Στο γεωπολιτικό πεδίο, η κινεζική ακτοφυλακή ενίσχυσε τις περιπολίες της στα αμφισβητούμενα ύδατα γύρω από τα νησιά που είναι γνωστά ως Σενκάκου στην Ιαπωνία και Ντιαογιού στην Κίνα, κίνηση που το Τόκιο χαρακτήρισε ως παραβίαση. «Οι εμπορικές σχέσεις των δύο χωρών έχουν υποστεί σοβαρή ζημιά» λόγω των σχολίων της Τακαΐτσι, σύμφωνα με το κινεζικό Υπουργείο Εμπορίου. Η Κίνα, ως ο δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγικός προορισμός για την Ιαπωνία και τρίτος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της, έχει ρόλο ζωτικής σημασίας στην ιαπωνική οικονομία με τους Ιάπωνες εξαγωγείς θαλασσινών, να εκφράζουν ανησυχίες για το πλήγμα στις επιχειρήσεις τους, υπενθυμίζοντας την απαγόρευση του 2023 στις ιαπωνικές εισαγωγές τροφίμων μετά την απελευθέρωση ραδιενεργού νερού από τη Φουκουσίμα, μια απαγόρευση που είχε μόλις αρθεί την ημέρα των επίμαχων δηλώσεων της πρωθυπουργού.
Το ρήγμα Κίνας-Ιαπωνίας φτάνει στον ΟΗΕ
Το Πεκίνο απειλή με άσκηση δικαιώματος «αυτοάμυνας».
Newsroom
13:59
24 Νοεμβρίου 2025
Unsplash, Documento Creative
Στα Ηνωμένα Έθνη κατέληξε η διπλωματική και εμπορική αντιπαράθεση μεταξύ Κίνας και Ιαπωνίας, με το Πεκίνο να καταγγέλλει τις δηλώσεις της πρωθυπουργού της Ιαπωνίας Σανάε Τακαΐτσι για πιθανή στρατιωτική εμπλοκή του Τόκιο σε περίπτωση κινεζικής επίθεσης στην Ταϊβάν ως «πράξη επιθετικότητας». Η κρίση, που θεωρείται η μεγαλύτερη από το 2023 (όταν είχε επιβληθεί το εμπάργκο στα ιαπωνικά θαλασσινά λόγω της εκροής φερόμενου ραδιενεργού νερού από τη Φουκουσίμα) κορυφώθηκε την Παρασκευή 21 Νοεμβρίου, όταν ο μόνιμος αντιπρόσωπος της Κίνας στον ΟΗΕ, Φου Κονγκ, απέστειλε επιστολή στον Γενικό Γραμματέα Αντόνιο Γκουτέρες, όπου υπογράμμισε ότι οποιαδήποτε ένοπλη παρέμβαση» θα θεωρηθεί «πράξη επιθετικότητας», δηλώνοντας πως η Κίνα «θα ασκήσει αποφασιστικά το δικαίωμά της στην αυτοάμυνα» για τη διαφύλαξη της εθνικής της κυριαρχίας.
Παράλληλα, ανώτεροι Κινέζοι αξιωματούχοι, όπως ο Λιου Τζινσόνγκ, επέδειξαν επίσης μία συμβολική «αντιπαράθεση», κατά τη συνάντηση με Ιάπωνες διπλωμάτες στο Πεκίνο στις 18 Νοεμβρίου. Όπως ανέφερε το ειδησεογραφικό μέσο Al Jazeera, ο Λιου επέλεξε να φορέσει κοστούμι που αποτελεί ιστορική αναφορά στην εξέγερση της 4ης Μαΐου 1919, όταν Κινέζοι φοιτητές διαδήλωσαν κατά των παραχωρήσεων που έγιναν στην Ιαπωνία μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η συνάντηση αυτή, κατά την οποία η Κίνα ζήτησε την απόσυρση των σχολίων και η Ιαπωνία τα υπερασπίστηκε ως απόλυτα συνεπή με τη θέση του Τόκιο, δεν κατάφερε να αποκλιμακώσει την κατάσταση.
Η ένταση πυροδοτήθηκε στις 7 Νοεμβρίου, όταν η Τακαΐτσι, ανατρέποντας την μέχρι τότε πάγια τακτική της αμφισημίας των προκατόχων της, δήλωσε σε συνάντηση με το κοινοβούλιο πως στρατιωτική δράση ή αποκλεισμός της Ταϊβάν από την Κίνα θα μπορούσε να θεωρηθεί ως «κατάσταση που απειλεί την επιβίωση» της Ιαπωνίας, ενεργοποιώντας νομικά την δυνατότητα στρατιωτικής ανάπτυξης, κάτι που προκάλεσε την άμεση οργή του Πεκίνου, που απαίτησε την ανάκληση των δηλώσεων.
Οι αντιδράσεις κλιμακώθηκαν με τον Σουέ Τζιαν, Κινέζο γενικό πρόξενο στην Οσάκα, ο οποίος προχώρησε σε ανάρτηση στο κοινωνικό μέσο δικτύωσης Χ, που έχει πλέον διαγραφεί, στην οποία αναφερόταν με απειλητικό τόνο στην Τακαΐτσι, προκαλώντας την οργή της Ιαπωνίας η οποία απαίτησε να απελαθεί. Από την πλευρά της, η Κίνα αποστασιοποιήθηκε από τις δηλώσεις του Τζιάν χαρακτηρίζοντάς τες ως προσωπική άποψη.
Οι συνέπειες της κλιμάκωσης έπληξαν σχεδόν άμεσα το εμπόριο. Το Πεκίνο εφήρμοσε μέτρα που στοχεύουν τους κλάδους του ιαπωνικού τουρισμού και της εκπαίδευσης, εκδίδοντας προειδοποίηση μη ταξιδιού για την Ιαπωνία και συμβουλεύοντας τους Κινέζους φοιτητές για εγκλήματα που φέρεται να διαπράττονται εις βάρος Κινέζων, εν μέσω φόβων για ξενοφοβία. Την ίδια στιγμή, τρεις κινεζικές αεροπορικές εταιρείες προσέφεραν επιστροφές χρημάτων ή δωρεάν αλλαγές σε πτήσεις προς Ιαπωνία, ενώ οι κινεζικές αρχές απαγόρευσαν την προβολή ιαπωνικών ταινιών και την εισαγωγή ιαπωνικών θαλασσινών. Επιπλέον, η Κίνα ανέβαλε την τριμερή συνάντηση των υπουργών Πολιτισμού Κίνας, Ιαπωνίας και Νότιας Κορέας που είχε προγραμματιστεί προς το τέλος του Νοεμβρίου.
