Μάλιστα, την εβδομάδα μετά την πρεμιέρα, και ενώ απέρριπτα σταθερά τις σεξουαλικές προτάσεις του εγκαλουμένου, έλαβα ένα τηλεφώνημα από τον μαέστρο, ο οποίος μου είπε ότι δήθεν δε θα ανοίγαμε εκτάκτως μόνο Σάββατο, ως ίσχυε κανονικά, αλλά ότι θα ανοίγαμε και την Παρασκευή. Σε ερώτησή μου γιατί θα συνέβαινε αυτό, μού απάντησε ότι δήθεν την ημέρα της πρεμιέρας μας είχε επιβληθεί κάποιο πρόστιμο και για αυτό το λόγο θα έπρεπε το κέντρο να παραμείνει κλειστό για μία ημέρα. Έτσι, θα ανοίγαμε προσχηματικά την Παρασκευή, ώστε να μας κλείσουν επίτηδες και να μπορέσουμε να λειτουργήσουμε το Σάββατο, ήτοι την κανονική μέρα λειτουργίας του σχήματος. Τότε, απέστειλα μήνυμα σε ομαδική συνομιλία που είχαμε δημιουργήσει με τους άλλους δύο τραγουδιστές, ρωτώντας τους αν γνώριζαν κάτι για αυτή την αλλαγή του προγράμματος λειτουργίας. Και οι δύο μου απάντησαν πως δεν είχαν ενημερωθεί για αυτό, καθιστώντας μου σαφές ότι επρόκειτο για ένα ακόμη τέχνασμα, ώστε να βρεθώ μόνος με τον κ. Μαζωνάκη. Έτσι, μετά από κάποια ώρα ενημέρωσα τον μαέστρο ότι βρισκόμουν στη Θεσσαλονίκη και πως δε θα μπορούσα να είμαι την Παρασκευή στην Αθήνα.
Το πρωί της Πέμπτης, 18 Δεκεμβρίου, ο νεαρός Στέφανος Παπαδόπουλος κατέθεσε μήνυση κατά του Γιώργου Μαζωνάκη για σεξουαλική παρενόχληση.
Στο κείμενο, που υπέβαλε στη Δικαιοσύνη μαζί με τον δικηγόρο του, Αλέξανδρο Παπαϊωαννίδη, αναφέρεται αναλυτικά στα γεγονότα που έλαβαν χώρα στο τέλος του Μαρτίου 2025 μέχρι τα τέλη του Μαΐου.
«20 Μαρτίου 2025 και ενώ εκείνο το διάστημα δούλευα σε νυχτερινό κέντρο στη Θεσσαλονίκη, πρωινές ώρες, δέχτηκα τηλεφώνημα από τον ατζέντη του τραγουδιστή ….., ο οποίος με ενημέρωσε ότι το Σάββατο 22 Μαρτίου, επρόκειτο να ξεκινήσει εμφανίσεις σε νυχτερινό κέντρο στην Αθήνα ο Γιώργος Μαζωνάκης. Όπως με ενημέρωσε, υπήρχε έλλειψη στο σχήμα και με πρότεινε υπό την προϋπόθεση ότι θα μπορούσα την ίδια ημέρα να μεταβώ στην Αθήνα, ώστε να λάβω μέρος στην πρόβα που θα λάμβανε χώρα. Μέσα σε διάστημα οκτώ ωρών από την κλήση που έλαβα, βρισκόμουν ήδη στο αεροδρόμιο “Ελευθέριος Βενιζέλος”, από όπου με παρέλαβε ο φίλος μου, Θ.Π, με σκοπό να με μεταφέρει στο νυχτερινό κέντρο.
