Κάποια στιγμή συνειδητοποίησε ότι έχουμε ως κοινωνία εκπαιδευτεί να μην ακούμε τον πόνο των ζώων και αποφάσισε να γίνει η φωνή τους. Έτσι εγκαινιάστηκε η στήλη στην Αυγή «Ιστορίες χωρίς φωνή». Οι ιστορίες αυτές του Πέτρου Κατσάκου κυκλοφόρησαν σε μια προσεγμένη έκδοση από τις εκδόσεις Οκτάνα και παρουσιάζονται την Πέμπτη 27 Νοεμβρίου στη Δημοτική Αγορά της Κυψέλης στις 18.00.
Η ευαισθησία, η ενημέρωση και η λογοτεχνική διάθεση συνυπάρχουν στα κείμενα του ενώ η ενσυναίσθηση απέναντι στα αγαπημένα πλάσματα φαίνεται ξεκάθαρα στο παρακάτω απόσπασμα από τον πρόλογο:
«Σε μια φάρμα, μια αγελάδα κλαίει για το μοσχαράκι που της πήραν. Σ’ ένα σφαγείο, ένα γουρούνι τρέμει στη μυρωδιά του αίματος. Σε ένα εργαστήριο, ένα κουνέλι παλεύει να μην ουρλιάξει ενώ του καίνε τα μάτια για ένα σαμπουάν. Σε ένα τσίρκο, ένα λιοντάρι δαγκώνει τα κάγκελα με απόγνωση. Και στον δρόμο, ένας σκύλος σκάβει στα σκουπίδια, όχι για φαγητό –για μια στιγμή ανθρώπινης συμπόνιας.
Αυτά τα πλάσματα δεν γεννήθηκαν για να υπηρετούν εμάς. Δεν είναι “για να τα τρώμε”, “για να μας ντύνουν”, “για να μας διασκεδάζουν”. Δεν υπάρχουν για εμάς. Υπάρχουν μαζί μας».
Πότε άρχισε να αλλάζει ο τρόπος που βλέπεις τα ζώα; Πώς άρχισες να «ακούς» τη φωνή τους;
Η αλλαγή δεν ήρθε από μια στιγμή «αποκάλυψης», αλλά μέσα από μια μακρά διαδικασία. Ως δημοσιογράφος είχα δει πολλή ανθρώπινη βία, ανθρώπινο πόνο, ανθρώπινες τραγωδίες· κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι η ίδια λογική της απαξίωσης, του «ο άλλος δεν μετράει», εφαρμόζεται με ακόμη μεγαλύτερη ευκολία απέναντι στα ζώα.
Το πρώτο σοκ δεν ήταν εικόνα, αλλά συνάντηση: όταν βρέθηκα μπροστά σε ένα ζώο που υπέφερε και συνειδητοποίησα πως ολόκληρη η κοινωνία έχει εκπαιδευτεί να μη βλέπει, να μην ακούει, να περνάει δίπλα από αυτόν τον πόνο σαν να μην υπάρχει. Εκεί ξεκίνησε η μετατόπιση. Η στιγμή που άκουσα πραγματικά τη «φωνή» τους ήταν όταν κατάλαβα πως δεν πρόκειται για μεταφορά. Η φωνή υπάρχει, απλώς δεν είναι λεκτική. Είναι βλέμμα, κίνηση, φόβος, ανάγκη, απουσία επιλογής. Και όταν τη δεις, δεν μπορείς πια να την βγάλεις από το οπτικό και νοητικό σου πεδίο.
Είχε ανταπόκριση η στήλη σου στην Αυγή και τώρα στο Rosa; Τι θυμάσαι από την αλληλεπίδραση με τους αναγνώστες;
Η ανταπόκριση της στήλης στην Αυγή ήταν μεγαλύτερη απ’ ό,τι περίμενα. Πολλοί αναγνώστες μου έγραφαν πως για πρώτη φορά σκέφτηκαν με πραγματικούς όρους αυτό που καθημερινά προσπερνούσαν. Άνθρωποι που δεν είχαν σχέση με φιλοζωικά ζητήματα μού έστειλαν μηνύματα ότι άλλαξαν συνήθειες ή ότι αναζήτησαν περισσότερη ενημέρωση.
