website analysis Lidl Ελλάς: Εφαλτήριο εξωστρέφειας για την ελληνική παραγωγή – Η περίπτωση της Εβροφάρμα – Epikairo.gr

Σε σημαντική γέφυρα εξωστρέφειας για ελληνικές ετικέτες από τον κλάδο τροφίμων και ποτών εξελίσσεται η Lidl Ελλάς συνεργαζόμενη με περισσότερους από 400 Έλληνες προμηθευτές. Μάλιστα, το 68% του τζίρου της προέρχεται από τα προϊόντα τους, γεγονός που αναδεικνύει τη στρατηγική σημασία αυτών των συνεργασιών καθώς μια δεκαετία νωρίτερα άγγιζε το φάσμα του 40 έως 45%. Μάλιστα το 2024 η εταιρεία κατέγραψε κύκλο εργασιών περίπου 500 εκατ. ευρώ από εξαγωγές ελληνικών προϊόντων, ενισχύοντας την ελληνική οικονομία και την παρουσία της ελληνικής παραγωγής στις διεθνείς αγορές.

Τα στοιχεία αυτά αναφέρθηκαν σήμερα στο πλαίσιο παρουσίασης της μακρόχρονης συνεργασίας με τη βορειοελλαδική εταιρεία Εβροφάρμα που αποτελεί βασικό προμηθευτή της Lidl Ελλάς σε τυροκομικά, γιαούρτι και γάλα. Σημειώνεται πως επί του συνόλου της παραγωγής της Εβροφάρμα που συνεργάζεται με 450 παραγωγούς της Θράκης, το 50% κατευθύνεται στη Lidl, με την οποία συνεργάζεται από το 2003.

Η έναρξη της συνεργασίας έγινε με την παραγωγή φρέσκου γάλακτος, γιαουρτιού και Αριάνι. Στα επόμενα χρόνια επεκτάθηκε σε προϊόντα όπως Κεφίρ, Φέτα ΠΟΠ, κατσικίσιο και λευκό τυρί.

Στη σημασία της συνεργασίας με την Εβροφάρμα εστίασε ο Γιάννης Καρανάτσιος chief merchandising officer και μέλος της διοίκησης της Lidl Ελλάς, υπογραμμίζοντας στην αλλαγή του προφίλ της γαλακτοβιομηχανίας μέσα στην εικοσαετή συνεργασία τους, αλλά και στη συμμετοχή που έχει στη στήριξη της τοπικής κοινωνίας καθώς βρίσκεται σε μια ακριτική περιοχή.

Θα πρέπει να σημειωθεί πως από τους δύο κωδικούς στην έναρξη της συνεργασίας των δύο πλευρών, σήμερα αυτοί ξεπερνούν τους 25 και το καλοκαίρι θα προστεθούν άλλοι δύο κωδικοί στο κεφίρ (ροδάκινο, choco).

Ο κ. Καρανάτσιος έκανε μνεία στο brand ΓΑΛΠΟ στην ελληνική αγορά, τονίζοντας πως το 2024 έγινε ο επανασχεδιασμός του με τους κωδικούς να φθάνουν τους 90 και τις συνεργασίες τις 17.

Επένδυση 10 εκατ. ευρώ από την Εβροφάρμα

Στις αρχές του 2026 αναμένεται να ολοκληρωθεί η επένδυση 10 εκατ. ευρώ που έχει σε εξέλιξη ο όμιλος  Εβροφάρμα η οποία εστιάζει στην κατασκευή χώρων αποθήκευσης και διακίνησης προϊόντων στο Διδυμότειχο,  αύξηση της παραγωγικότητας και συσκευασίας του στραγγιστού γιαουρτιού με την τοποθέτηση δύο γραμμών παραγωγής και στον εκσυγχρονισμό των γενικών υπηρεσιών του εργοστασίου. Αξίζει να σημειωθεί πως η εταιρεία σήμερα παράγει 20 τόνους στραγγιστού γιαουρτιού ημερησίως, ποσότητες που αναμένεται να διπλασιαστούν με τις δύο νέες γραμμές παραγωγής.

Οι διεθνείς αγορές

Βασικές αγορές για την Εβροφάρμα αποτελούν η Σουηδία, η Ιταλία και οι Βαλτικές χώρες, ενώ έχουν ολοκληρωθεί συμφωνίες αποκλειστικής διάθεσης στις αγορές Μολδαβίας και Ρουμανίας. Σημειώνεται πως οι πωλήσεις της εταιρείας κατευθύνονται κατά 30% σε πελάτες εξωτερικού, 20% στην περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκη και κατά 50% στην υπόλοιπη αγορά.  

«Η δραστηριότητα της Εβροφάρμα στον ακριτικό Έβρο αποτελεί βασικό άξονα της οικονομίας της περιοχής και αναπόσπαστο κομμάτι της οικονομικής και κοινωνικής διατήρησής της. Τα στοιχεία αποδεικνύουν έμπρακτα την συνεισφορά της εταιρείας στην τοπική κοινωνία καθώς συμβάλλει καθοριστικά στην διατήρηση των νέων οικογενειών στον ακριτικό νομό και στην αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος προστατεύοντας τις πόλεις από την ερημοποίηση» ανέφερε ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Χρήστος Παπαζηλάκης επισημαίνοντας πως το3 0% των εργαζομένων είναι πτυχιούχοι ανώτατης εκπαίδευση, το 80% των εργαζόμενων διαμένουν σε περιοχές του βορείου Έβρου, με τον μέσο όρο ηλικίας να είναι στα 39 έτη.

Μάλιστα υπογράμμισε πως μέσω του δικτύου καταστημάτων της Lidl δίνεται η δυνατότητα σε Έλληνες παραγωγούς να εξάγουν τα προϊόντα τους σε πολλές χώρες. «Ως Εβροφάρμα συνεργαζόμαστε με 14 χώρες σε προϊόντα όπως το Στραγγιστό γιαούρτι, το Κεφίρ και η Φέτα ΠΟΠ. Οι παραγωγοί ενισχύουν τη θέση της εταιρείας, βοηθούν στην εξέλιξη και την ανταγωνιστικότητά της. Οι εξαγωγές είναι ένα σημαντικό στοιχείο ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία αλλά και των παραγωγικών επιχειρήσεων» σημείωσε.