Φτάνοντας στο κέντρο περί ώρα οκτώ απογευματινή εισήλθαμε σε αυτό μαζί με το φίλο μου, όπου και διαπιστώσαμε ότι η πρόβα είχε ήδη λάβει τέλος. Εκεί βρήκαμε τον μαέστρο του σχήματος, Β.Π, τον Γεώργιο Μαζωνάκη, τον σκηνοθέτη, κ. Κ, το βοηθό σκηνοθέτη, κάποιους μουσικούς και κάποιους σερβιτόρους του καταστήματος να κάθονται στους καναπέδες που βρίσκονται στην πρώτη σειρά της πίστας και να συζητάνε. Αφού συστηθήκαμε, ο κ. Β μού ζήτησε να παραμείνω στο μαγαζί προκειμένου να συζητήσουμε για το πρόγραμμα και τα ρούχα, καίτοι η πρόβα είχε τελειώσει χωρίς να λάβω μέρος σε αυτή.
Τότε, εγώ και ο φίλος μου, Θ.Π , καθίσαμε σε έτερο καναπέ πλησίον αυτού που βρισκόταν τα προαναφερόμενα άτομα, περιμένοντας πότε θα με φωνάξουν. Εν τέλει, αναγκάστηκα να περιμένω δύο ώρες, διάστημα κατά το οποίο δεν έκανα ουσιαστικά τίποτα παρά να περιμένω πότε θα μου ζητηθεί να περάσω από ακρόαση. Ωστόσο, ήταν τέτοια η χαρά μου και ο ενθουσιασμός μου για την προοπτική αυτής της συνεργασίας που δεν εξέφρασα κανένα παράπονο.
Δεδομένης της μεγάλης αργοπορίας ο φίλος μου αποχώρησε από το νυχτερινό κέντρο και απέμεινα μόνος μου περιμένοντας. Περί τη δεκάτη βραδινή με πλησίασε ο βοηθός σκηνοθέτη και μού ζήτησε να τον ακολουθήσω στο καμαρίνι του κ. Μαζωνάκη, στο οποίο είχε προ ολίγου αποσυρθεί. Ο ίδιος αρνήθηκα, μην καταλαβαίνοντας το λόγο για τον οποίο θα έπρεπε να βρεθώ προσωπικά μαζί του, χωρίς να έχω κάνει καν ακόμα πρόβα, ωστόσο έλαβα την απάντηση ότι “Δεν τις χάνουμε τέτοιες ευκαιρίες”.
Συνοδευόμενος από το βοηθό σκηνοθέτη έφτασα στο καμαρίνι του κ. Μαζωνάκη, έξωθεν του οποίου υπήρχε έτερο άτομο στην πόρτα, κάτι που διαπίστωσα μελλοντικά ότι συνέβαινε πάντοτε. Μπήκα στο καμαρίνι όπου και μείναμε οι δυο μας με τον κ. Μαζωνάκη με την πόρτα κλειστή. Ήδη από τα πρώτα δέκα λεπτά της παρουσίας μου εκεί, ο εγκαλούμενος προέβη σε χρήση κοκαΐνης μπροστά μου, προσφέροντάς μου και εμένα, ενώ όταν αρνήθηκα μου απάντησε ότι “ είναι αγένεια να μου λες όχι στο καμαρίνι μου”. Εν τέλει, απέφυγα τη χρήση ναρκωτικών λέγοντάς του ότι δεν είμαι συνηθισμένος σε αυτά και πως δε θα ήθελα να προβώ σε χρήση, γεγονός που σεβάστηκε.
Αρχικά ξεκίνησε μία τυπική συζήτηση μεταξύ μας, η οποία μου φάνηκε φυσιολογική μεταξύ του επικεφαλής ενός σχήματος και ενός νέου υποψηφίου, ο οποίος θα τον πλαισίωνε. Μού έθεσε κάποιες ερωτήσεις σχετικά με τα μαγαζιά στα οποία είχα εργαστεί και με το πώς φανταζόμουν μελλοντικά την καριέρα μου.
