Σε μία από τις πιο έντονες και συμβολικές στιγμές του Φεστιβάλ Καννών 2025, ο Τζαφάρ Παναχί στάθηκε στο κόκκινο χαλί μετά από 15 χρόνια απαγόρευσης, φυλάκισης και ζωής στη σκιά. Μαζί με την κόρη του, Σολμάζ Παναχί, και την ομάδα της ταινίας του, εμφανίστηκε μπροστά στις κάμερες και στην αίθουσα «Λιμιέρ» τον υποδέχθηκε το παρατεταμένο χειροκρότημα του κοινού. Η νέα του ταινία, «Ένα απλό ατύχημα», παρουσιάστηκε στο 85ο Φεστιβάλ Καννών όχι μόνο ως καλλιτεχνικό έργο, αλλά και ως αφήγηση των πολιτικών, ηθικών και ιστορικών εντάσεων του Ιράν.
Ο Παναχί, που εδώ και χρόνια έχει γίνει παγκόσμιο σύμβολο κινηματογραφικής αντίστασης απέναντι στην τυραννία, κέρδισε το Σάββατο τον Χρυσό Φοίνικα και έγινε ένας από τους πιο βραβευμένους σκηνοθέτες στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου. Εδώ και χρόνια αντιμετώπιζε απαγορεύσεις, κατ’ οίκον περιορισμό και φυλάκιση, χωρίς ποτέ να σταματήσει να αγωνίζεται ενάντια στη Ισλαμική Δημοκρατία και να στηρίζει τα λαϊκά κινήματα. Αυτή τη φορά, δημιούργησε την ταινία του μετά το τέλος της απαγόρευσης που του έθεσαν στην τέχνη του, αλλά και πάλι χωρίς άδεια από τις αρχές, και χωρίς να συμμορφωθεί με τον υποχρεωτικό κανόνα του χιτζάμπ. Από άποψη περιεχομένου, αυτή η ταινία θεωρείται η πιο τολμηρή και γενναία του μέχρι σήμερα.
Διαβάστε επίσης: Παναχί, νικητής στις Κάννες / Η ηγεσία του Ιράν, ένα άδειο κέλυφος, ένα άρρωστο σώμα
Ο Παναχί είναι πλέον, μαζί με τον Ιταλό Μικελάντζελο Αντονιόνι, ένας από τους δύο μοναδικούς σκηνοθέτες στην ιστορία που έχουν κερδίσει και τα τέσσερα μεγάλα βραβεία των κορυφαίων φεστιβάλ: τον Χρυσό Φοίνικα, τη Χρυσή Λεοπάρδαλη του Λοκάρνο (για τον «Καθρέφτη» το 1997), το Χρυσό Λιοντάρι της Βενετίας (για τον «Κύκλο» το 2000) και την Χρυσή Άρκτο του Βερολίνου (για το «Ταξί στην Τεχεράνη» το 2015). Μετά τον Αμπάς Κιαροστάμι, είναι ο δεύτερος Ιρανός σκηνοθέτης που έχει κερδίσει τον Χρυσό Φοίνικα και, μαζί με αυτόν και τον Ασγκάρ Φαραντί (δύο Όσκαρ και μία Χρυσή Άρκτος), θεωρείται ένας από τους τρεις πιο βραβευμένους σκηνοθέτες στην ιστορία του ιρανικού κινηματογράφου.
Αλλά γιατί θεωρείται αυτή η ταινία τόσο σημαντική; Είναι απλώς επειδή επιστρέφει ο Παναχί μετά από χρόνια σιωπής, ή είναι επειδή το θέμα της ταινίας αγγίζει ένα από τα πιο επώδυνα ερωτήματα της σύγχρονης ιρανικής ιστορίας;
Διαβάστε επίσης: Τεχεράνη / Κάλεσε τον Γάλλο πρέσβη για «εξηγήσεις» λόγω των «προσβλητικών» σχολίων υπουργού για τη νίκη Παναχί στις Κάννες
Η ταινία ξεκινά με ένα ατύχημα. Μια οικογένεια, ταξιδεύοντας σε έναν σκοτεινό δρόμο, παθαίνει ένα τροχαίο και αναγκάζεται να σταματήσει. Αυτή η αναγκαστική παύση γίνεται η αρχή μιας τραγικής και βαθιάς αντιπαράθεσης με το παρελθόν.
