Μία από τις ομήρους που βρίσκονταν αιχμάλωτοι της Χαμάς στη Γάζα και απελευθερώθηκε πριν από έναν χρόνο, κατέθεσε δημόσια τη μαρτυρία της για όσα έζησε.
Η Ρόμι Γκόνεν απελευθερώθηκε από τα δεσμά της Χαμάς τον Ιανουάριο του 2025
Η Ρόμι Γκόνεν, 25 ετών, μία από τις Ισραηλινές ομήρους που απελευθερώθηκαν τον περασμένο Ιανουάριο μετά από 471 ημέρες αιχμαλωσίας στη Γάζα, έσπασε τη σιωπή της και περιέγραψε δημόσια τον εφιάλτη της σεξουαλικής κακοποίησης που υπέστη στα χέρια της Χαμάς και συνεργατών τους.
Η μαρτυρία της, που δόθηκε σε τηλεοπτική συνέντευξη στο ισραηλινό πρόγραμμα «Uvda» του Channel 12, ρίχνει φως σε μια από τις πιο σκοτεινές πτυχές της σύγκρουσης, σύμφωνα με δημοσίευμα της Daily Mail.
Η Γκόνεν απήχθη στις 7 Οκτωβρίου 2023 από το μουσικό φεστιβάλ Nova, κατά τη διάρκεια της αιματηρής επίθεσης της Χαμάς στο νότιο Ισραήλ. Κατά την απαγωγή της τραυματίστηκε από πυροβολισμό στο χέρι και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Shifa στη Γάζα. Εκεί, όπως περιγράφει, βίωσε την πρώτη φάση της κακοποίησης, ενώ βρισκόταν τραυματισμένη και σε κατάσταση σωματικής και ψυχικής εξάντλησης.
Σύμφωνα με την αφήγησή της, πολλοί άνδρες την περικύκλωσαν, της έσκισαν τα ρούχα και την άγγιζαν ταυτόχρονα, ενώ βρισκόταν ξαπλωμένη στο νοσοκομειακό κρεβάτι. Η ίδια περιγράφει την εμπειρία ως «εξωσωματική», λέγοντας πως ένιωθε σαν να παρακολουθούσε τα πάντα από ψηλά, αδυνατώντας να αντιδράσει. «Ήμουν σίγουρη ότι θα ξυπνούσα χωρίς το χέρι μου», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Λίγες ημέρες αργότερα μεταφέρθηκε σε διαμέρισμα στη Γάζα, όπου, σύμφωνα με τη μαρτυρία της, κακοποιήθηκε σεξουαλικά από έναν Παλαιστίνιο επαγγελματία υγείας που είχε αναλάβει τη φροντίδα του τραύματός της. Όπως περιγράφει, δεν είχε καμία σωματική δύναμη ούτε τη δυνατότητα να αντισταθεί. «Μου πήρε τα πάντα», είπε, προσθέτοντας ότι μετά την επίθεση αναγκάστηκε να συνεχίσει να ζει στο ίδιο σπίτι με τον άνθρωπο που την κακοποίησε.
Η κακοποίηση, ωστόσο, δεν σταμάτησε εκεί. Η Γκόνεν εξαναγκάστηκε να συμμετάσχει σε προπαγανδιστικό βίντεο της Χαμάς και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο σπίτι ενός άνδρα που φέρεται να εργαζόταν ως κάμεραμαν. Εκεί ξεκίνησε, όπως περιγράφει, μία από τις πιο τρομακτικές περιόδους της αιχμαλωσίας της. Επί 16 ημέρες ζούσε υπό συνεχή επιτήρηση, με απειλές, χειροπέδες και όπλα δίπλα στο κρεβάτι της, ενώ παρενοχλούνταν τόσο από τον ίδιο όσο και από έναν δεύτερο άνδρα.
Η ίδια μίλησε για τον διαρκή φόβο, την απόλυτη απώλεια ελέγχου και την ψυχολογική κατάρρευση. «Όλα γίνονταν στη σιωπή. Έκλαιγα και μου έλεγαν να προσέχω, γιατί αν δεν ηρεμούσα θα θύμωναν», περιέγραψε. Σε μια προσπάθεια να προστατευτεί, επινόησε την ιστορία ενός συζύγου, ελπίζοντας ότι αυτό θα λειτουργούσε αποτρεπτικά.
Ένας από τους μεγαλύτερους φόβους της ήταν ότι μπορεί να είχε μείνει έγκυος από κάποιον από τους βιασμούς, ειδικά κατά το διάστημα που είχε χάσει τις αισθήσεις της στο νοσοκομείο. Όταν καθυστέρησε η περίοδός της, οι απαγωγείς της έφεραν τεστ εγκυμοσύνης, το οποίο τελικά βγήκε αρνητικό. «Ο μεγαλύτερος φόβος μου ήταν ότι μου είχαν κάνει κάτι χωρίς να το ξέρω», είπε, φοβούμενη ότι κακοποιήθηκε όσο ήταν ναρκωμένη.
Η πιο τραυματική στιγμή, όπως περιγράφει, ήταν η σεξουαλική επίθεση διάρκειας περίπου 30 λεπτών στο μπάνιο, λίγο πριν μεταφερθεί ξανά. Εκεί, ενώ έκλαιγε και είχε παραλύσει από τον φόβο, ο δράστης φέρεται να ήταν «εκστασιασμένος».
Μετά την επίθεση, απειλήθηκε με θάνατο αν μιλούσε ποτέ για όσα συνέβησαν. Παρ’ όλα αυτά, μετά την απελευθέρωσή της στις 19 Ιανουαρίου 2025, αποφάσισε να μιλήσει δημόσια, σπάζοντας το ταμπού και δίνοντας φωνή και σε άλλους ομήρους που βίωσαν παρόμοια εγκλήματα.
Διεθνείς Οργανισμοί, όπως ο ΟΗΕ και η Διεθνής Αμνηστία, έχουν αναγνωρίσει ότι η Χαμάς χρησιμοποίησε τη σεξουαλική βία ως εργαλείο πολέμου τόσο κατά την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου όσο και κατά τη διάρκεια της αιχμαλωσίας ομήρων.