Ωστόσο, πριν συμπληρώσω τριάντα λεπτά παρουσίας στο καμαρίνι του, μού δήλωσε ότι θα έπρεπε να αποχωρήσω καθώς περίμενε ένα επαγγελματικό ραντεβού και πως μετά το πέρας αυτού θα με περίμενε και πάλι στο καμαρίνι μαζί με το φίλο μου, Θ.Π, ο οποίος με είχε συνοδέψει αρχικά στο νυχτερινό κέντρο. Όταν του απάντησα ότι ο φίλος μου έχει ήδη αποχωρήσει και βρίσκεται για ποτό σε κάποιο κατάστημα μού απάντησε πως “αν δεν ξαναέρθω το ίδιο βράδυ μαζί με τον φίλο μου, να μην ξαναέρθω γενικά”.
Εκείνη τη στιγμή αισθάνθηκα αρκετά πιεσμένος, ωστόσο, αναγκάστηκα να τηλεφωνήσω όντως στο φίλο μου παρακαλώντας τον να επιστρέψει στο νυκτερινό, καθώς συνειδητοποίησα ότι διαφορετικά δεν θα μπορούσα να ξεκινήσω να εργάζομαι εκεί. Βρισκόμουν, μάλιστα, σε δεινή οικονομική κατάσταση, έχοντας ελάχιστα χρήματα και έχοντας ήδη παραιτηθεί από το κέντρο στο οποίο εργαζόμουν στη Θεσσαλονίκη.
Πράγματι, περί τις δώδεκα το βράδυ επέστρεψε ο φίλος μου και μαζί εισήλθαμε στο καμαρίνι του κ. Μαζωνάκη, όπου και παρέμεινα μέχρι τις πέντε, περίπου, το πρωί. Καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής μας στο καμαρίνι, ο εγκαλούμενος προέβη αρκετές φορές σε χρήση κοκαΐνης, προσφέροντας και σε εμάς, χωρίς όμως να προχωρήσουμε οι ίδιοι σε χρήση.
Όσο περνούσε η ώρα η συζήτηση που λάμβανε χώρα μεταξύ μας άρχισε να επικεντρώνεται όλο και περισσότερο στο σεξουαλικό κομμάτι. Κάποια στιγμή ο εγκαλούμενος εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του, καθώς το κινητό μου τηλέφωνο χτυπούσε ασταμάτητα, λαμβάνοντας κλήσεις από φίλους μου, οι οποίοι ήθελαν να μάθουν πώς πήγε η πρόβα, στην οποία εν τέλει δεν έλαβα ποτέ μέρος, καθώς και από τη φίλη μου στο σπίτι της οποίας θα φιλοξενούμουν στην Αθήνα. Μου ζήτησε, μάλιστα, να κλείσω το κινητό μου για να μην ενοχλείται, όπως και έκανα.
Τότε η συζήτηση άρχισε να γίνεται πιο άβολη για εμένα καθώς ο κ. Μαζωνάκης άρχισε να μας αποκαλύπτει ότι “ τα καλύτερα σεξ της ζωής του τα έχει κάνει με άντρες που δηλώνουν στρέιτ”, ενώ με ρωτούσε επίμονα “ τι μου αρέσει στο σεξ”. Θέλοντας να σταματήσει η αναφορά σε σεξουαλικά ζητήματα απέφευγα την άμεση οπτική μαζί του, παριστάνοντας άλλοτε ότι περιεργάζομαι το χώρο και άλλοτε ότι δεν άκουγα τα όσα έλεγε. Όταν διαπίστωσε ότι δε θα λάμβανα μέρος σε τέτοιες συζητήσεις μού απηύθυνε πιο έντονα το λόγο ρωτώντας με επιτακτικά “ αν θέλω καριέρα”, κάνοντας παράλληλα μία έντονη και επαναλαμβανόμενη χειρονομία υποδεικνύοντας τα γενετικά του όργανα, ενώ άρχισε να ζητάει επίμονα να τον ακολουθήσουμε, εγώ και ο φίλος μου, στην οικεία του.
