Η Nτον Στάρτζες πέθανε το 2018 ύστερα από έκθεση σε νευροτοξικό παράγοντα στρατιωτικού τύπου Novichok, κρυμμένο σε μπουκάλι αρώματος που είχαν απορρίψει Ρώσοι πράκτορες μετά την αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του πρώην Ρώσου αξιωματικού πληροφοριών Σεργκέι Σκριπάλ στο Σάλσμπερι.
Ο Σεργκέι Σκριπάλ, πρώην αξιωματικός πληροφοριών, είχε εγκατασταθεί στο Σάλσμπερι μετά από ανταλλαγή κρατουμένων το 2010. Τον Μάρτιο του 2018, δύο αξιωματικοί της G.R.U., της ρωσικής στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών οι Ανατόλι Τσεπίγκα και Αλεξάντερ Μίσκιν, ταξίδεψαν στη Βρετανία με ψεύτικα ονόματα και έριξαν Novichok στην εξώπορτα του Σκριπάλ.
Λίγο αργότερα, ο ίδιος και η κόρη του, Γιούλια, βρέθηκαν σε παγκάκι της πόλης με παραισθήσεις και αφρούς στο στόμα. Οι εικόνες που πυροδότησαν μια νέα αντιπαράθεση τύπου Ψυχρού Πολέμου ανάμεσα στη Ρωσία και τη Δύση.
Η υπόθεση του θανάτου της Ντον Στάρτζες, μητέρας τριών παιδιών από το Έιμσμπερι, επανέρχεται στο προσκήνιο καθώς δυτικοί αξιωματούχοι τη συνδέουν με μια ευρύτερη, πλέον κλιμακούμενη εκστρατεία βίαιων σαμποτάζ που αποδίδεται στο Κρεμλίνο σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Μια πολυετής βρετανική δημόσια έρευνα κατέληξε ότι ο πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, «πρέπει να» ενέκρινε τη χρήση του Novichok στην επιχείρηση εναντίον του Σκριπάλ και φέρει «ηθική ευθύνη» για τον θάνατο της Στάρτζες, διαπιστώνοντας «άμεση αιτιώδη σχέση» ανάμεσα στις ενέργειες Ρώσων αξιωματικών πληροφοριών, των ανωτέρων τους και του ίδιου του Ρώσου προέδρου.
Ως απάντηση, η βρετανική κυβέρνηση ανακοίνωσε νέες κυρώσεις κατά της ρωσικής στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών G.R.U., την οποία θεωρεί υπεύθυνη για την επιχείρηση που οδήγησε στον θάνατό της Nτον Στάρτζες.
Ο Σκριπάλ και η κόρη του επέζησαν και παραμένουν κρυμμένοι, αλλά η αλυσίδα των συνεπειών αποδείχθηκε μοιραία για τη Ντον Στάρτζες. Οι Τσεπίγκα και Μίσκιν, έχοντας ολοκληρώσει την αποστολή τους, πέταξαν ένα μπουκάλι αρώματος «Nina Ricci» που είχε χρησιμοποιηθεί για τη μεταφορά του Novichok.
Μήνες αργότερα, ο φίλος της Στάρτζες, Τσάρλι Ρόουλι, βρήκε το μπουκάλι και της το χάρισε. Όταν εκείνη ψέκασε την ουσία στον καρπό της, και οι δύο αρρώστησαν σοβαρά· ο Ρόουλι επέζησε, αλλά η Στάρτζες πέθανε μία εβδομάδα αργότερα.
Η έρευνα, υπό τον πρώην δικαστή του Ανώτατου Δικαστηρίου Άντονι Χιουζ, ανέδειξε όχι μόνο τη ρωσική ευθύνη αλλά και τις επιχειρησιακές και θεσμικές αστοχίες στη βρετανική πλευρά.
Ο Χιουζ μίλησε για «αποτυχίες» των βρετανικών υπηρεσιών ασφαλείας στην παρακολούθηση του Σκριπάλ. Χαρακτήρισε την επίθεση «εκπληκτικά απερίσκεπτη», τονίζοντας ότι έθεσε σε κίνδυνο «έναν αμέτρητο αριθμό ασύνδετων και αθώων ανθρώπων».
