Συνεχίζουν την ανταλλαγή πυρών Καμπότζη και Ταϊλάνδη παρά την παρέμβαση Τραμπ
Κλιμακώνεται η στρατιωτική ένταση στα σύνορα Ταϊλάνδης και Καμπότζης, παρά τη συμφωνία για κατάπαυση του πυρός που είχε ανακοινωθεί λίγες ώρες νωρίτερα. Η κυβέρνηση της Καμπότζης κατήγγειλε το Σάββατο ότι οι ένοπλες δυνάμεις της Ταϊλάνδης συνεχίζουν τους βομβαρδισμούς στη διαφιλονικούμενη συνοριακή ζώνη, λίγες μόλις ώρες αφότου ο πρόεδρος των ΗΠΑ δήλωσε ότι, με δική του μεσολάβηση, οι ηγέτες των δύο χωρών συμφώνησαν σε εκεχειρία. Παρά τις δηλώσεις, η Μπανγκόκ επιμένει πως οι στρατιωτικές επιχειρήσεις θα συνεχιστούν, τη στιγμή που οι συγκρούσεις έχουν ήδη αφήσει πίσω τους δεκάδες νεκρούς και εκατοντάδες χιλιάδες εκτοπισμένους.
Η σύγκρουση έχει τις ρίζες της σε μια μακροχρόνια διαμάχη για τα σύνορα μήκους περίπου 800 χιλιομέτρων, που χρονολογείται από την αποικιοκρατική περίοδο. Από την αναζωπύρωση των εχθροπραξιών, περίπου μισό εκατομμύριο άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει τα σπίτια τους, ενώ και οι δύο πλευρές αλληλοκατηγορούνται για την ευθύνη της νέας έξαρσης.
Το υπουργείο Άμυνας της Καμπότζης ανακοίνωσε πως στις 13 Δεκεμβρίου 2025, ο ταϊλανδικός στρατός χρησιμοποίησε δύο μαχητικά αεροσκάφη F-16 για να ρίξει επτά βόμβες σε διάφορους στόχους, επισημαίνοντας πως οι επιδρομές συνεχίζονται. Η δήλωση αυτή, που αναρτήθηκε στην πλατφόρμα X, ανέβασε ακόμη περισσότερο την ένταση, παρά τις διεθνείς προσπάθειες αποκλιμάκωσης.
Από την πλευρά του, ο πρωθυπουργός της Ταϊλάνδης, Ανουτίν Τσαρνβιρακούλ, υπογράμμισε πως οι επιχειρήσεις θα συνεχιστούν μέχρι να εξαλειφθούν όλες οι απειλές για τη χώρα. «Η Ταϊλάνδη θα συνεχίσει τις στρατιωτικές ενέργειες έως ότου αισθανθούμε ότι δεν υπάρχει πλέον κίνδυνος για τη χώρα και τον λαό μας», έγραψε σε ανάρτησή του στο Facebook, καταγγέλλοντας ότι η Καμπότζη παραβιάζει τη συμφωνηθείσα κατάπαυση του πυρός. Λίγο αργότερα, η Ταϊλάνδη επιβεβαίωσε και επισήμως ότι οι στρατιωτικές επιχειρήσεις συνεχίζονται κανονικά.
Την προηγούμενη ημέρα, ο πρόεδρος των ΗΠΑ είχε ανακοινώσει μέσω της πλατφόρμας Truth Social ότι η Ταϊλάνδη και η Καμπότζη συμφώνησαν σε εκεχειρία, έπειτα από τηλεφωνική συνομιλία που είχε με τους πρωθυπουργούς των δύο χωρών, τον Ανουτίν Τσαρνβιρακούλ και τον Χουν Μανέτ. Ωστόσο, όπως δείχνουν τα γεγονότα, στο πεδίο η σύγκρουση συνεχίζεται με αμείωτη ένταση.
Οι μάχες μαίνονται από τη Δευτέρα κατά μήκος της αμφισβητούμενης συνοριακής γραμμής, με τουλάχιστον 20 νεκρούς και εκατοντάδες χιλιάδες εκτοπισμένους. Τον περασμένο Ιούλιο, είχε προηγηθεί πενθήμερη στρατιωτική σύγκρουση, με 43 νεκρούς και πάνω από 300.000 ανθρώπους να εγκαταλείπουν τις εστίες τους.
Πολιτικοί αναλυτές σημειώνουν πως η επίτευξη μιας συνολικής ειρηνευτικής συμφωνίας θεωρείται εξαιρετικά δύσκολη. Η σύγκρουση συνδέεται με την ιστορική οριοθέτηση των συνόρων που χαράχθηκε την εποχή της γαλλικής κατοχής της Ινδοκίνας, και παρά τις διεθνείς παρεμβάσεις, οι γεωπολιτικές και ιστορικές διαφορές κρατούν τις δύο πλευρές μακριά από την ειρήνη.
Τον Οκτώβριο, ο πρόεδρος των ΗΠΑ είχε ταχθεί υπέρ κοινής δήλωσης μεταξύ των δύο χωρών, προωθώντας νέες εμπορικές συμφωνίες μετά την παράταση της κατάπαυσης του πυρός. Ωστόσο, η Ταϊλάνδη πάγωσε τις διαπραγματεύσεις τον επόμενο μήνα, εξαιτίας τραυματισμών στρατιωτών από νάρκες στα σύνορα.
Από την πλευρά του, ο πρωθυπουργός της Καμπότζης, Χουν Μανέτ, ανέφερε το Σάββατο πως η χώρα του ακολουθεί πάντα ειρηνικά μέσα για την επίλυση διαφορών. Παράλληλα, τόνισε ότι πρότεινε στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Μαλαισία να συνδράμουν μέσω της τεχνογνωσίας τους στη συλλογή πληροφοριών, για να διαπιστωθεί ποια πλευρά άνοιξε πρώτη πυρ στις 7 Δεκεμβρίου.
Ο Ανουτίν Τσαρνβιρακούλ, από την άλλη, δήλωσε πως δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ προτίθεται να συνδέσει τις εμπορικές διαπραγματεύσεις με τη σύγκρουση. Όπως είπε, ο ίδιος του υποσχέθηκε ότι η Ταϊλάνδη θα ωφεληθεί περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη χώρα. Την Παρασκευή, ο Ταϊλανδός πρωθυπουργός διέλυσε το κοινοβούλιο, μόλις τρεις μήνες μετά την ανάληψη της εξουσίας, ανοίγοντας τον δρόμο για γενικές εκλογές στις αρχές του επόμενου έτους, την ώρα που η χώρα βρίσκεται σε κατάσταση κρίσης λόγω των εξελίξεων στα σύνορα.
Πηγές: Reuters, AFP
