Από το 2000 έως το 2019, το 91% των νομικών προσφυγών κρατουμένων στις ΗΠΑ κατατέθηκαν χωρίς δικηγόρο. Πίσω από αυτή την είδηση, είναι μια απίστευτη ιστορία κρατουμένων που μελετούν εντατικά νομικά για να εκπροσωπήσουν τους εαυτούς τους σε ένα άδικο νομικό σύστημα. Και ο κόπος τους αποδίδει καρπούς.
Όσοι βρίσκονται πίσω από τα τείχη των αμερικανικών φυλακών γνωρίζουν καλά πως το σύστημα δεν είναι φτιαγμένο για να αποδίδει για δικαιοσύνη, αλλά είναι αυστηρά τιμωρητικό. Κι όμως, χιλιάδες κρατούμενοι παλεύουν καθημερινά να κατανοήσουν τον νόμο, να εκπαιδευτούν μόνοι τους και να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους, συχνά χωρίς καμία βοήθεια.
Ο Ταρίκ ΜακΜπουλ, κρατούμενος στη Φυλακή του Νιου Τζέρσεϊ (NJSP) από το 2005, περιγράφει πώς η απόφαση του να μορφωθεί και η επιμονή του να εντρυφήσει σε νομικές γνώσεις, μετατρέπονται σε όπλα απέναντι σε ένα αυστηρά δομημένο και συχνά απρόσιτο δικαστικό σύστημα.
Η ιστορία του ξεκινά όταν, νέος και άπειρος, βρέθηκε στο κελί απομόνωσης της Κομητείας Χάντσον. Μορφωμένος, επιτυχημένος επιχειρηματίας, συνηθισμένος στον κόσμο της τεχνολογίας και των ταξιδιών, πίστευε πως η εκπαίδευσή του θα αρκούσε για να τον προστατεύσει. Όμως στη δικαστική αίθουσα ένιωσε ξένος. Η νομική ορολογία έμοιαζε με άγνωστη γλώσσα, ενώ η εμπιστοσύνη που έδειξε στους δικηγόρους του αποδείχθηκε μοιραία: κατέληξε να καταδικαστεί σε δύο διαδοχικές ποινές ισόβιας κάθειρξης, συνολικά 150 χρόνια.
Σύντομα συνειδητοποίησε πως το σύστημα δεν συγχωρεί. «Θέλουν να κάτσεις, να σωπάσεις και να υπακούσεις», λέει. Και όταν ο δικηγόρος σου κάνει λάθος, το δικαστήριο σπάνια το αναγνωρίζει. Αντίθετα, ξεκινά πάντα από την υπόθεση ότι η υπεράσπιση λειτούργησε σωστά. Έτσι, ο ίδιος και χιλιάδες άλλοι στρέφονται σε έναν μονόδρομο: να γίνουν οι ίδιοι νομικοί σύμβουλοι του εαυτού τους.
Όταν μεταφέρθηκε στη φυλακή του Τρέντον το 2005, ένας παλαιότερος κρατούμενος τον συμβούλεψε: «Κανείς δεν θα σε σώσει. Πήγαινε στη νομική βιβλιοθήκη». Εκεί, ο ΜακΜπουλ εντάχθηκε στην Inmate Legal Association, μια ομάδα κρατουμένων που λειτουργούν ως άτυποι νομικοί σύμβουλοι της κοινότητας των κρατουμένων. Εκπαιδεύτηκε μόνος του και έγινε ένας «μη πιστοποιημένος νομικός», αποφασισμένος να ξανανοίξει τη δική του υπόθεση αλλά και να βοηθήσει άλλους κρατούμενους.
Η πρώτη του νίκη ήταν μια διαδικαστική κίνηση που επέτρεψε σε συγκρατούμενό του να επιστρέψει στο δικαστήριο. Άλλες μάχες δόθηκαν σε ομοσπονδιακά δικαστήρια, όπου, παρά τις απορρίψεις, κάποιες αποφάσεις εφετείων του έδωσαν για λίγο την αίσθηση μιας σπάνιας νίκης απέναντι στο σύστημα.
