website analysis «Η Ωραία Καβγατζού» / Ο Ζακ Ριβέτ σκηνοθετεί τους Μισέλ Πικολί, Τζέιν Μπίρκιν και Εμανουέλ Μπεάρ εξερευνώντας τη γέννηση της Τέχνης – Epikairo.gr

Ένας διάσημος αλλά από χρόνια ανενεργός ζωγράφος, ο Edouard Frenhofer (Μισέλ Πικολί), ζει απομονωμένος με τη σύζυγό του, Liz (Τζέιν Μπέρκιν), σε ένα παλιό αρχοντικό στη Νότια Γαλλία. Όταν ένας νεαρός καλλιτέχνης επισκέπτεται το σπίτι του, μαζί με την σύντροφό του, Marianne (Εμανουέλ Μπεάρ), ο Frenhofer εμπνέεται να ξαναπιάσει το πινέλο και να ολοκληρώσει έναν παλιό, ανολοκλήρωτο πίνακα, την «Ωραία Καβγατζού».

Η Marianne γίνεται το νέο μοντέλο του, οδηγώντας σε μια εξαντλητική και επίπονη καλλιτεχνική διαδικασία, όπου το σώμα και η ψυχή της δοκιμάζονται. Καθώς η σχέση ανάμεσα σε ζωγράφο, μοντέλο και σύζυγο περιπλέκεται, η δημιουργία μετατρέπεται σε δράμα πάθους, εξουσίας και αποκάλυψης.

Η ταινία του Ζακ Ριβέτ είναι μια υπνωτική εξερεύνηση της δημιουργικής πράξης, όπου η τέχνη και η ζωή συγχωνεύονται σε μια αργή, αισθησιακή και εσωτερική αφήγηση.

Η «Ωραία Καβγατζού» του Ζακ Ριβέτ, αν και βασίζεται ελεύθερα στο «Άγνωστο Αριστούργημα» του Μπαλζάκ (1831), συνομιλεί εξίσου με το τελευταίο έργο του Ίψεν, «Όταν Εμείς οι Νεκροί Ξυπνήσουμε» (1899).

Από τον Μπαλζάκ αντλεί τον μύθο του ζωγράφου που αγωνίζεται να ολοκληρώσει το απόλυτο έργο του, ενώ από τον Ίψεν εισάγει τη δραματική διάσταση της αυτοκαταστροφής και της ύστερης συνειδητοποίησης του τι θυσιάζεται στο όνομα της τέχνης. Ο Ριβέτ υφαίνει αυτά τα δύο νήματα σε μια ταινία, όπου η ζωή και η δημιουργία μπλέκονται αξεδιάλυτα.

Η ταινία «Ωραία Καβγατζού» πραγματοποίησε την παγκόσμια πρεμιέρα της στον επίσημο Διαγωνιστικό Τμήμα του Διεθνούς Κινηματογραφικού Φεστιβάλ των Καννών, όπου και τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής, ενώ απέσπασε και 5 Υποψηφιότητες στα Βραβεία Σεζάρ.

Ζακ Ριβέτ / Jacques Rivette

Ο σπουδαίος σκηνοθέτης Ζακ Ριβέτ γεννήθηκε την 1η Μαρτίου του 1928 στη Γαλλία. Παρόλο που ο Φρανσουά Τρυφώ έχει γράψει ότι ουσιαστικά η Νουβέλ Βαγκ ξεκίνησε “χάρη στον Ριβέτ”, οι ταινίες του Γάλλου σκηνοθέτη δεν είναι δυστυχώς ιδιαίτερα διαδεδομένες. Ο Ζακ Ριβέτ, έφυγε στις 29 Ιανουαρίου του 2016, σε ηλικία 87 ετών, ενώ τα τελευταία χρόνια έπασχε από τη Νόσο του Αλτσχάιμερ.

Ο Ζακ Ριβέτ, όπως και οι συνάδελφοί του στο θρυλικό περιοδικό «Cahiers du Cinema», Φρανσουά Τρυφώ, Ζαν-Λυκ Γκοντάρ, Κλοντ Σαμπρόλ και Ερίκ Ρομέρ, πήρε πτυχίο στην κινηματογραφία, όμως, όπως και ο Ρομέρ, άργησε να αναγνωριστεί ως σκηνοθέτης. Γύρισε δύο ταινίες μικρού μήκους το 1949 και το 1950.