Η ως άνω συμπεριφορά με έκανε να αισθανθώ έντονη συναισθηματική πίεση, δυσφορία και ταπείνωση, ωστόσο, δεδομένου ότι είχα συνειδητοποιήσει ότι θα έπρεπε να υποστώ την εν λόγω συνάντηση προκειμένου να προσληφθώ στο σχήμα αρκέστηκα στο να δηλώσω ότι θα αποχωρήσω καθώς ήμουν κουρασμένος. Τότε, ο κ. Μαζωνάκης, σηκώθηκε από την άλλη άκρη του καναπέ όπου καθόταν, με πλησίασε και φιλώντας με στο λαιμό με ρώτησε “δε θα αγαπηθούμε;”, προτείνοντάς μου παράλληλα για πολλοστή φορά να μεταβώ στην οικεία του μαζί με τον φίλο μου.
Εκείνη τη στιγμή ένιωσα να παγώνω, φοβούμενος λόγω της εγγύτητας στην οποία βρισκόμασταν, αισθανόμενος παράλληλα ντροπή και δυσαρέσκεια. Προσπάθησα, όμως, να διατηρήσω την ψυχραιμία μου και παρέμεινα ευγενικός απομακρύνοντας τον εαυτό μου από τον εγκαλούμενο, τονίζοντάς του ότι δεν επιθυμούσα να συμβεί κάτι μεταξύ μας. Έτσι, αποχώρησα από το μαγαζί μόνος μου, καθώς ο φίλος παρέμεινε στο καμαρίνι μαζί με τον κ. Μαζωνάκη.
Την επόμενη μέρα, στις 21-3-2025, είχαμε μαζευτεί όλα τα μέλη του σχήματος και πάλι στο κέντρο για την πρόβα τζενεράλε, καθώς στις 22-3-2025 ήταν προγραμματισμένη η πρεμιέρα. Τότε γνώρισα και δύο άλλους νέους τραγουδιστές που επίσης πλαισίωναν τον κ. Μαζωνάκη, την A.I και τον M.Σ. Κατά τη διάρκεια της πρόβας, προσεγγίστηκα πολλές φορές από το βοηθό σκηνοθέτη, ο οποίος μου ζητούσε εκ μέρους του κ. Μαζωνάκη να μην αποχωρήσω μετά το πέρας της πρόβας, αλλά να συναντήσω τον εγκαλούμενο στο καμαρίνι του, πρόταση την οποία αρνήθηκα επανειλημμένα.
Στις 22-3-2025, ημέρα πρεμιέρας του σχήματος, οι πιέσεις του βοηθού σκηνοθέτη έγιναν ακόμη πιο έντονες καθώς με προσέγγισε αναρίθμητες φορές λέγοντάς μου “ δε θα φύγεις μετά, κάτσε θα φύγεις με τον Γιώργο, έλα πάμε στο καμαρίνι σε θέλει ο Γιώργος”. Οι ως άνω εξακολουθητικές προτάσεις με ανάγκασαν να ζητήσω από τους συναδέλφους που προανέφερα, να μη με αφήνουν μόνο μου και σε περίπτωση που δουν ότι με προσεγγίζει και πάλι ο βοηθός σκηνοθέτη να έρχονται προσχηματικά να μού μιλήσουν, ώστε να μην υφίσταμαι αυτή την πίεση. Παράλληλα, το βράδυ της πρεμιέρας αποφάσισα να μετακινήσω τα πράγματά μου από το καμαρίνι που μού είχε δοθεί και να εγκατασταθώ στο καμαρίνι του Σ.. Η απόφασή μου αυτή βασίστηκε στο γεγονός ότι θεώρησα πιο δύσκολο να με προσεγγίσει ο κ. Μαζωνάκης σε ένα καμαρίνι το οποίο μοιραζόμουν με έτερο συνάδελφο.
