Η Ιρλανδία βρίσκεται ξανά στο επίκεντρο της διεθνούς συζήτησης, αυτή τη φορά για τις νέες προειδοποιητικές ετικέτες στα αλκοολούχα ποτά, το πιο αυστηρό μέτρο έως τώρα στην Ευρώπη. Παρότι εντάχθηκαν στη νομοθεσία το 2023 και έχουν ήδη αρχίσει να εμφανίζονται στα ράφια και στα μπαρ, η κυβέρνηση καθυστέρησε την υποχρεωτική εφαρμογή τους έως το 2028, επικαλούμενη το «αβέβαιο διεθνές εμπορικό περιβάλλον».
Κάποιοι βλέπουν πίσω από αυτή την απόφαση την πίεση της ισχυρής βιομηχανίας του ποτού· άλλοι, μια προσπάθεια εξισορρόπησης ανάμεσα στη δημόσια υγεία και την οικονομία.
Η σχέση των Ιρλανδών με το αλκοόλ είναι βαθιά πολιτισμική. Από την πρώτη εφηβική μπίρα σε ένα χωράφι μέχρι την επίσημη «μύηση» σε μια παμπ από τον πατέρα, το αλκοόλ συνδέεται με την ενηλικίωση, τη χαλάρωση, τη συντροφικότητα.
Ο 29χρονος Τζακ από το Γκάλγουεϊ περιγράφει μια τυπική βραδιά: τρία ποτήρια χαλαρά, έξι για ένα «πιο βαρύ» βράδυ. Η καθημερινότητα στις πόλεις –ιδίως στο Δουβλίνο– έχουν επίκεντρο τα μπαρ όπως λέει, με την αυθόρμητη έξοδο να θεωρείται φυσική προέκταση της κοινωνικής ζωής.
Παρά τις πολιτισμικές ρίζες, οι αριθμοί δείχνουν ότι η κατανάλωση μειώθηκε κατά ένα τρίτο τα τελευταία 25 χρόνια. Οι νέοι πλέον ξεκινούν να πίνουν στα 17, δύο χρόνια αργότερα από ό,τι πριν δύο δεκαετίες. Ωστόσο, όταν ξεκινούν, πίνουν πολύ: η συχνότητα και η ένταση της μέθης παραμένει από τις υψηλότερες στην Ευρώπη, ενώ δύο στους τρεις νέους 15-24 ετών κάνουν συστηματικά υπερβολική κατανάλωση.
Οι νέες ετικέτες είναι σαφείς: «Η κατανάλωση αλκοόλ συνδέεται με θανάσιμους καρκίνους», «Το αλκοόλ προκαλεί ηπατική νόσο», «Επιδρά στην ανάπτυξη του εμβρύου». Πολλοί ειδικοί δημόσιας υγείας θεωρούν την Ιρλανδία πρωτοπόρο, όπως υπήρξε και με την απαγόρευση καπνίσματος το 2004. Ωστόσο, η καθυστέρηση στην πλήρη εφαρμογή τους έχει προκαλέσει αντιδράσεις.
Η βιομηχανία ποτών ζητά έναν ενιαίο ευρωπαϊκό κανόνα, υποστηρίζοντας ότι οι εθνικές πρωτοβουλίες δημιουργούν εμπόδια στο εμπόριο. Οι οργανώσεις υγείας, από την άλλη, βλέπουν μια χαμένη ευκαιρία.
Παρά τη δημόσια συζήτηση, οι νέοι Ιρλανδοί φαίνεται να παραμένουν δύσπιστοι για την αποτελεσματικότητα των ετικετών. Η 23χρονη Αμάντα λέει ότι οι προειδοποιήσεις δεν την αποθαρρύνουν πραγματικά: «Τις βλέπεις, σκέφτεσαι μια στιγμή: μήπως να μην πάρω άλλο ένα ποτό;… αλλά δεν νομίζω ότι νοιάζονται πολλοί».
Στην περίπτωσή της, η αυτοσυγκράτηση στο ποτό δεν προκύπτει από φόβο για την υγεία, αλλά από μια νέα κοινωνική δυναμική: τα social media. «Δεν θέλω φωτογραφίες μετά από μεθύσια. Δεν θέλω να εκτίθεμαι», λέει.
Αντίθετα, ο 21χρονος Σον τονίζει την έλλειψη εναλλακτικών στην πόλη: «Στις 7 το απόγευμα το Δουβλίνο ουσιαστικά κλείνει. Αν θέλεις να βγεις, οι παμπ είναι η μόνη επιλογή. Ακόμη κι αν δεν έχεις όρεξη για ποτά». Εκείνος έχει δει τις προειδοποιήσεις, αλλά πιστεύει ότι «όλοι ξέρουν ότι κάνει κακό, απλώς πίνουμε έτσι κι αλλιώς».
Παράλληλα όμως αναπτύσσεται σιωπηλά μια άλλη τάση: νέοι που επιλέγουν συνειδητά τη νηφαλιότητα. Ο 21χρονος Μαρκ ουσιαστικά δεν πίνει πια, κυρίως λόγω κόστους. Η 27χρονη Έλεν σταμάτησε να πίνει χωρίς να το επιδιώξει ιδιαίτερα· απλώς οι συνήθειές της άλλαξαν.
Ο Σαμ, επίσης 27, προχώρησε ακόμα περισσότερο. Αφού συνειδητοποίησε ότι το ποτό είχε αρχίσει να επηρεάζει τη ζωή του, συμμετείχε σε πρόγραμμα «χωρίς μπύρα για ένα έτος» και τελικά έκοψε το αλκοόλ εντελώς. Έχει τρία χρόνια να πιει και πλέον αποφεύγει ακόμη και να παίζει μουσική στην παμπ, επειδή η συμμετοχή σε μουσικές βραδιές ήταν αδιάρρηκτα δεμένη με το ποτό. Κάποιοι, όπως λέει, τον κοιτούν ακόμα περίεργαόταν τους λέει ότι δεν πίνει.
Ο Τζακ, από την πλευρά του, παραδέχεται ότι έχει σκεφτεί να σταματήσει να πίνει, αλλά χωρίς αποτελέσματα. «Είναι πολύ δύσκολο να ξεκινήσεις μια νηφάλια ζωή στην Ιρλανδία. Το ποτό είναι μέρος της κουλτούρας μας», λέει.
Κι εδώ βρίσκεται το πραγματικό ερώτημα: μπορούν οι προειδοποιήσεις να μεταβάλουν μια τόσο βαθιά ριζωμένη κοινωνική συνήθεια; Η εμπειρία από τα τσιγάρα δείχνει πως οι εικόνες σοκ μπορούν να αλλάξουν συμπεριφορές. Όμως, οι ετικέτες του αλκοόλ είναι λιγότερο γραφικές και, για πολλούς, λιγότερο επιδραστικές.
Ίσως η επίδρασή τους να είναι αργή και σταδιακή, να συμβάλει σε μια συνολική μετατόπιση που ήδη διαφαίνεται: μια κοινωνία όπου το ποτό δεν είναι πλέον υποχρεωτικό συστατικό της διασκέδασης, αλλά μια επιλογή ανάμεσα σε πολλές.
Το αν η Ιρλανδία θα κάνει τελικά αυτό το βήμα, μένει να φανεί, τονίζει το άρθρο του BBC. Για την ώρα, το μόνο σίγουρο είναι ότι η συζήτηση μόλις ξεκίνησε.
