website analysis Πώς μπορεί ρεαλιστικά να καλυφθεί το πολιτικό κενό και να υπάρξει ελπίδα – Epikairo.gr

Η εμπειρία των προηγούμενων ετών έδειξε ότι χωρίς βαθιά κοινωνική γείωση, συλλογική λειτουργία και ουσιαστική εσωτερική δημοκρατία, ακόμη και προοδευτικές πολιτικές με ισχυρό κοινωνικό αποτύπωμα δυσκολεύονται να αποκτήσουν διάρκεια και σταθερό πλειοψηφικό χαρακτήρα.
Ενα νέο προοδευτικό εγχείρημα δεν μπορεί να αναπαράγει κλειστές κομματικές λογικές ή προσωποκεντρικά σχήματα, αλλά οφείλει να στηρίζεται σε ανοιχτές διαδικασίες, συλλογική επεξεργασία και ανθρώπους δοκιμασμένους τόσο στην πολιτική όσο και στη διακυβέρνηση.

Η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με μια κρίση που δεν αφορά απλώς την εναλλαγή κυβερνήσεων ή την εκλογική φθορά των πολιτικών δυνάμεων. Πρόκειται για κρίση πολιτικής λειτουργίας και δημοκρατικής εκπροσώπησης: κρίση αξιοπιστίας, συμμετοχής και συλλογικής προοπτικής. Μια κρίση που δεν αντιμετωπίζεται με αλλαγές προσώπων ούτε με επικοινωνιακές αναδιατυπώσεις χωρίς ουσιαστικό κοινωνικό και πολιτικό περιεχόμενο.

Το πρόβλημα δεν εξαντλείται στο αν μια κυβέρνηση διατηρεί την κοινοβουλευτική πλειοψηφία της. Το ουσιαστικό διακύβευμα είναι αν η πολιτική μπορεί να παράγει πειστικές εναλλακτικές διακυβέρνησης, να ενσωματώνει κοινωνικές ανάγκες και να δημιουργεί αίσθηση συμμετοχής και προοπτικής. Οταν αυτό δεν συμβαίνει, η πολιτική βιώνεται από ολοένα και περισσότερους πολίτες ως μηχανισμός εξουσίας και όχι ως πεδίο συλλογικής απόφασης.

Σε αυτό το πλαίσιο, είναι αναγκαίο να ειπωθεί καθαρά: το πολιτικό κενό δεν οφείλεται στην απουσία πολιτικών δυνάμεων, κοινωνικών αναφορών ή εμπειρίας διακυβέρνησης. Αντιθέτως, υπάρχουν υπαρκτές πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις, ιδέες και διαδρομές. Το πρόβλημα είναι ότι, όπως είναι σήμερα οργανωμένες και κατακερματισμένες, δεν έχουν ακόμη κατορθώσει να συγκροτήσουν ένα ενιαίο, πειστικό και πλειοψηφικό σχέδιο διακυβέρνησης. Το ζήτημα, επομένως, δεν είναι η πολιτική καθαυτή -η οποία παραμένει αναγκαία και αναντικατάστατη- αλλά η αδυναμία σύνθεσης, συνεργασίας και μετατροπής υπαρκτών κοινωνικών αιτημάτων σε συνεκτική πρόταση εξουσίας με κοινωνική νομιμοποίηση και προοπτική εφαρμογής.

Η σημερινή διακυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη στηρίζεται πρωτίστως στη λογική της δεδηλωμένης και στη συγκέντρωση της εξουσίας. Η πολιτική μετατρέπεται σε αριθμητική διαχείριση της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και όχι σε διαδικασία κοινωνικής συναίνεσης. Το πρωθυπουργοκεντρικό μοντέλο, αξιοποιώντας και διευρύνοντας συνταγματικές πρόνοιες μέσω του λεγόμενου «επιτελικού κράτους», περιορίζει τον ρόλο της Βουλής, αποδυναμώνει τους θεσμούς ελέγχου και ενισχύει τη μονοπρόσωπη άσκηση εξουσίας.

Ο κυνισμός αυτής της λογικής είναι εμφανής: η εξουσία αντιμετωπίζεται ως αυτοσκοπός. Οσο διατηρείται η πλειοψηφία, όλα εμφανίζονται ως πολιτικά και θεσμικά ανεκτά. Αυτό, όμως, δεν συνιστά σταθερότητα. Συνιστά θεσμική φθορά, η οποία υπονομεύει τη δημοκρατική εμπιστοσύνη, ενισχύει τη δυσπιστία και δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για την ακροδεξιά και την αντιπολιτική. Την ίδια στιγμή, ο δημοκρατικός και προοδευτικός χώρος δεν έχει ακόμη κατορθώσει να αρθρώσει μια ενιαία και πειστική εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης. Οχι επειδή απουσιάζουν οι κοινωνικές αναφορές ή το πολιτικό δυναμικό, αλλά επειδή κυριαρχούν ο κατακερματισμός, οι παράλληλες στρατηγικές και η δυσκολία υπέρβασης κομματικών περιχαρακώσεων. Το αποτέλεσμα είναι ένα κενό πολιτικής ηγεμονίας: η κοινωνική δυσαρέσκεια υπάρχει, αλλά δεν έχει ακόμη μετασχηματιστεί σε πλειοψηφικό σχέδιο αλλαγής.