Μου έκανε εντύπωση πως αρκετοί δεν αρκέστηκαν να διαβάσουν· ήθελαν να κάνουν κάτι. Έλαβα μηνύματα από δασκάλους, από ομάδες πολιτών στην επαρχία, ακόμη και από ανθρώπους που μου είπαν ότι μερικά κείμενα τους δυσκόλεψαν, τους ενόχλησαν, αλλά με έναν τρόπο γόνιμο. Αυτή η αίσθηση ότι η γραφή μπορεί να κινήσει κάποιον από την αδράνεια ήταν ίσως η πιο δυνατή εμπειρία.
Έχει καταφέρει σημαντικά πράγματα το κίνημα για τα δικαιώματα των ζώων ή έχουμε δρόμο ακόμη;
Πιστεύω ότι υπάρχει πρόοδος, αλλά δεν μπορώ να πω ότι έχουμε φτάσει σε σημείο που να νιώθουμε ικανοποίηση. Έχουν γίνει βήματα, ιδιαίτερα στο επίπεδο της κοινωνικής συνείδησης. Ο κόσμος πλέον μιλάει περισσότερο για τα δικαιώματα των ζώων, οι εικόνες της βιομηχανικής εκμετάλλευσης δεν είναι πια κρυμμένες, υπάρχουν ομάδες, πρωτοβουλίες, εθελοντές που κρατούν το ζήτημα στην επιφάνεια.
Ωστόσο η ουσιαστική αλλαγή, αυτή που θα ανατρέψει το μοντέλο εκμετάλλευσης, βρίσκεται ακόμη μακριά μας. Η νομοθεσία συχνά είναι μισή, ανεφάρμοστη ή γεμάτη «παραθυράκια». Το σημαντικότερο όμως είναι ότι ο δρόμος παραμένει μακρύς.
Γνωρίζει ο κόσμος ότι η ισορροπία του πλανήτη εξαρτάται και από τη μείωση της κατανάλωσης κρέατος;
Υπάρχει πλέον αρκετή πληροφόρηση γι’ αυτό, αλλά όχι η επίγνωση που θα περίμενε κανείς. Πολλοί έχουν ακούσει ότι η βιομηχανική κτηνοτροφία επιβαρύνει το περιβάλλον, όμως λίγοι συνδέουν άμεσα το πιάτο τους με την κλιματική κρίση, την αποψίλωση των δασών, τη σπατάλη νερού ή την απώλεια βιοποικιλότητας. Αυτό που λείπει είναι η απόλυτη συνειδητοποίηση του μεγέθους. Ότι η μείωση της κατανάλωσης κρέατος δεν είναι «μόδα» ούτε ηθική υπόδειξη. Είναι ένας από τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους να περιορίσουμε την καταστροφή του πλανήτη. Και όσο κι αν αυτό είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο, κοινωνικά δεν έχει ακόμη γίνει κτήμα μας.
Μιλάς και για την εξαφάνιση ζώων, όπως της καμηλοπάρδαλης. Ποια είναι η αιτία και τι κάνουμε θεσμικά;
Η εξαφάνιση ειδών δεν είναι ένα μεμονωμένο φαινόμενο, ούτε συμβαίνει επειδή «έτυχε». Είναι αποτέλεσμα της συνεχούς επέκτασης του ανθρώπου εις βάρος των φυσικών οικοσυστημάτων. Η καταστροφή των ενδιαιτημάτων, η κλιματική αλλαγή, η λαθροθηρία, το εμπόριο άγριων ζώων όλα αυτά συνδυάζονται και οδηγούν σε έναν κόσμος που στερεύει από ζωή. Όσο για τις θεσμικές προσπάθειες, υπάρχουν διεθνείς συμφωνίες, προστατευόμενες περιοχές, νομοθεσίες.
Το πρόβλημα δεν είναι τόσο η ύπαρξή τους όσο η αδυναμία εφαρμογής τους. Η οικονομική πίεση, η έλλειψη πόρων, η διαφθορά, αλλά και η πολιτική αδιαφορία, συχνά καθιστούν τα μέτρα ανίσχυρα. Έτσι, το πραγματικό βάρος της προστασίας πέφτει τελικά στις οργανώσεις, στους επιστήμονες, στους ακτιβιστές και στην κοινωνία των πολιτών. Πάρε για παράδειγμα τη νέα μεγάλη “εθνική επιτυχία” των εξορύξεων στις ελληνικές θάλασσες, μια συμφωνία που μπορεί να σκοτώσει την θαλάσσια ζωή, αλλά ποιός νοιάζεται για τα ψάρια.
