website analysis Βίκινγκς / Έξι μύθοι και αλήθειες – Epikairo.gr

Ψηλοί, ξανθοί, με αμείλικτα γαλανά μάτια. Βάρβαροι με τρομακτικά κράνη με κέρατα, που επιδίδονται σε λεηλασίες και αιματηρά τελετουργικά είναι κάποια από τα πράγματα που σκέφτεται κάποιος όταν ακούει την λέξη Βίκινγκς.

Ήταν άραγε αυτές ακριβείς περιγραφές των ανθρώπων που επέκτειναν τα όρια της Ευρώπης προς τον βορρά και πέρα από αυτόν ή υπερβολές;

Οι μύθοι και οι παρανοήσεις είναι πολύ συχνοί για τους Βίκινγκς. Θρύλοι γεννήθηκαν μετά τις πρώτες επιδρομές τους στα Βρετανικά Νησιά στα τέλη του 8ου αιώνα και από τότε συναρπάζουν τη φαντασία μας, εμπνέοντας όπερες, ταινίες, μυθιστορήματα, κόμικς και βιντεοπαιχνίδια γεγονός που καθιστά δύσκολη τη διάκριση ανάμεσα στον μύθο και στην πραγματικότητα. Οι ερευνητές εξακολουθούν να ανακαλύπτουν ευρήματα και να εξετάζουν την προέλευσή τους.

Πρόσφατες ανακαλύψεις αποδίδουν στους Βίκινγκς την ιδιότητα των πρώτων Ευρωπαίων που πάτησαν στην Αμερική, τουλάχιστον 400 χρόνια πριν τον Κολόμβο, και οι πρώτες μελέτες DNA των λειψάνων τους δείχνουν ότι επρόκειτο για μια ιδιαίτερα ποικιλόμορφη ομάδα. Οι ανασκαφές αποκαλύπτουν θησαυρούς, όπως μια πρόσφατη συλλογή κοσμημάτων έξω από τη Στοκχόλμη, συνεχίζοντας να τροφοδοτούν τη γοητεία μας για τους αρχαίους επιδρομείς. Καθώς η αρχαιολογία συμπληρώνει τις λεπτομέρειες, εξετάζουμε μερικούς από τους πιο επίμονους μύθους που ενέπνευσαν οι Βίκινγκς, όπως αναφέρει το National Geographic.

Οι Βίκινγκς συχνά θεωρούνται ένα ενιαίο έθνος, αλλά στην πραγματικότητα ήταν μικρές ομάδες υπό την ηγεσία εκλεγμένων αρχηγών. Μερικές από αυτές τις φυλές που ζούσαν στη σημερινή Σκανδιναβία συνεργάζονταν για την οργάνωση επιδρομών σε ξένες χώρες.

Ο όρος «Viking» δεν αναφέρεται σε έναν λαό, αλλά σε μια δραστηριότητα. Στη διάρκεια της διπλής εκατονταετίας της βικινγκικής εποχής, οι περισσότεροι κάτοικοι της βόρειας Ευρώπης ασχολούνταν με ψάρεμα, γεωργία, εμπόριο και τεχνουργίες. Το «να πας viking» ήταν κάτι που ένας νέος άνδρας μπορούσε να κάνει για να αποκτήσει τιμή και λάφυρα, αλλά σπάνια συμμετείχε κάποιος σε ξένες επιδρομές σε όλη του τη ζωή.

Η ετυμολογία της λέξης παραμένει αβέβαιη. Μια κοινή ερμηνεία τη συνδέει με τη ρίζα «vik» που σημαίνει «κόλπος» ή «όρμος». Μια άλλη άποψη τη συνδέει με το ρήμα vikja, που σημαίνει «παρεκκλίνω» ή «απομακρύνομαι», αποδίδοντας στους Βίκινγκς την έννοια όσων εγκατέλειπαν τις κοινωνικές νόρμες για τη θάλασσα, τη δόξα και τα λάφυρα.

