Το «σκληρό» πρόσωπο του ΕΣΥ όπως αυτό αποκαλύπτεται κατά τις εφημερίες κομβικών νοσοκομείων, ανέδειξε ο πρόεδρος της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρείας Ευάγγελος Φιλόπουλος, με μία εξίσου σκληρή ανάρτησή του στο Facebook. Ο ίδιος κάνει λόγο για «εμπόλεμη ζώνη» αλλά και για μία «υπερβατική» εμπειρία, χαρτογραφώντας μία προς μία τις αδυναμίες ενός συστήματος που συνθλίβεται από τις ελλείψεις.

Μάλιστα, το γεγονός πως η αγωνιώδης αυτή περιγραφή έρχεται από έναν έμπειρο χειρουργό, ο οποίος έχει υπηρετήσει μεγάλο μέρος της ζωής του στο ΕΣΥ, αποδεικνύει την εξελισσόμενη παρακμή του δημόσιου συστήματος.

Πιο συγκεκριμένα ο Φιλόπουλος αναγκάστηκε να μεταβεί στο «Γ. Γεννηματάς», όταν ενημερώθηκε πως διακομίσθηκε εκεί η αδελφή του το περασμένο Σάββατο ώστε να υποβληθεί σε ράμματα ύστερα από οδικό ατύχημα. Επειτα από αναμονή 5½ ωρών αναγκάστηκαν να φύγουν, «οικεία βουλήσει», χωρίς να έχει παρασχεθεί στην αδελφή του η απαραίτητη ιατρική φροντίδα.

«Τέτοιο χάος δεν είχα ξαναδεί παρά μόνο από εικόνες που η τηλεόραση μας έδειχνε από τα νοσοκομεία της Γάζας», σημειώνει ο πρόεδρος της Εταιρείας. Και σχολιάζει μεταξύ άλλων πως οι σύγχρονες εγκαταστάσεις (το Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του ίδιου νοσοκομείου ανακαινίστηκε πρόσφατα μέσω δωρεάς) δεν μπορούν να αντισταθμίσουν το κενό που προκύπτει εξαιτίας της αυξημένης ζήτησης ιατρικών υπηρεσιών και της χαμηλής προσφοράς λόγω των ελλείψεων σε προσωπικό.

«Οταν δεν εφημερεύουν κάθε μέρα όλα τα γενικά νοσοκομεία είναι δυνατό να εξυπηρετηθεί σωστά ένας πληθυσμός 5.000.000 της Αττικής; Μπορούν ένα – δύο νοσοκομεία να δουλέψουν σωστά με το προσωπικό που τους έχει απομείνει για να διαγνώσουν και θεραπεύσουν έγκυρα και έγκαιρα όλη αυτή την πλημμυρίδα των πασχόντων που τα κατακλύζει σε μέρες εφημερίας τους;», διερωτάται ο ίδιος.

Υπενθυμίζεται πως ο «γόρδιος δεσμός» των εφημεριών και των πολύωρων αναμονών δεν έχει επιλυθεί ακόμη από την ηγεσία του υπουργείου Υγείας, παρότι επί μήνες επιχειρεί (όπως έχει γίνει γνωστό) να βρει την κατάλληλη φόρμουλα που θα αλλάξει την εικόνα του ΕΣΥ. Το παζλ άλλωστε των στρεβλώσεων του συστήματος είναι σύνθετο.

Ενδεικτικά αναφέρεται πως έχει υπολογιστεί πως το 20% – 45% των περιστατικών που επισκέπτονται τα εφημερεύοντα νοσοκομεία θα μπορούσαν να είχαν εξυπηρετηθεί από πρωτοβάθμιες υπηρεσίες υγείας. Ενα ακόμη σημαντικό δεδομένο είναι πως οι διακομιδές ασθενών μέσω ΕΚΑΒ στα νοσηλευτικά ιδρύματα που εφημερεύουν μετά βίας αγγίζουν το 20% των συνολικών προσελεύσεων. Ομως, είναι επίσης τεκμηριωμένο πως στην Αθήνα κάθε 24ωρο κατά μέσο όρο καταγράφονται 4.500 επισκέψεις στα Επείγοντα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Μοιραία, εκτιμάται πως ετησίως περισσότεροι από 4 εκατ. ασθενείς προσέρχονται στα ΤΕΠ των νοσοκομείων της χώρας για ιατρική φροντίδα με τις αναμονές σε αρκετές περιπτώσεις να ξεπερνούν ακόμη και τις 6 ώρες για πρώτη εξέταση.

Υπέρ της πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης των γιατρών του ΕΣΥ τάσσεται ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος (ΠΙΣ), δηλώνοντας για μία ακόμη φορά την αντίθεσή του στο άρθρο 7 του νομοσχεδίου του υπουργείου Υγείας, που ψηφίστηκε την περασμένη Παρασκευή στη Βουλή.

«Τυχόν χορήγηση δυνατότητας σε ιατρούς του ΕΣΥ να ασκούν ιδιωτικό έργο… θα αποδιαρθρώσει τα Νοσοκομεία και ΚΥ του ΕΣΥ και ταυτόχρονα θα προκαλέσει συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού με τους ιατρούς που δραστηριοποιούνται ως ελεύθεροι επαγγελματίες», αναφέρεται μεταξύ άλλων σε ανακοίνωσή του, με τους εκπροσώπους του Συλλόγου να επιμένουν πως η λύση είναι η αύξηση των μισθών των δημοσίων λειτουργών του Ιπποκράτη.

Παράλληλα, στην ίδια ανακοίνωση επισημαίνεται πως είναι «παντελώς αβάσιμη και προσχηματική» η επίκληση του ΠΙΣ «ως εισηγούμενου την τροπολογία της τελευταίας στιγμής που απέσυρε ο υπουργός Υγείας». Υπενθυμίζεται πως την ίδια ημέρα η ηγεσία του υπουργείου Υγείας απέσυρε σχετική ρύθμιση που ήθελε το ΕΣΥ να ανοίγει υπό προϋποθέσεις την πόρτα του σε ιδιώτες γιατρούς, αφήνοντας ανοιχτό εντούτοις το ενδεχόμενο να επανέλθει άμεσα προς ψήφιση.