Σε αυτό το σημείο απαιτείται και μια αναγκαία αυτοκριτική. Η εμπειρία των προηγούμενων ετών έδειξε ότι χωρίς βαθιά κοινωνική γείωση, συλλογική λειτουργία και ουσιαστική εσωτερική δημοκρατία, ακόμη και προοδευτικές πολιτικές με ισχυρό κοινωνικό αποτύπωμα δυσκολεύονται να αποκτήσουν διάρκεια και σταθερό πλειοψηφικό χαρακτήρα. Ενα νέο προοδευτικό εγχείρημα δεν μπορεί να αναπαράγει κλειστές κομματικές λογικές ή προσωποκεντρικά σχήματα, αλλά οφείλει να στηρίζεται σε ανοιχτές διαδικασίες, συλλογική επεξεργασία και ανθρώπους δοκιμασμένους τόσο στην πολιτική όσο και στη διακυβέρνηση.

Το πολιτικό κενό βαθαίνει όσο η εργασία δεν εξασφαλίζει αξιοπρέπεια, η ακρίβεια συμπιέζει τα εισοδήματα και μεγάλα κοινωνικά στρώματα αισθάνονται ότι δεν ανήκουν σε μια κοινή συλλογική προσπάθεια. Οταν η πολιτική δεν αποκαθιστά την προοπτική και τη συμμετοχή, η αποχή και η αμφισβήτηση των θεσμών παύουν να είναι συγκυριακά φαινόμενα και μετατρέπονται σε δομικούς κινδύνους για τη δημοκρατία.

Δεν είναι τυχαίο ότι, όσο αποδυναμώνεται το αφήγημα περί «καταστροφικής περιόδου 2015–2019», τόσο εντείνεται η απονομιμοποιητική επίθεση απέναντι στον Αλέξη Τσίπρα. Οταν δεν υπάρχουν τεκμηριωμένα πολιτικά επιχειρήματα, η αντιπαράθεση διολισθαίνει σε υπαινιγμούς, συμψηφισμούς και προσωπική απαξίωση. Αυτό δεν δείχνει πολιτική ισχύ· δείχνει απώλεια πολιτικής ηγεμονίας.

Η απάντηση σε αυτή την κατάσταση δεν μπορεί να είναι η ανακύκλωση του υπάρχοντος πολιτικού υλικού. Απαιτείται μια δημιουργική διεργασία επανίδρυσης της δημοκρατικής και προοδευτικής παράταξης, μέσα από κοινωνικές διεργασίες, σύνθεση και συνεργασία. Οχι ως άθροισμα μηχανισμών, αλλά ως συλλογικό πολιτικό εγχείρημα με σαφή κοινωνικό και παραγωγικό προσανατολισμό, ικανό να συγκρουστεί με τις βαθύτερες αιτίες των ανισοτήτων: τη διαπλοκή πολιτικής και οικονομικής εξουσίας, την ασυδοσία της ισχύος και τη νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση σε βάρος της κοινωνικής πλειοψηφίας.

Ενα σοβαρό προοδευτικό εγχείρημα οφείλει να στηρίζεται σε έναν φορέα βαθιά γειωμένο στην κοινωνία, με συλλογική λειτουργία και ανθρώπους δοκιμασμένους στην πολιτική και τη διακυβέρνηση, ικανό να συγκροτήσει αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση εξουσίας απέναντι στη νεοφιλελεύθερη πολιτική της Νέας Δημοκρατίας με τα ακροδεξιά της χαρακτηριστικά. Σε αυτό το πλαίσιο, η συμβολή του Αλέξη Τσίπρα μπορεί να είναι καθοριστική: όχι ως προσωποκεντρική λύση, αλλά ως ενοποιητικό και καταλυτικό πολιτικό κεφάλαιο, με εμπειρία, διεθνή αξιοπιστία και τη δυνατότητα να λειτουργήσει ως εγγυητής σοβαρότητας, συνοχής και προοπτικής σε ένα ευρύτερο συλλογικό εγχείρημα.

Η ελπίδα μπορεί να υπάρξει μόνο αν συντρέξουν ταυτόχρονα τρεις προϋποθέσεις: αξιοπιστία και εντιμότητα στη διακυβέρνηση, συλλογικά επεξεργασμένο και πειστικό σχέδιο κοινωνικής και παραγωγικής ανασυγκρότησης, και πολιτική ηγεσία με εμπειρία σε διαρκή αλληλεπίδραση με την κοινωνική συμμετοχή της εργασίας, των αγροτών, των νέων, των μικρομεσαίων, των γυναικών και της επιστημονικής κοινότητας. Χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις, θα υπάρξει απλώς εναλλαγή προσώπων. Οχι πολιτική αλλαγή.

Το πραγματικό ερώτημα δεν είναι ποιος προηγείται δημοσκοπικά, αλλά πώς συγκροτείται ένα πλειοψηφικό κοινωνικό μπλοκ αλλαγής που θα αμφισβητήσει έμπρακτα τη λογική της συγκεντρωμένης εξουσίας και θα επαναφέρει τη δημοκρατία ως συλλογική υπόθεση. Αυτό δεν είναι πρόβλεψη. Είναι πολιτικός ρεαλισμός.

*Οικονομολόγος, πρώην βουλευτής Εβρου