Ο βασικός χαρακτήρας, ο Βαχίντ, ο πατέρας της οικογένειας τον οποίο υποδύεται ο Εμπραχίμ Αζίζι, είναι ένας πρώην ακτιβιστής που νομίζει ότι εντόπισε τον ανακριτή του και αποφασίζει να τον δικάσει· όχι όμως σε ένα δημόσιο δικαστήριο, αλλά μέσα σε ένα βαν και αργότερα στην έρημο, μαζί με άλλους πρώην κρατούμενους, σε ένα πλαίσιο χωρίς δικαστή, χωρίς κανόνες. Ο Παναχί, σε δηλώσεις του στα μέσα ενημέρωσης, έχει αναφέρει ότι η ιδέα της ταινίας προέρχεται από τη δική του εμπειρία φυλάκισης και απαγόρευσης, όμως στόχος του δεν ήταν να αφηγηθεί μια προσωπική ιστορία, αλλά να θέσει ένα συλλογικό ερώτημα: Όταν η δικαιοσύνη δεν είναι θεσμική, όταν το δικαστήριο δεν είναι πραγματικό δικαστήριο, μήπως η βία κατά του βασανιστή είναι απλώς αναπαραγωγή του ίδιου καταπιεστικού μηχανισμού;
Σε συμβολικό επίπεδο, η ταινία του Παναχί απεικονίζει μια κοινωνία που καλείται να αποφασίσει πώς θα αντιμετωπίσει το αιματηρό παρελθόν της. Πρέπει να εκδικηθεί; Να συγχωρήσει; Ή να καταγράψει την αλήθεια και να την εμπιστευθεί στη συλλογική μνήμη;
Μέσα στην αφήγηση, οι χαρακτήρες εκφράζουν αντικρουόμενες απόψεις. Ο Χαμίτ, ένα από τα θύματα, επιμένει στη σύγκρουση και τη βία· αντιπροσωπεύει εκείνο το κομμάτι της κοινωνίας που ζητά σκληρή αντίδραση. Απέναντί του υπάρχουν χαρακτήρες που αποφεύγουν τη βία, εκείνοι που αποκαλούνται «γκρίζα ζώνη» οι λεγόμενοι ουδέτεροι, που μοιάζουν να κινούνται μεταξύ δύο στρατοπέδων. Ο διάλογος ανάμεσα στις γενιές στην ταινία είναι επίσης διάλογος ανάμεσα στην οργή και την επιφυλακτικότητα, ανάμεσα στη δικαιοσύνη και την εκδίκηση. Αυτή η ποικιλομορφία απόψεων δεν είναι απλώς αφηγηματική αλλά βαθιά κοινωνιολογική.
Κανείς στην ταινία δεν είναι απόλυτο σύμβολο του καλού ή του κακού. Ακόμη και ο βασανιστής, φυλακισμένος μέσα σε ένα φέρετρο, ισχυρίζεται ότι είναι αθώος. Η ταινία τονίζει τις αντιφάσεις: θύματα που παραμένουν θύματα αλλά απειλούν να μετατραπούν σε θύτες, και θύτες που αποκτούν ανθρώπινο πρόσωπο—ίσως έχουν αλλάξει πραγματικά.
Ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία στην ταινία «Ένα απλό ατύχημα» είναι η τολμηρή και ρεαλιστική προσέγγισή της στο ζήτημα της μαντίλας. Ο Παναχί, σε συνέντευξή του στο περιοδικό Variety, εξήγησε ότι οι γυναίκες ηθοποιοί στην ταινία δεν φορούν μαντίλα, επειδή αυτό πλέον δεν αντανακλά την επιθυμία των γυναικών στο Ιράν. Τόνισε ότι δεν ήθελε να ζητήσει από τους κομπάρσους ή τις ηθοποιούς να καλυφθούν, ήταν ελεύθερες να επιλέξουν, γιατί αυτή η υποχρέωση πλέον δεν είναι κάτι που οι άνθρωποι αποδέχονται.
Αυτή η απόφαση δεν είναι απλώς μια πολιτική δήλωση, αλλά μια πράξη ρεαλισμού. Ο Παναχί θέλει να κάνει κοινωνικό κινηματογράφο, και αυτό σημαίνει να δείχνει ό,τι πραγματικά βλέπει στους δρόμους του Ιράν. Αυτή η προσέγγιση, ωστόσο, οδήγησε στο να απαγορευτεί η προβολή της ταινίας στο εσωτερικό της χώρας.
Οι δυτικοί κριτικοί υποδέχθηκαν θερμά την ταινία. Ο Πίτερ ΝτεΜπρουζ της Variety την αποκάλεσε «ένα δυνατό πολιτικό θρίλερ» και σημείωσε ότι ο Παναχί δεν θέλει πια να κρύβεται. Ο Τζόρνταν Μίντσερ από το Hollywood Reporter επαίνεσε τη διεύθυνση φωτογραφίας του Αμίν Τζαφαρί. Η Washington Post την χαρακτήρισε «θυμωμένη, πολιτική και κάποιες στιγμές ξεκαρδιστική». Ο Guardian και το IndieWire της έδωσαν τέσσερα στα πέντε αστέρια.
