκίνησε την επιχειρηματική του δραστηριότητα διευθύνοντας τις επιχειρήσεις της οικογένειάς του στο Πακιστάν, οι οποίες παρήγαγαν και εξήγαγαν ρύζι, βαμβάκι και σιτάρι, ενώ στις αρχές της δεκαετίας του 1980 εμφανίζεται ως εκπρόσωπος της εταιρείας εμπορίας και εξόρυξης εμπορευμάτων Glencore στο Ιράκ.
Το 2003 ίδρυσε μια εταιρεία παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών σε εταιρείες εμπορίας πετρελαίου και εμπορευμάτων και τρία χρόνια αργότερα, το 2006, την Oil and Gas Management Services Group Ltd., στο Ερμπίλ, η οποία ασχολήθηκε με την παραγωγή και τις εξαγωγές πετρελαίου στην περιοχή του Κουρδιστάν.
Ο όμιλος Mercantile & Maritime, με έδρα τότε τη Σιγκαπούρη και πλέον το Μπαχρέιν (και γραφεία σε Κύπρο, Ντουμπάι, Μιανμάρ, και παλαιότερα σε Ιράκ, Ρωσία και Τουρκία), δραστηριοποιείται ως market operator στον τομέα του πετρελαίου και φυσικού αερίου σε Μέση Ανατολή, Ασία και Ευρώπη.
Ωστόσο, ο επικεφαλής του φέρεται να διατηρεί επί χρόνια στενές σχέσεις με τον Ιγκόρ Σετσίν της Rosneft, ενώ σύμφωνα με τη Wall Street Journal εμπλέκεται και σε έρευνα των αμερικανικών αρχών για παράβαση των κυρώσεων που αφορούν την εμπορία ρωσικού πετρελαίου.
Σύμφωνα μάλιστα με το δημοσίευμα της WSJ, ο Λακχανί παρέστη τον Ιούνιο στο διεθνές οικονομικό φόρουμ στην Αγία Πετρούπολη, όπου παρακολούθησε την ομιλία του Σετσίν. Το δε Bloomberg είχε γράψει ότι ήταν καλεσμένος του Σετσίν, σε γιορτή που οργάνωσε ο επικεφαλής της Rosneft την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 2023 σε γιοτ ανοιχτά του τεχνητού νησιού Palm Jumeirah, στο Ντουμπάι.
Ο Καναδοπακιστανός επιχειρηματίας φέρεται να έχει βοηθήσει τη Rosneft να δημιουργήσει ένα δίκτυο εμπόρων πετρελαίου και ναυτιλιακών εταιρειών που της επιτρέπουν να παρακάμπτει τις κυρώσεις που έχει επιβάλλει η Δύση στο ρωσικό πετρέλαιο ως αντίποινα για την εισβολή της Μόσχας στην Ουκρανία.
Κάτι που φαίνεται να επιβεβαιώνουν οι τελευταίες εξελίξεις, αφού η Cetracore Jetoil σε σημερινή ανακοίνωσή της τονίζει ότι ανέστειλε προσωρινά τη λειτουργία της λόγω της προσθήκης του Μουρταζά Λακχανί, πραγματικού δικαιούχου της εταιρείας, στην απόφαση του συμβουλίου της ΕΕ με την οποία επιβάλλονται οικονομικών κυρώσεις σε συγκεκριμένα πρόσωπα/οντότητες.
Πηγή: skai.gr