Γενικότερα, τις μέρες που ακολούθησαν διαμόρφωσα διάφορα μοτίβα συμπεριφοράς με σκοπό να αποφεύγω τις ερωτικές προσεγγίσεις του κ. Μαζωνάκη. Συγκεκριμένα, άρχισα να λαμβάνω μηνύματα από τον ίδιο μέσω της εφαρμογής viber, τα οποία έστελνε πάντα κρυπτογραφημένα με αποτέλεσμα να διαγράφονται μετά από κάποια δευτερόλεπτα. Στα μηνύματα αυτά μού ζητούσε έντονα να βρεθούμε και άλλοτε τα αγνοούσα τελείως ενώ άλλοτε του έλεγα ψέματα ότι δε βρίσκομαι στην Αθήνα, αλλά στη γενέτειρά μου, τη Θεσσαλονίκη. Με ανάλογο τρόπο απέφευγα τις προτάσεις του μαέστρο του σχήματος, ο οποίος με καλούσε εκ μέρους του κ. Μαζωνάκη λέγοντάς μου ότι “ όσο τα έχω καλά με το Γιώργο θα κερδίσω”.
Συνεπεία των συνεχών αρνήσεών μου δέχτηκα εκ νέου τηλεφώνημα από τον μαέστρο, ο οποίος μου μετέφερε ότι “ δέχτηκε παράπονα από τον Γιώργο γιατί δεν πάω στο καμαρίνι του να τον χαιρετίσω όταν πάω στο μαγαζί”, φτάνοντας στο σημείο να μου πει ότι “ αν δε θες να πηδηχτείς μαζί του, μην πηδιέσαι, χαιρέτα μόνο”.
Η γενικευμένη πίεση που δεχόμουν με τόσο απροκάλυπτο τρόπο μου κατέστησε σαφές ότι αν ήθελα να κρατήσω τη δουλειά μου θα έπρεπε να συντηρήσω πολύ δύσκολες ισορροπίες. Από τη μία μεριά δεν επιθυμούσα να προβώ σε ερωτικές πράξεις με τον κ. Μαζωνάκη, από την άλλη γνώριζα ότι δε θα μπορούσα να γίνω περισσότερο δυσάρεστος ή να αντιδράσω εντονότερα, καθώς αν διεκδικούσα τα αυτονόητα, ήτοι το σεβασμό που αξίζει σε κάθε εργαζόμενο, ο εγκαλούμενος θα ζητούσε την άμεση απομάκρυνσή μου από το σχήμα. Υπήρχαν, άλλωστε, οι φήμες ότι αυτό είχε συμβεί στο παρελθόν με έτερο “μικρότερο όνομα” όταν συνεργαζόμενο με τον κ. Μαζωνάκη δεν αποδέχθηκε τις σεξουαλικές του προτάσεις. Ωστόσο, το όλο κλίμα που είχε διαμορφωθεί ήταν εξαιρετικά δυσάρεστο και αναξιοπρεπές για εμένα, ενώ κάθε φορά που πήγαινα στο νυκτερινό κέντρο, για να παρέχω την εργασία μου αισθανόμουν έντονο άγχος, το οποίο εκδηλωνόταν με πόνους στο στομάχι μου.
Περί τα μέσα Απριλίου και ενώ είχα δεχτεί και πάλι πιέσεις από τον μαέστρο του σχήματος να περάσω από το καμαρίνι του κ. Μαζωνάκη για να τον χαιρετήσω αποφάσισα να το πράξω ελπίζοντας ότι αυτό θα εξισορροπούσε, έστω παροδικά, την κατάσταση. Φρόντισα, βέβαια, να ενημερώσω τους άλλους δύο τραγουδιστές για αυτή μου την πράξη, ζητώντας τους, αν δεν επιστρέψω σε πέντε λεπτά, να έρθουν με κάποιο πρόσχημα και να με απομακρύνουν. Παράλληλα, φρόντισα να επισκεφτώ τον κ. Μαζωνάκη σε χρονική στιγμή που ήξερα πως δε θα είναι μόνος του στο καμαρίνι.