Η οικογένεια της Στάρτζες συγκαταλέγεται μεταξύ όσων επηρεάστηκαν πιο βαθιά από αυτή την αλυσίδα ενεργειών. Ο γιος της, Έβαν Χόουπ, ένα χρόνο μετά τον θάνατό της, απηύθυνε δημόσια έκκληση προς τον Πούτιν να επιτρέψει στους Βρετανούς ανακριτές να πάρουν κατάθεση από τους Ρώσους αξιωματικούς που φέρονται να εμπλέκονται στη δηλητηρίαση. Ο Τσάρλι Ρόουλι, φέροντας ο ίδιος τις σωματικές και ψυχικές συνέπειες της έκθεσης στο Novichok, επισκέφθηκε τη ρωσική πρεσβεία στο Λονδίνο και έθεσε ευθέως ερωτήματα στον πρέσβη για τον θάνατο της συντρόφου του.
Παράλληλα, η οικογένεια της Στάρτζες άσκησε κριτική στις βρετανικές αρχές, υποστηρίζοντας ότι δεν προειδοποίησαν επαρκώς τους κατοίκους του Σάλσμπερι να αποφεύγουν τη συλλογή αντικειμένων από δημόσιους χώρους σε μια πόλη που είχε γίνει σκηνή χημικής επίθεσης.
Εξέφρασαν επίσης θυμό για το γεγονός ότι η αστυνομία αρχικά είχε χαρακτηρίσει λανθασμένα την Ντον ως «χρήστη ναρκωτικών», κάτι που, κατά την οικογένεια, στιγμάτισε άδικα τη μνήμη της.
Σε πολιτικό επίπεδο, ο πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ σχολίασε ότι τα πορίσματα της έρευνας αποτελούν «σοβαρή υπενθύμιση της περιφρόνησης του Κρεμλίνου για αθώες ζωές» και ότι ο θάνατος της Ντον Στάρτζες θα θυμίζει για πάντα την «απερίσκεπτη επιθετικότητα της Ρωσίας».
Από τη δική του πλευρά, το Κρεμλίνο αρνήθηκε κάθε ευθύνη. Ο Ρώσος πρέσβης στο Λονδίνο, Αντρέι Κέλιν, απέρριψε τις κατηγορίες ως «αβάσιμες και παράλογες», συμπεριλαμβανομένων όσων στοχοποιούν τον Πούτιν προσωπικά, και περιέγραψε την έρευνα ως «αντιρωσική κίνηση».
Η έρευνα του Χιουζ εξέτασε αναλυτικά και τον αντεπιχείρημα της Μόσχας – τον ισχυρισμό ότι το Novichok αναπτύχθηκε από βρετανικούς κύκλους σε μια «εσκεμμένη προσπάθεια να αποδοθεί ψευδώς η ευθύνη στη Ρωσία». Κατέληξε ωστόσο ότι αυτό το σενάριο είναι «αδύνατο», απορρίπτοντας τις ρωσικές αιτιάσεις.
Το βασικό συμπέρασμα των ανακριτών ήταν πως «αυτοί, και μόνο αυτοί», δηλαδή οι Ρώσοι αξιωματικοί που εκτέλεσαν την επιχείρηση, οι προϊστάμενοί τους και ο Πούτιν, «φέρουν ηθική ευθύνη» για τον θάνατο της Στάρτζες.
Παρά τις διαπιστώσεις αυτές, οι τρεις κατονομαζόμενοι αξιωματικοί –οι Τσεπίγκα, Μίσκιν και ο αξιωματικός Ντένις Σεργκέεφ, ο οποίος κατηγορήθηκε το 2021 ότι συντόνιζε την επιχείρηση από δωμάτιο ξενοδοχείου στο Λονδίνο– παραμένουν ελεύθεροι και ουσιαστικά απρόσιτοι στη βρετανική δικαιοσύνη.
Δυτικοί αξιωματούχοι πληροφοριών εκτιμούν ότι ορισμένοι από τους συμμετέχοντες στην επίθεση, μαζί με τους ανωτέρους τους, όχι μόνο δεν τιμωρήθηκαν, αλλά έχουν έκτοτε προαχθεί.