Η περιγραφή της επίθεσης στο μοναστήρι του Λίντισφαρν το 793 μ.Χ. είναι χαρακτηριστικά τρομακτική και συχνά παρουσιάζεται ως απόδειξη της ασύγκριτης σκληρότητας των Βίκινγκς.

Ωστόσο, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, η βία ήταν παντού διαδεδομένη εκείνη την εποχή. Οι Βίκινγκς δεν ήταν περισσότερο βίαιοι από άλλους λαούς ή φυλές, για τους οποίους δολοφονίες, εμπρησμοί και λεηλασίες ήταν συνηθισμένα φαινόμενα.

Ακόμη και ο Καρλομάγνος, σύγχρονος των Βίκινγκς, διέταξε τον αποκεφαλισμό 4.500 Σαξόνων στη Βέρντεν.

Η ιδέα ότι οι Βίκινγκς έπιναν από τα κρανία των εχθρών τους γεννήθηκε από μια λανθασμένη μετάφραση του 17ου αιώνα. Ο Ole Worm, γιατρός και γλωσσολόγος, μετέφρασε μια φράση που αναφερόταν σε κέρατα ζώων ως «τα κρανία όσων σκότωσαν». Έτσι γεννήθηκε ο μύθος. Αν και άλλοι λαοί έχουν πράγματι χρησιμοποιήσει κρανία ως σκεύη, δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι αυτό ήταν πρακτική των Βίκινγκ.

Η τελετουργική αυτή πρακτική, κατά την οποία τα πλευρά του θύματος άνοιγαν και οι πνεύμονες τραβιούνταν προς τα έξω σαν φτερά, πιθανότατα αποτελεί υπερβολή ή παρερμηνεία ποιητικών περιγραφών σε στίχους βάρδων. Ορισμένοι μελετητές θεωρούν ότι ίσως προήλθε από χριστιανούς συγγραφείς που ήθελαν να στιγματίσουν τους παγανιστές προγόνους τους.

Σύγχρονες ανατομικές μελέτες κατέληξαν ότι η «πλήρης» εκτέλεση αυτής της διαδικασίας θα ήταν δυνατή μόνο σε πτώμα, αφού σε ζωντανό άνθρωπο ο θάνατος θα επερχόταν πολύ γρήγορα.

Ο πιο διάσημος μύθος: τα κράνη με κέρατα. Το μόνο πραγματικό βικινγκικό κράνος που έχει βρεθεί, το κράνος Gjermundbu, δεν έχει κέρατα. Στις απεικονίσεις της εποχής, οι πολεμιστές εμφανίζονται είτε χωρίς κράνος είτε με απλά κράνη από σίδηρο ή δέρμα.

Η προέλευση του μύθου αποδίδεται στις ενδυματολογικές επιλογές του σχεδιαστή Carl Emil Doepler για την όπερα του Βάγκνερ το 1876 και σε Σκανδιναβούς καλλιτέχνες του 19ου αιώνα που εμπνεύστηκαν από προγενέστερα προ-βικινγκικά τελετουργικά κράνη.

Η εικόνα του ξανθού, γαλανομάτη γίγαντα δεν ανταποκρίνεται στις πραγματικότητες της εποχής. Μελέτες DNA δείχνουν μείξη ξανθών, κοκκινομάλληδων και μελαχρινών. Οι Βίκινγκς δεν ήταν αποκλειστικά σκανδιναβικής καταγωγής, υπήρχε πολιτισμική και εθνοτική ποικιλία.

Ακόμη και τα περί «μεγάλης» σωματικής διάπλασης είναι μύθος: ο μέσος άντρας της εποχής είχε ύψος περίπου 1,73 μ., αντίστοιχο με τον μέσο Ευρωπαίο.

Τα ευρήματα δείχνουν επίσης ότι οι Βίκινγκς έδιναν σημασία στην υγιεινή, καθώς σε τάφους βρίσκονται συχνά χτένες, τσιμπιδάκια και ξυράφια.