website analysis Ζακλίν Ζεούντ στο tvxs / Όλες οι ταινίες μου στοχάζονται την υπαρξιακή μοναξιά – Epikairo.gr

Είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω το Don’t Let the Sun στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, όπου η ταινία με εντυπωσίασε με τον ατμοσφαιρικό της κόσμο και την υπόγεια, σχεδόν ποιητική ένταση που την διαπερνά, εκτός από το ότι αποτελεί μία πολύ θαραλλέα δημιουργικά δουλειά.

Με λεπτομερή αισθητική και μια «σιωπηλή» συναισθηματική ένταση, η ταινία δημιούργησε μια εμπειρία που μένει, τόσο για την εικαστική της δύναμη όσο και για τον τρόπο που καταπιάνεται με τη μοναξιά, τη σιωπή και τις ανθρώπινες σχέσεις σε μία δυστοπία που μοιάζει σχετικά μακρινή αλλά και τόσο οικεία.

Η υπόθεση αφορά μια έρημη, μελλοντική πόλη χωρίς όνομα, όπου η αδυσώπητη ζέστη του ήλιου αναγκάζει τους ανθρώπους να ζουν μονάχα τη νύχτα. Ο Τζόνα εργάζεται σε μια εταιρεία που προσφέρει υποκατάστατες σχέσεις παρηγοριάς σε άγνωστους που διψούν για ανθρώπινη επαφή. Όταν του ανατίθεται να υποδυθεί τον πατέρα της εννιάχρονης Νίκα, η επιμελώς δομημένη μοναχική ζωή του αρχίζει να αποσυντίθεται.

Με αφορμή την ταινία είχαμε μία πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση με τη σκηνοθέτιδα Ζακλίν Ζεούντ για τις ιδέες που την οδήγησαν στη δημιουργία αυτού του ιδιαίτερου δυστοπικού σύμπαντος, για τη σιωπή ως κινηματογραφική γλώσσα, για την ευθραυστότητα των συναισθηματικών δεσμών και για τον τρόπο με τον οποίο η θερμότητα, κυριολεκτική και μεταφορική, επηρεάζει την ανθρώπινη ύπαρξη.

Ποια ήταν η αρχική ιδέα που πυροδότησε αυτής τη δυστοπία;

Η αρχή αυτού του ταξιδιού ήταν μια ανακάλυψη που έκανα κατά την έρευνα για ένα ντοκιμαντέρ. Βρήκα μια υπηρεσία στην Ιαπωνία που παρέχει κάθε είδους κοινωνική επαφή. Μπορείς να νοικιάσεις έναν φίλο, έναν πατέρα ή απλώς κάποιον που θα σου κουνήσει το χέρι στον σταθμό όταν ταξιδεύεις, ή κάποιον που κάθεται δίπλα σου χωρίς να λέει τίποτα. Αυτό με έκανε να σκεφτώ την ευθραυστότητα των ανθρώπινων σχέσεων και το πώς οι εξωτερικές συνθήκες μπορούν να επηρεάσουν και να διαμορφώσουν τους εσωτερικούς κόσμους μας.

Πόσο απέχουμε από αυτή την πραγματικότητα ή είμαστε, με έναν τρόπο, ήδη μέσα σε αυτή;

Νομίζω ότι είμαστε πιο κοντά απ’ όσο παραδεχόμαστε. Τουλάχιστον όσον αφορά την πτυχή της κλιματικής αλλαγής. Στο DON’T LET THE SUN οι άνθρωποι πρέπει να ζουν τη νύχτα, επειδή η ζέστη έχει κάνει αδύνατο να βγεις την ημέρα. Ο ήλιος έγινε απειλή. Την ίδια περίοδο που δούλευα στη μυθοπλασία, ερευνούσα και γύριζα ένα ντοκιμαντέρ για τη ζέστη και το πώς αλλάζει τους ανθρώπους. Γυρίζαμε στον Περσικό Κόλπο όπου το καλοκαίρι οι θερμοκρασίες φτάνουν τους 50 βαθμούς και το να είσαι εκτεθειμένος στον ήλιο μπορεί να γίνει πολύ γρήγορα απειλητικό για τη ζωή σου.

Η ταινία θέτει το ερώτημα τι σημαίνει η οικειότητα όταν οι συναισθηματικοί δεσμοί μπορούν να αγοραστούν. Τι θα θέλατε να σκεφτεί το κοινό σχετικά με τη μοναξιά σήμερα;

Όπως σε όλες τις ταινίες μου, το DON’T LET THE SUN στοχάζεται την υπαρξιακή μοναξιά. Προσπαθώ πάντα οι ταινίες μου να είναι πολύ ανοιχτές στις ερμηνείες του κοινού. Μου αρέσει να δημιουργώ έναν χώρο που να αντηχεί με τον δικό εσωτερικό κόσμο του κοινού, τις σκέψεις, τις λύπες και τις ελπίδες του. Για μένα είναι υπέροχο να ταξιδεύω με την ταινία σε διεθνή φεστιβάλ και να ακούω ανθρώπους από διαφορετικές χώρες και κουλτούρες να στοχάζονται πάνω σε αυτή.

Η ταινία φαντάζεται ένα ακραίο κλιματικό μέλλον. Προσεγγίσατε αυτόν τον κόσμο ως προειδοποίηση ή μεταφορά;

Βλέποντας πως η ζωή συνεχίζεται σχεδόν όπως πάντα, παρά όσα γνωρίζουμε για το κλιματικό μας μέλλον, οι προειδοποιήσεις μάλλον δεν βοηθούν. Σκέφτηκα ότι μπορεί να έχει μεγαλύτερη δύναμη η απεικόνιση ενός κόσμου που βρίσκεται ήδη σε ακραία κατάσταση, χωρίς να το αναφέρει, απλώς ως ένα πολύ φυσιολογικό περιβάλλον.

