Ρήγμα στο αγροτικό μέτωπο επιχειρεί να προκαλέσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης δηλώνοντας ότι περιμένει την Δευτέρα στις 5 το απόγευμα στο γραφείο του, όποια αντιπροσωπεία ορισθεί για διάλογο.
Κατά την ομιλία του στη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Νέας Δημοκρατίας επιδόθηκε σε νέες ασκήσεις κοινωνικού αυτοματισμού λέγοντας ότι με τις κινητοποιήσεις δεν πρέπει να ζημιώνονται οι τοπικές αγορές και να κινδυνεύουν ανθρώπινες ζωές.
Αναφορικά με τις κινητοποιήσεις των αγροτών, ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε ότι θα δεχθεί στο γραφείο του οποιαδήποτε αντιπροσωπεία τους, «υπό την προϋπόθεση ότι η συνάντηση θα έχει συγκεκριμένη ατζέντα». Υπενθύμισε επίσης ότι «φέτος ο πρωτογενής τομέας εισέπραξε 3,8 δισ. αντί για 3,2 δισ. πέρυσι», επισημαίνοντας πως «κάθε μορφή διαμαρτυρίας πρέπει να λαμβάνει υπόψη και την κοινωνία».
Παράλληλα άφησε αιχμές απευθυνόμενος στους βουλευτές της ΝΔ με φόντο την πρόσφατη επεισοδιακή σύσκεψη με τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης, Κώστα Τσιάρα, σημείωσε ότι «έχουμε καθήκον να μεταφέρουμε τα μηνύματά μας σε κάθε περιφέρεια της χώρας. Οι βουλευτές δεν λειτουργούν απλώς ως αγωγοί του κλίματος που επικρατεί στους πολίτες, αλλά συμβάλλουν στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης. Μόνο όταν η παράταξη είναι κυρίαρχη, μπορεί και ο βουλευτής της να προοδεύει. Και κανείς δεν έχει προσωπικό όφελος αν πρώτα εκείνη δεν επικρατήσει πολιτικά».
Ο πρωθυπουργός επιχείρησε να πείσει, κόντρα στα επίσημα στοιχεία, ότι ο φετινός Προϋπολογισμός, η πενθήμερη συζήτηση του οποίου αρχίζει σήμερα στη Βουλή, είναι κοινωνικός και αναπτυξιακός και πως διαθέτει ένα δίχτυ προστασίας για τους ευάλωτους.
Ο πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι «η έγκριση του προϋπολογισμού αποτελεί θετική απάντηση στο αν η Ελλάδα θα συνεχίσει την ανοδική της πορεία ή θα επιστρέψει σε αδιέξοδα και περιπέτειες». Τόνισε ότι «ο φετινός προϋπολογισμός είναι κοινωνικός και αναπτυξιακός, ρεαλιστικός και μεταρρυθμιστικός. Με σταθερές παρεμβάσεις που στηρίζουν τη μεσαία τάξη, τους νέους και τις οικογένειες, καθώς και τους κατοίκους της περιφέρειας, ειδικά των ακριτικών περιοχών. Παράλληλα, προσφέρει δίχτυ προστασίας στους ευάλωτους και έχει σταθερά ως οδηγό τη μείωση των φόρων και την αύξηση των αποδοχών».
«Το σχέδιό μας δεν αφορά μόνο την οικονομική πολιτική του 2026, αλλά περιγράφει και την εθνική στρατηγική έως το 2030, για μια χώρα διαφορετική από εκείνη που παραλάβαμε», ανέφερε ο Κ. Μητσοτάκης. Πρόσθεσε ότι «2,9 δισ. ευρώ θα κατευθυνθούν στην κοινωνία, ενισχύοντας το διαθέσιμο εισόδημα μέσω μόνιμων αυξήσεων και σταθερών φοροελαφρύνσεων».
Επανερχόμενος στο δίλημμα της σταθερότητας, ο πρωθυπουργός δήλωσε ότι «είμαστε εδώ για να δώσουμε όλες τις μάχες που έρχονται. Στην προσπάθεια αυτή δεν περισσεύει κανείς. Συσπειρώνοντας τη βάση μας και απευθυνόμενοι σε πολίτες με διαφορετικές πολιτικές αφετηρίες». Τόνισε ακόμη ότι «το διακύβευμα των επόμενων εθνικών εκλογών δεν θα είναι κομματικό, αλλά ζήτημα ύψιστης σημασίας: αν η χώρα θα παραμείνει σταθερή και ασφαλής ή θα μετατραπεί σε “Ακυβέρνητη Πολιτεία”, εγκλωβισμένη σε ένα κατακερματισμένο πολιτικό σκηνικό σε μια ταραγμένη περίοδο».
«Έχω εμπιστοσύνη στους πολίτες και είμαι βέβαιος ότι θα μας εμπιστευτούν ξανά, αρκεί να κρατάμε την πίστη μας υψηλά και το βλέμμα μας χαμηλά», κατέληξε ο πρωθυπουργός, τονίζοντας ότι το έργο της κυβέρνησης –«το είπαμε και το κάναμε»– θα αποτελέσει το βασικό επιχείρημα στην προσπάθεια ανάδειξης των θετικών επιδράσεων του προϋπολογισμού στην οικονομία και την κοινωνία.
