Η καστανοπαραγωγή στα Χανιά έχει τελειώσει, τουλάχιστον με τον τρόπο που τη γνωρίζαμε, με την αναβίωσν του Χανιώτικου κάστανου να αποτελεί μια πρόκληση για την πολιτεία, καθώς πρόκειται για ένα εξαιρετικό προϊόν που έχει ζήτηση στην αγορά και καλή τιμή για τον παραγωγό.
Τέλος Οκτωβρίου στο Έλος και η εικόνα θυμίζει καλοκαίρι. Μία η ώρα και ο ήλιος λούζει την πλατεία, ενώ στα τραπεζάκια από τις ταβέρνες, οι τουρίστες έχουν λάβει θέση “μάχης” για το μεσημεριανό τους γεύμα. Είναι μία μέρα μετά την παραδοσιακή γιορτή καστάνου και οι ιδιοκτήτες – καστανοπαραγοί και οι ίδιοι, μας πληροφορούν πως κάστανο δεν υπάρχει… ούτε για δείγμα στο χωριό ενώ ο συνεταιρισμός είναι κλειστός!
Γερασμένα και ασθενικά δέντρα αλλά και η εγκατάλειψη της καλλιέργειες από τους ίδιους τους παραγωγούς που έχουν πια στραφεί στον τουρισμό, απειλούν με οριστική ταφόπλακα το προϊόν που έδωσε το όνομά του στα “καστανοχώρια” των Χανίων. Σε απόστασταση βολής από το Λαφονήσι και τα κρυμμένα διαμάντια της δυτικής Κρήτης, το Έλος επωφελείται από τις ροές των επισκεπτών, προσφέροντας εξαιρετικό παραδοσιακό φαγητό κάτω από τη δροσιά αιωνόβιων δέντρων και σε καλές τιμές.
Ο επιστήμονας που γνωρίζει το κάστανο, όσο ελάχιστοι στην Ελλάδα, ο Στέφανος Διαμαντής, τέως διευθυντής στο Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών της Θεσσαλονίκης με την αφορμή της πρόσφατης παρουσίας του στα Χανιά για τα 100 χρόνια της δασικής υπηρεσίας, εκφράζει την ανησυχία του για το τέλος της κρητικής καστανιάς:
«Οι καστανιές της Κρήτης είναι 80, 90, 100 ετών και άνω, νέα κτήματα δεν υπάρχουν, οι παραγωγοί δεν φυτεύουν νέες καταστανίες, επομένως μιλάμε για αναβίωση της καστανιάς, μέσα από αξιοποίηση ενός χάρτη που συντάξαμε την περίοδο 2017-2021» διαπιστώνει ο κ. Διαμαντής, σημειώνοντας πως «χρειάζονται νέες εκτάσεις, να στραφούν οι νέοι στην καλλιέργεια και ένα φυτώριο (…) γιατί δυστυχώς δεν μπορούμε να βρούμε Κρητικές καστανιές πουθενά».
«Για μένα είναι ακατονόητο, ότι ενώ όλοι διαμαρτύρονται ότι η ελιά δεν καλύπτει όλοι φυτεύουν ελιές! Το κάστανο το συλλέγουμε από το έδαφος, δεν θέλει πολλά ραντίσματα, δεν θέλει πολλά λιπάσματα, δεν θέλει πότισμα και αφήνει χρήματα. Ακούω τώρα ότι φέτος ότι οι τιμές παραγωγού για το κάστανου ξεκίνησαν από τα 5 ευρώ και εμείς δεν βάζουμε κάστανα!» σημειώνει.
«Έχουν καταλήξει κάποιοι παραγωγοί να φέρνουν δεντρύλια Καστανιάς από την Αριδαία, την Λάρισα, τη Λαμία και με αυτόν τον τρόπο γίνονται δύο εγκλήματα: Πρώτονο, έρχεται ξένο γενετικό υλικό προς το Κρητικό κάστανο με αποτέλεσμα σε μερικά χρόνια μεσοπρόσθεσμα και μακροπρόθεσμα να έχουμε αλλοίωση του γενετικού υλικού της καστανιάς . Δεύερον εισάγονται παθογόνα, γιατί ας πούμε στην ηπειρωτική Ελλάδα υπάρχει η σφήγκα της καστανιάς που δεν μπορεί να πετάξει να έρθει στην Κρήτη αλλά θα έρθει με το πολλαπλασιαστικό υλικό.
Επίσης χρειάζεται διαχείριση νερού: Η καστανία είναι άγριο δέντρο όμως για να αποδώσει η καστανιά θέλει μερικά ποτίσματα για να πάρουμε μεγάλο καρπό αν δεν γίνει καλή διαχείριση όπως στην υπόλοιπη Ελλάδα με ανοικτές δεξαμενές ομβρίων. Πηγές υπάρχουν, δεν μπορεί όμως το νερό να ρέει όλο το καλοκαίρι γιατί εκτός από τη σπατάλη, έτσι ευνοείται και η μελάνωση.
Στο Έλος το βασικό πρόβλημα είναι η μελάνωση, σύμφωνα με τον κ. Διαμαντή : «Η υπόλοιπη Ελλάδα χρησιμοποιεί “υποφωσφορώδες κάλλιο” το οποίο έχει φέρει εξαιρετικά αποτελέσματα. Ήρθα εδώ, έδειξα την τεχνική λλά δεν είδα κανένα να ενδιαφέρθηκε. Επομένως πρέπει να συνταχθεί μια συνολική μελέτη που να γίνει αποδεκτή από όλους και να εφαρμοστεί. Δεν χρειάζονται πολλά χρήματα, χρειάζεται πολιτική βούληση» τονίζει.
