Δημόσια παρέμβαση επικρίνοντας με σαφήνεια τη στάση του δημάρχου Φλώρινας, Βασίλη Γιαννάκη, κατά τη διάρκεια συναυλίας των Banda Entopica έκανε ο Χρήστος Ράμμος.
Ειδικότερα, ο πρώην πρόεδρος της Αρχής Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) και επίτιμος αντιπρόεδρος του ΣτΕ σημειώνει σε ανάρτησή του: «Σε μια σύγχρονη δημοκρατία και σε ένα σύγχρονο κράτος δικαίου, όπως είμαστε στα χαρτιά και διεκδικούμε πάντα να είμαστε και στην καθημερινή πράξη [που είναι και το πιο δύσκολο], θα τραγουδούμε ό,τι θέλουμε, σε όποια γλώσσα ή διάλεκτο θέλουμε και θα λέμε ό,τι πιστεύουμε, ό,τι μας εκφράζει και ό,τι λαχταράει η καρδιά μας».
Αναλυτικά η ανάρτηση Ράμμου:
«Διάβασα ότι στην Φλώρινα παρεμποδίστηκε ένα μουσικό συγκρότημα να παίξει ένα τραγούδι, με το επιχείρημα ότι δεν ήταν στην ελληνική γλώσσα, αλλά στην προγεγραμμένη σλαβομακεδονική γλώσσα ή σε μια παραλλαγή της. Σε μια σύγχρονη δημοκρατία και σε ένα σύγχρονο κράτος δικαίου, όπως είμαστε στα χαρτιά και διεκδικούμε πάντα να είμαστε και στην καθημερινή πράξη [που είναι και το πιο δύσκολο], θα τραγουδούμε ό,τι θέλουμε, σε όποια γλώσσα ή διάλεκτο θέλουμε και θα λέμε ό,τι πιστεύουμε, ό,τι μας εκφράζει και ό,τι λαχταράει η καρδιά μας. Έχουν χυθεί τόνοι μελάνης στα Συντάγματα μας, στις διεθνείς συμβάσεις που μας δεσμεύουν, και στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για το δικαίωμα αυτό. Και ουδείς αυτόκλητος και αμαθής λογοκριτής, ειδικά όταν ασκεί δημόσια εξουσία, έχει το παραμικρό δικαίωμα ή αρμοδιότητα να μας βάζει εμπόδια στο να το κάνουμε, όπως και εμείς δεν τον εμποδίζουμε να τραγουδάει και να λέει ό,τι εκείνου του αρέσει. Οι όψιμες εθνικοφροσύνες μας γυρίζουν πίσω στις πιο σκοτεινές περιόδους της Ιστορίας μας και αποτελούν θλιβερό και ανησυχητικό δείγμα ανόδου ακροδεξιών και μισαλλόδοξων ιδεολογιών. Μην αφήσουμε να μας πάρουν πίσω όσα κατακτήσαμε με τόσους αγώνες τις τελευταίες δεκαετίες. Σήμερα απαγορεύεται ένα τραγούδι, αύριο μπορεί, εν ονόματι της εθνικοφροσύνης που μας βασάνισε άγρια παλιότερα, ή της “ορθοφροσύνης”, όπως αυτή την αντιλαμβάνεται η εξουσία ή μια υποτιθέμενη κοινωνική πλειοψηφία, να απαγορευτεί ή να περισταλεί η ελευθερία του λόγου και να καταλήξουμε στο τέλος σαν την εξ ανατολών γειτονική μας χώρα [που, μεταξύ άλλων, απαγορεύει τη δημόσια και επίσημη χρήση της γλώσσας που είναι η μητρική γλώσσα του 25% του πληθυσμού της], χωρίς καν να το καταλάβουμε, με συνέπεια όταν το αντιληφθούμε να είναι αργά για την όποια αντίδραση, όπως έχει διδάξει τόσο συχνά και πικρά η Ιστορία.»