Στις αμερικανικές φυλακές, αυτή η τακτική έχει όνομα: pro se litigation, «η αυτοεκπροσώπηση». Δεν είναι επιλογή, αλλά αναγκαιότητα. Τα στοιχεία είναι ενδεικτικά: από το 2000 έως το 2019, το 91% των νομικών προσφυγών κρατουμένων στις ΗΠΑ κατατέθηκαν χωρίς δικηγόρο. Ήδη από τη δεκαετία του 1990, το ποσοστό αυτό ήταν εξίσου υψηλό. Η αιτία είναι απλή: μετά την πρώτη έφεση, οι περισσότεροι κρατούμενοι μένουν εντελώς μόνοι τους.
Η καθημερινότητα όσων παλεύουν με το σύστημα είναι σκληρή. Το πρόγραμμα πρόσβασης στη νομική βιβλιοθήκη είναι περιορισμένο, οι υπολογιστές ελάχιστοι, τα νομικά εγχειρίδια παλιά και η γραφειοκρατία αποτρεπτική. Οι προθεσμίες που θέτουν τα δικαστήρια συχνά είναι αδύνατο να τηρηθούν. Ένας κρατούμενος έχασε προθεσμία επειδή είχε γύψο στο χέρι και η διοίκηση της φυλακής δεν του επέτρεψε να μπει στη βιβλιοθήκη για «λόγους ασφαλείας».
Ο Μάρτιν Ρόμπλες, 52 ετών, Πορτορικανός κρατούμενος εδώ και τρεις δεκαετίες, λέει: «Οι εισαγγελείς έχουν απεριόριστα περιθώρια. Εμείς όμως τιμωρούμαστε ακόμη και για μια ώρα καθυστέρησης». Ο Ρόμπλες αποφάσισε να αντιδράσει δημιουργικά: ξεκίνησε το πρώτο ισπανόφωνο μάθημα νομικών στο NJSP για να σταματήσει την εκμετάλλευση λατινοαμερικανών κρατουμένων που δεν μιλούν άριστα αγγλικά.
Άλλοι, όπως ο Κασίφ Χασάν, 39 ετών, μπήκαν στο σύστημα με πτυχία και την αίσθηση ότι οι καλοπληρωμένοι δικηγόροι θα τους σώσουν. «Πέταξα χρήματα, πίστεψα ότι ήμουν ασφαλής. Ήμουν αφελής», αναφέρει. Τελικά κι εκείνος άρχισε να μελετά μόνος του, κερδίζοντας τις πρώτες του μάχες μέσα από τη στενή, μεταλλική πόρτα των κελιών.
Και υπάρχει και ο Τόμι Κόσκοβιτς, που συνελήφθη έφηβος και άκουσε τον διορισμένο δικηγόρο του να του λέει πως δεν είχε προετοιμάσει υπεράσπιση «επειδή πληρώνεται ελάχιστα». Μετά από αλλεπάλληλες απορρίψεις, συνεχίζει να παλεύει με αιτήσεις χάριτος και αναθεώρησης της ποινής.
Η μάχη δεν είναι μόνο νομική, είναι και ηθική. Κάθε μικρή νίκη αποκτά υπαρξιακή σημασία σε ένα σύστημα που σε θέλει παραιτημένο. Κάτω από τρεμάμενα φώτα, καθισμένοι σε σπασμένες καρέκλες, κρατούμενοι γράφουν σελίδες ολόκληρες, εκπαιδεύουν ο ένας τον άλλο, μετατρέποντας την αντίσταση σε συλλογικό έργο.
Ο ΜακΜπουλ εργάζεται σήμερα πάνω σε αίτηση για εξέταση DNA, που πιστεύει ότι θα αποδείξει την αθωότητά του. Περιμένει επίσης κρίσιμες αποφάσεις από το Ανώτατο Δικαστήριο του Νιου Τζέρσεϊ που ίσως επηρεάσουν τη δική του υπόθεση.
«Δεν θα αντιμετωπίσουμε ήσυχα αυτό το έρεβος», γράφει. «Θα οργιστούμε απέναντι στις άδικες καταδίκες, στους αδιάφορους θεσμούς, σε ένα σύστημα που ελπίζει ότι θα τα παρατήσουμε. Η οργή μας είναι ελπίδα που σαλεύει».