Η σχέση ανάμεσα στον Τζόνα και τη Νίκα αναπτύσσεται κυρίως μέσα από τη σιωπή και τη γλώσσα του σώματος. Πώς δουλέψατε με τους ηθοποιούς για να επικοινωνήσουν συναίσθημα χωρίς διάλογο;

Είναι πολύ πιο δύσκολο για έναν ηθοποιό ή μια ηθοποιό να παίξει χωρίς διάλογο. Δεν υπάρχει τίποτα πίσω από το οποίο να μπορείς να κρυφτείς. Είσαι καθαρά εσύ και τα συναισθήματά σου. Προετοιμαστήκαμε εντατικά, μιλώντας πολύ για προσωπικές μνήμες, στιγμές που μας διαμόρφωσαν και το γιατί. Ο Λεβάν Γκελμπακιανί και η Μαρία Πία Πέπε μοιράστηκαν τόσα πολλά μαζί μου. Έτσι χτίσαμε μια βάση για να δημιουργήσουμε μια σωματική γλώσσα πολύ πιο δυνατή από οποιαδήποτε λέξη.

Η Μαρία Πία Πέπε προσφέρει μια αξιοσημείωτα λεπτή ερμηνεία για ένα παιδί-ηθοποιό. Ποια ήταν η προσέγγισή σας στη σκηνοθεσία μιας τόσο πολυεπίπεδης νεαρής ερμηνεύτριας;

Δούλεψα περίπου με τον ίδιο τρόπο όπως με έναν ενήλικα. Ήμουν πολύ τυχερή με τη Μαρία Πία. Είναι ατρόμητη, πολύ έξυπνη, γρήγορη και τόσο φυσικό ταλέντο. Κατά τη διαδικασία του κάστινγκ πάντα ανέφερα ότι αναζητώ μια «παλιά ψυχή». Όταν είδα το πολύ σύντομο βίντεο της Μαρίας Πία, ένιωσα ακριβώς αυτό.

Η σιωπή είναι σχεδόν ένας ακόμη χαρακτήρας στην ταινία. Πώς αποφασίσατε πού η σιωπή μιλά πιο δυνατά από τον διάλογο;

Η ιδέα να μην έχει η ταινία πολλά λόγια προέκυψε από το αποτέλεσμα που έχει η ζέστη στους ανθρώπους. Όλα μοιάζουν με βάρος, ακόμη και το να μιλήσεις γίνεται υπερβολικά κουραστικό.

Ο ήλιος στην ταινία είναι απειλητικός αλλά και συμβολικός. Πώς αναπτύξατε την παρουσία του οπτικά και συναισθηματικά;

Ο ήλιος είναι κάτι που χρειαζόμαστε για να επιβιώσουμε. Τον χρειαζόμαστε για να είμαστε υγιείς, σωματικά και ηθικά. Είναι κάτι βαθιά υπαρξιακό, όπως και οι ανθρώπινες σχέσεις. Στο DON’T LET THE SUN ήθελα να παρατηρήσω τι συμβαίνει όταν κάτι που έχουμε ανάγκη τόσο πολύ, μετατρέπεται σε απειλή.

Πώς επιλέξατε αυτούς τους τόπους για να χτίσετε έναν κόσμο δυστοπικό αλλά πιστευτό;

Το χτίσιμο του κόσμου ήταν τόσο συναρπαστικό. Έψαχνα για μπρουταλιστική αρχιτεκτονική, γιατί φαίνεται ταυτόχρονα φουτουριστική και ρετρό. Η αντίθεση με το τσιμέντο κάνει την ευθραυστότητα των ανθρώπων ακόμη πιο απτή. Αρχικά ήθελα να γυρίσω όλη την ταινία στο Σάο Πάολο της Βραζιλίας, έναν παράδεισο του μπρουταλισμού. Αλλά ήταν πολύ δύσκολο σε παραγωγικό επίπεδο, οπότε τελικά γυρίσαμε εκεί μόνο τους άδειους δρόμους. Θυμήθηκα τις “lavatrici del Prà”, μια κοινωνική κατοικία κοντά στη Γένοβα της Ιταλίας. Ένα πολύ ιδιαίτερο μέρος που πάντα ήθελα να κινηματογραφήσω αλλά ποτέ δεν έβρισκα λόγο. Μαζί με το “Dinosauro rosso”, ένα εξαιρετικό κοινοτικό κτίριο του διάσημου αρχιτέκτονα Άλντο Ρόσι στο Μιλάνο. Αυτά τα τρία μέρη δημιούργησαν έναν άψογα αλλόκοτο κόσμο ως το σπίτι της ιστορίας μας.

Αν μπορούσατε να εκφράσετε την ουσία του Don’t Let the Sun σε μία πρόταση, ποια θα ήταν;

Όπως έχω ήδη αναφέρει, προτιμώ οι θεατές μου να βρίσκουν τη δική τους ουσία, παρά να δίνω έναν τρόπο με τον οποίο πρέπει να τη διαβάσετε και να τη νιώσετε.

Εργάζεστε πάνω σε κάτι άλλο αυτή την περίοδο;

Αυτή τη στιγμή μοντάρω το ντοκιμαντέρ μου HEAT. Ταυτόχρονα έχω δύο νέες ιδέες που αρχίζω να γράφω.