Ωστόσο, στα περσόφωνα μέσα και στα κοινωνικά δίκτυα, οι απόψεις είναι πιο ποικιλόμορφες και πολλές φορές αντικρουόμενες. Πολλοί χρήστες της πλατφόρμας Χ (πρώην Twitter) μίλησαν με υπερηφάνεια για την επιστροφή του Παναχί στις Κάννες. Άλλοι, όμως, χαρακτήρισαν την ταινία «συνθηματολογική» και «για εξαγωγή». Στο Cinemania, μια ιρανική ιστοσελίδα, κατηγορήθηκε ότι εργαλειοποιεί τον πόνο για να τραβήξει προσοχή· ότι δημιουργεί ένα πορτρέτο- καρικατούρα της πραγματικότητας, όπου ο σκηνοθέτης παρουσιάζεται ταυτόχρονα ως θύμα και ήρωας.
Αλλά τέτοιες αντιδράσεις δεν μπορούν να διαχωριστούν από το κλίμα λογοκρισίας στο Ιράν. Ο Παναχί είναι απαγορευμένος στη χώρα του δεν έχει άδεια να γυρίζει, να προβάλλει ή να δίνει συνεντεύξεις. Οι ταινίες του κυκλοφορούν μόνο στο εξωτερικό. Αυτό το χάσμα ανάμεσα στην κατανόηση εντός και εκτός Ιράν είναι ίσως και το ίδιο το θέμα που θίγει η ταινία: η απουσία αλήθειας όταν απουσιάζει η ελευθεροτυπία.
«Είμαστε κοινωνικοί σκηνοθέτες. Παίρνουμε έμπνευση από την κοινωνία μας. Οι πρώτοι θεατές που θέλουμε να έχουμε είναι οι συμπατριώτες μας, οι Ιρανοί θεατές. Και γι’ αυτό προσπαθήσαμε πραγματικά» είπε ο σκηνοθέτης παραλαμβάνοντας το βραβείο. «Ζητήσαμε τουλάχιστον μια αίθουσα για να δείξουμε τις ταινίες μας δωρεάν. Έστω έναν χώρο. Αλλά ποτέ δεν έγινε εφικτό. Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο αυτό το καθεστώς κυβερνά τη χώρα εδώ και δεκαετίες. Εκείνοι αποφασίζουν τι θα πείτε, ποιες ταινίες θα γυριστούν, ποιες θα προβληθούν, πώς θα ντύνεστε, τι θα τρώτε. Εκείνοι αποφασίζουν για κάθε πτυχή της ζωής σας».
Το «Ένα απλό ατύχημα» δεν είναι απλώς η ιστορία εκδίκησης ενός πρώην κρατούμενου απέναντι στον βασανιστή του. Είναι η αφήγηση μιας τραυματισμένης κοινωνίας, κολλημένης στο παρελθόν, χωρίς πρόσβαση στη δικαιοσύνη η οποία είναι αντιμέτωπη με ένα βαθύ ερώτημα: πώς να αντιμετωπίσεις πληγές που παραμένουν ανοιχτές; Η ταινία δείχνει την ιρανική κοινωνία μέσα από έναν σκοτεινό καθρέφτη, όχι για να την τρομάξει, αλλά για να ανοίξει τον δρόμο προς μια μορφή δικαιοσύνης που δεν περνά από τα όπλα ή τα φέρετρα, αλλά από τον διάλογο, τη μνήμη και την ανασυγκρότηση των συλλογικών θεσμών.
Με αυτή την ταινία, ο Παναχί δεν επέστρεψε μόνο στις Κάννες. Επέστρεψε στην καρδιά μιας κοινωνίας που ακόμα παλεύει με τα ίδια ερωτήματα που θέτει η ταινία του: Τι είναι δικαιοσύνη; Πού σταματά η εκδίκηση; Και πότε μετατρεπόμαστε εμείς οι ίδιοι σε βασανιστές;
Ο σκηνοθέτης, μετά την απονομή του Χρυσού Φοίνικα από τα χέρια της Ζιλιέτ Μπινός, προέδρου της φετινής κριτικής επιτροπής, και της Κέιτ Μπλάνσετ, Αμερικανίδας ηθοποιού και παρουσιάστριας της τελετής, κάλεσε όλους τους Ιρανούς, εντός και εκτός της χώρας, να αφήσουν τις διαφορές τους στην άκρη:
«Με την ελπίδα να φτάσουμε σύντομα στην ελευθερία. Να φτάσουμε σε ένα σημείο όπου κανείς δεν θα μας λέει τι να φορέσουμε και τι όχι, τι να διαβάσουμε και τι όχι. Και στον κινηματογράφο —που είναι ο έρωτάς μας— κανείς να μη μας λέει τι να φτιάξουμε και τι να μην φτιάξουμε. Με την ελπίδα να έρθει εκείνη η ημέρα, σας ευχαριστώ όλους! Ευχαριστώ το Φεστιβάλ Καννών και όλους όσοι δούλεψαν γι’ αυτό. Ευχαριστώ!»
Περιμένω με μεγάλο ενδιαφέρον τη στιγμή που θα μπορέσω να δω αυτή την ταινία στις κινηματογραφικές αίθουσες της Ελλάδας.
*Ο Siyâvash Shahabi είναι Ιρανός δημοσιογράφος και ακτιβιστής που ζει στην Ελλάδα