«Αξιότιμε κ. Μαλούχο, καλό μήνα! Διάβασα με ενδιαφέρον, λόγω ιδιότητας, το σημερινό άρθρο σας. Μου επιτρέπεται ίσως να παρατηρήσω ότι η λέξη “αποδημία” του Πάπα δεν προσήκει και η ορθή διατύπωση θα ήταν “εκδημία”. Με τιμή, Ι. Μ. Κονιδάρης». Το ίδιο επεσήμανε με μήνυμά του σε κάπως διαφορετικό ύφος έμπλεο βεβαιότητας και ο αναγνώστης Γιάννης Μιτάκος: «Το ορθόν. Εκδημία είναι σύντροφε όχι αποδημία του πάπα».
Παρέθεσα τα δύο μηνύματα αυτούσια και ευχαριστώ θερμά αμφοτέρους για το ενδιαφέρον τους για το κείμενό μου με τίτλο «Ποιος επιλέγει τον Πάπα;» που δημοσιεύθηκε στις 30 Απριλίου. Εκρινα ορθό να μεταφέρω και στους άλλους αναγνώστες την παρατήρησή τους, καθώς πιθανώς κάποιοι να τη μοιράζονται. Δίνεται έτσι και η ευκαιρία να εξηγηθεί κάτι που δεν ήταν εφικτό εκεί λόγω χώρου: η ευγενής αυτή παρατήρηση συνιστά τυπικό αποτέλεσμα του τρόπου με τον οποίο λειτουργούν τα δόγματα· παρασκευάζουν ανύπαρκτες «αλήθειες» που ενώ δεν υφίστανται καθίστανται τελικά τόσο ισχυρές ώστε ενεργούν ως απόλυτα κυρίαρχες.
Ναι, η τελευταία ανάσα κάθε ποντίφικα τον οδηγεί, κατά το κοινώς λεγόμενο, σε «εκδημία», όχι σε «αποδημία». Ομως το κοινό είναι πάντοτε ορθό; Παραθέτω verbatim από το babiniotis.gr:
«Αποδημία = η μόνιμη διαμονή κάποιου σε ξένη χώρα (αλλά “απεδήμησε εις Kύριον” σημαίνει “πέθανε”!) Εκδημία = 1. (σπανιότερα) η απομάκρυνση κάποιου από την πατρίδα και η μετάβαση σε ξένη χώρα∙ 2. (συχνότερα) η εγκατάλειψη της γης και της ζωής, δηλ. η μετάβαση κάποιου στον άλλο κόσμο, ο θάνατος». Συνεπώς, όταν το «αποδημία» αναφέρεται, όπως εν προκειμένω, στον θάνατο, χρησιμοποιείται ορθά και σημαίνει «πέθανε». Τόσο, που φέρει… θαυμαστικό! Η χρήση της λέξης είναι λοιπόν (και) γραμματολογικά απολύτως ορθή: η γλώσσα δεν κάνει την παραμικρή διάκριση για τον Πάπα ή όποιον άλλον, όποια ιδιότητα κι αν έφερε.
Παρ’ όλα αυτά, η παραπάνω παρανόηση είναι ευρύτατη. Ομως υπάρχει λόγος γι’ αυτό. Και άπτεται της ουσίας εκείνου του κειμένου: ότι η Εκκλησία, όχι μόνον η Καθολική φυσικά, έχει καταφέρει να εξασφαλίσει με ισχυρότατη δόση δήθεν θεόπνευστης αυθεντίας και υποτιθέμενης ουρανογενούς ισχύος, όπως πλήθος άλλα, και αυτό: ότι κάτι διαφορετικό πρέπει να συνοδεύει την έξοδο του αρχηγού της από τη ζωή. Γι’ αυτό ο Πάπας, μα και άλλοι ιεράρχες, καθολικοί και όχι μόνο, πρέπει να «εκδημούν» και όχι να «αποδημούν» εις Κύριον. Λέξη που η Εκκλησία προορίζει για τους… κοινούς ανθρώπους, αν και συχνά υπάρχουν εκκλησιαστικές αναφορές στο ιερατείο και με τους δύο τρόπους, ανεξαρτήτως βαθμίδας. Ομως, όλα αυτά, γιατί; Επειδή ο διαχωρισμός ως προς το πώς ιδίως οι «εκπρόσωποι του Θεού επί της γης» την εγκαταλείπουν καθιστά τη μεταφυσική τους πιο πειστική – όπως και το «αλάθητο». Και την εξουσία της Εκκλησίας ακόμα πιο βαθιά.
Στο έργο του «Εγχειρίδιο Εκκλησιαστικού Δικαίου», Σάκκουλας, 2000, ο ίδιος ο καθηγητής Κονιδάρης βεβαιώνει (σελ. 171) του λόγου το αληθές σε ακόμα ευρύτερο φάσμα: «Η ιδιάζουσα θέση που οι κληρικοί κατέχουν στην κοινωνία ως εκ του λειτουργήματος τους δικαιολογεί και επιβάλλει ανάλογη αντιμετώπισή τους από την έννομη τάξη, κατά τρόπο πολλές φορές διαφορετικό από τους υπόλοιπους πολίτες».
Η «αποδημία» λοιπόν είναι απολύτως ορθή. Εκτός αν ο Λόγος υπακούει στο δόγμα και στη διαφοροποίηση που «επιβάλλεται» να έχουν οι εκκλησιαστικοί παράγοντες από τους κοινούς θνητούς. Ομως τότε εγείρεται ένα πολύ βαθύ πρόβλημα: όταν οι όποιοι θρησκευτικοί κανόνες υπερτερούν σε οτιδήποτε πέρα από το ίδιο το δόγμα, και αυτό στα πλαίσια του ορθού λόγου και της έννομης τάξης, βρισκόμαστε πια σε εκείνο που αποκαλείται «θεοκρατία». Και που δεν είναι Δυτικός Πολιτισμός, αλλά μακρινός εφιάλτης…