Πράγματι, όταν μπήκα είδα ότι εντός αυτού βρισκόταν, εκτός του εγκαλουμένου, η μακιγιέζ του, ο μαέστρος, ο ηχολήπτης και ο φωτιστής του σχήματος. Με την είσοδό μου αποχώρησαν όλοι εκτός της μακιγιέζ. Αισθανόμενος κάποια ασφάλεια, καθώς δεν ήμασταν μόνοι μας, αποφάσισα να συζητήσω για λίγο μαζί του, θέλοντας να εξασφαλίσω ότι δεν ήταν δυσαρεστημένος σε βαθμό να ζητήσει την απομάκρυνσή μου. Είχα πάντοτε, εξάλλου, στο μυαλό μου ότι ο εγκαλούμενος αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα και πιο καταξιωμένα πρόσωπα της ελληνικής δισκογραφίας, ενώ ο ίδιος αποτελώ έναν πρωτοεμφανιζόμενο άσημο τραγουδιστή.
Κατά τη σύντομη συζήτησή μας ο κ. Μαζωνάκης μού ζήτησε εκ νέου να βρεθούμε λέγοντάς μου “θα κανονίσουμε τίποτα;”. Και ενώ ήταν σαφές ότι αναφερόταν και πάλι σε κάποια συνάντηση σεξουαλικού χαρακτήρα, παριστάνοντας ότι δεν είχα καταλάβει τι εννοούσε για να τον αποφύγω του απαντάω “τι θέλετε, καφέ, φαγητό ;”. Τότε επανέλαβε την ερώτησή του, την οποία συνόδευσε με μία χυδαία χειρονομία, η οποία αναπαριστούσε την πράξη της πεολειχίας. Ευρισκόμενος σε σοκ έμεινα να τον κοιτάζω, μην πιστεύοντας ότι προχώρησε σε τέτοια ενέργεια, μπροστά μάλιστα και σε τρίτο πρόσωπο. Αντιλαμβανόμενος την έκπληξή μου, προχώρησε λέγοντας “ το παίζεις παρθένα και θες να κάνεις και καριέρα εδώ μέσα”.
Ευθύς αποχώρησα από το καμαρίνι του εγκαλουμένου και πήγα στο καμαρίνι μου, όπου βρισκόταν οι άλλοι δύο τραγουδιστές και ο αδερφός του ενός. Εκεί ξέσπασα σε κλάματα, καθώς με κατέκλυσαν αισθήματα ταπείνωσης και εξευτελισμού, νιώθοντας παγιδευμένος να υφίσταμαι απαξιωτικές συμπεριφορές προκειμένου να αποφύγω την απόλυσή μου, μία απόλυση την οποία δε θα μπορούσα να αντέξω από οικονομική άποψη.
Μέχρι το τέλος των εμφανίσεων στο κέντρο – ένα τέλος το οποίο ήρθε νωρίτερα του συμφωνηθέντος καθώς ακυρώθηκαν οι τελευταίες δύο προγραμματισμένες εμφανίσεις στις 24 και στις 31 Μαΐου – δέχτηκα κάθε φορά που βρέθηκα στο κέντρο πίεση από το βοηθό σκηνοθέτη, ώστε να επισκεφτώ και πάλι το καμαρίνι του εγκαλουμένου, χωρίς όμως να υποκύψω ξανά.
Τη Δευτέρα 26 Μαΐου και ενώ βρισκόμουν στη Θεσσαλονίκη δέχτηκα ένα μήνυμα από τον μαέστρο, ο οποίος με ρώτησε αν βρίσκομαι στην Αθήνα. Εν συνεχεία με κάλεσε στο κινητό μου, λέγοντάς μου ότι “ είμαι με τον Μαζωνάκη και σε θέλει μαζί με τον φίλο σου να σας πληρώσει για να σας πηδήξει”. Εγώ αρκέστηκα να απαντήσω ότι δεν μπορώ να το κάνω αυτό και να τερματίσω την κλήση μας. Αυτή ήταν και η τελευταία ενόχληση που είχα».
