Μετά από 80 χρόνια νέες αλλαγές έρχονται στις κληρονομιές και τα νέα δεδομένα παρουσιάστηκαν σήμερα στο Υπoυργείο Δικαιοσύνης και περιλαμβάνονται στο νομοσχέδιο που επεξεργάστηκε ειδική επιτροπή υπό την προεδρία του ομότιμου καθηγητή και ακαδημαϊκού Απόστολου Γεωργιάδη.
Η «Ζούγκλα» παρουσιάζει τα βασικά σημεία των αλλαγών.
Σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης
Με το νέο νομοσχέδιο τα ίδια δικαιώματα με σύζυγο εν ζωή έχουν και εκείνοι που έχουν κάνει σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης. Επιπλέον δίνεται και πλήρες κληρονομικό δικαίωμα στον επιζώντα σύντροφο (όταν δεν υπάρχει σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης), όταν δεν υπάρχουν άλλοι συγγενείς που έχουν κληρονομικό δικαίωμα και η περιουσία του θανόντος θα πάει στο δημόσιο. Τότε η κληρονομιά πάει στον επιζώντα σύντροφο, εφόσον ζούσαν μαζί τουλάχιστον τρία χρόνια. Για να πάρει σε αυτή την περίπτωση την κληρονομιά οφείλει να κάνει αίτηση μέσα σε τέσσερις μήνες από τον θάνατο του διαθέτη(σ.σ πολίτης που διαθέτει την περιουσία του). Ακόμα μπορεί ο σύντροφος ενός ανθρώπου που φεύγει από τη ζωή να χρησιμοποιεί την κοινή τους κατοικία για ένα χρόνο, ενώ αν έχουν μαζί παιδιά τότε μπορεί στο κοινό σπίτι να μείνει η οικογένεια για μεγάλο διάστημα.
Οι αλλαγές στις κληρονομικές συμβάσεις
Προβλέπονται δύο είδη κληρονομικών συμβάσεων. Μία κατά την οποία ο διαθέτης κάνει τη σύμβαση ενώ ζει και αφήνει την κληρονομιά του μετά θάνατον. Γι’ αυτό μέχρι να φύγει από τη ζωή μπορεί να διαχειρίζεται ο ίδιος τα περιουσιακά του στοιχεία. Και δεύτερο, η σύμβαση με την οποία ένας που έχει κληρονομικό δικαίωμα παραιτείται από την κληρονομιά εν ζωή για διάφορους λόγους. Δηλώνει δηλαδή ότι δεν επιθυμεί να κληρονομήσει κάτι που δικαιούται. Εξ αδιαθέτου διαδοχή. Αυξάνεται το ποσοστό του επιζώντος συζύγου στο 33% όταν κληρονομεί και υπάρχει μόνον ένα παιδί. Αντίθετα όταν τα παιδιά είναι δύο η περισσότερα, τότε ο επιζών σύζυγος κληρονομεί το 25% και τα παιδιά το υπόλοιπο. Αν όμως δεν υπάρχουν παιδιά ο επιζών σύζυγος θα κληρονομεί πριν από τους γονείς (αν υπάρχουν του ανθρώπου που έφυγε από τη ζωή) από πρώτα ξαδέλφια η άλλους συγγενείς που έχουν κληρονομικό δικαίωμα.
Διαθήκες
Διατηρούνται οι ιδιόγραφες. Οι διαθήκες αυτές για να ισχύσουν θα πρέπει να ελεγχθούν για τη γνησιότητά τους με μάρτυρες και πραγματογνώμονες, όταν προσκομίζονται σε συμβολαιογράφο από συγγενείς που δεν είναι παιδιά η σύζυγοι. Το ίδιο θα γίνεται και όταν προσκομίζονται στο συμβολαιογράφο από παιδιά η επιζώντα σύζυγο αν έχει περάσει ένας χρόνος από τον θάνατο του διαθέτη. Παράλληλα δίνεται η δυνατότητα να μπορεί να συντάσσει διαθήκη πρόσωπο που έχει συμπληρώσει το 16ο έτος της ηλικίας του. ‘Ατομα με προβλήματα αναπηρίας θα μπορούν με τη βοήθεια της τεχνολογίας (φωνητική υποστήριξη η άλλη) να συντάσσουν διαθήκη. Σοβαρή η ρύθμιση που απαγορεύει τη διαθήκη σε άτομα που νοσηλεύονται σε νοσοκομείο, οίκους ευγηρίας, ιδρύματα περίθαλψης και άλλα, προς άτομα που υπηρετούν η έχουν άμεση σχέση με την διοίκηση αυτών των ιδρυμάτων η παρέχουν υπηρεσίες σε αυτά. Εισάγεται ο θεσμός της αυτοδίκαιης κληρονομικής ανικανότητας εφόσον υπάρχει προηγούμενη ποινική καταδίκη του κληρονομούμενου κατά της ζωής, υγείας, η γενετήσιας ελευθερίας του διαθέτη (του ανθρώπου που κληρονομείται).
Η δημόσια και η μυστική διαθήκη θα συντάσσονται ενώπιον συμβολαιογράφου με τη σύμπραξη μόνο δύο μαρτύρων, χωρίς εναλλακτική δυνατότητα σύμπραξης δεύτερου συμβολαιογράφου.
Αποποιήσεις κληρονομιάς
Αλλάζει ριζικά στο σημείο αυτό το κληρονομικό δίκαιο. Στο εξής ο κληρονόμος δεν θα επιβαρύνεται οικονομικά με τη δική του περιουσία για τα χρέη της περιουσίας που κληρονομεί. Αυτό θα συμβάλλει καθοριστικά στον περιορισμό των αποποιήσεων κληρονομιών που συμβαίνει σήμερα κατά κόρον και θα αξιοποιούνται περιουσίες και επιχειρήσεις που απαξιώνονται.
Ο υπουργός Δικαιοσύνης κ. Φλωρίδης τόνισε μεταξύ άλλων. «Αυτό το έργο το οποίο παρελήφθη από εμάς θεωρούμε ότι ξεφεύγει από τα όρια του χαρακτηρισμού του ως σημαντικού. Είναι πραγματικά ένα άρτιο επιστημονικό επίτευγμα το οποίο πιστεύουμε ότι θα υπηρετήσει την ελληνική κοινωνία και την ελληνική οικονομία για τις επόμενες αρκετές δεκαετίες. Το γεγονός ότι το κληρονομικό δίκαιο σε αυτά τα 80 χρόνια δεν αναθεωρήθηκε σχεδόν καθόλου δείχνει το πόσο αναγκαίο ήταν να γίνει αυτό που παρουσιάζουμε σήμερα».