Στα μέσα της δεκαετίας του ’50 δούλεψε ως βοηθός πλάι στους Ζαν Ρενουάρ και Ζακ Μπέκερ. Το 1958, μαζί με τον Σαμπρόλ, ξεκίνησαν γυρίσματα για ταινία μεγάλου μήκους. Δίχως την οικονομική υποστήριξη ενός παραγωγού, ο Ριβέτ πήρε τους δρόμους με τους φίλους του και μια κάμερα 16mm.

Ώσπου τελικά το 1960, μετά την εμπορική επιτυχία των φιλμ «Τα 400 Χτυπήματα» του Τρυφώ, «Χιροσίμα, Αγάπη μου» του Αλέν Ρενέ και «Με Κομμένη την Ανάσα» του Γκοντάρ, η ταινία του Ριβέτ, «Paris nous appartient», κυκλοφόρησε στους κινηματογράφους. Το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Ριβέτ άνοιξε το μονοπάτι για τις ταινίες του που ακολούθησαν.

«Είναι εκπληκτικό το γεγονός ότι ο Μπαλζάκ είναι ένας συγγραφέας που είχα μεγάλη δυσκολία να τον διαβάσω. Προσπαθούσα για περισσότερο από 30 χρόνια χωρίς επιτυχία! Στις αρχές του ’50, ο Ρομέρ μου είχε πει «Αν θες να κάνεις ταινίες, υπάρχουν δύο συγγραφείς που πρέπει να διαβάσεις – ο Μπαλζάκ και ο Ντοστογιέφσκι». Έμαθα τον Ντοστογιέφσκι πολύ αργά. Όσο για τον Μπαλζάκ, τον «ανακάλυψα» μια νύχτα που ξαγρύπνησα διαβάζοντας το «Une Tenebreuse Affaire». Αυτό το μυθιστόρημα με άλλαξε και μου άνοιξε τον δρόμο για τα επόμενα βιβλία του.» – Ζακ Ριβέτ

Εμμανουέλ Μπεάρ / Emmanuelle Béart

Γεννημένη τον Αύγουστο του 1963 στο Σαιν Τροπέ (με καταγωγή από Κροατία, Μάλτα, αλλά και Ελλάδα), είναι αδιαμφισβήτητα η ιέρεια του σύγχρονου Γαλλικού Κινηματογράφου. Η γυναίκα τοτέμ των σινεφίλ φαντασιώσεων, από την ταινία του Κλοντ Μπερί «Manon des sources» (1986), μέχρι τον καμβά του Ζακ Ριβέτ στο τρίωρο ηδονιστικό ταξίδι «La belle noiseuse» (1991).

Η εσωτερική, ανεπιτήδευτα ερωτική διάσταση των ρόλων της, την έχει κατατάξει ανάμεσα στις κορυφαίες ηθοποιούς παγκοσμίως. Είναι κόρη του ποιητή Γκι Μπεάρ και στον κόσμο της υποκριτικής τέχνης την εισήγαγε ο Ρόμπερτ Άλτμαν, όταν την είδε τυχαία σ’ ένα καφέ στην πόλη του Μόντρεαλ.

Το 1984, συναντά τον Ντανιέλ Οτέιγ στα γυρίσματα της ταινίας «L’Amour en Douce» του Εντουάρ Μολιναρό. Παντρεύονται σύντομα, μοιράζονται δέκα χρόνια από τη ζωή τους και φέρνουν στον κόσμο την κόρη τους Νέλλυ τον Απρίλιο του 1992.

Το 1986, σε ηλικίες 23 και 36 ετών αντίστοιχα, η καριέρα και η φήμη του ζευγαριού εκτοξεύεται σε διεθνές επίπεδο με τη μεγάλη επιτυχία της ταινίας «Η Μανόν των Πηγών» του Κλωντ Μπερί από το έργο του Μαρσέλ Πανιόλ. Τους απονέμεται ταυτόχρονα το 1987 το Βραβείο Σεζάρ του Καλύτερου ‘Β Γυναικείου Ρόλου και Καλύτερου Ά Ανδρικού Ρόλου. Μοιράζονται την επιτυχία αυτή με τον Υβ Μοντάν και τον Ιππολίτ Ζιραρντώ.

Για τον ρόλο της στην ταινία «Un coeur en hiver», η Εμμανουέλ Μπεάρ έκανε μαθήματα βιολιού για ένα χρόνο. Για τον συγκεκριμένο ρόλο τιμήθηκε με το Βραβείο Καλύτερης Γυναικείας Ερμηνείας στο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Βενετίας.

Το 2002 στο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Βερολίνου τιμήθηκε με την Αργυρή Άρκτο – Βραβείο Outstanding Artistic Achievement, μαζί με όλο το σπουδαίο καστ της ταινίας «8 Γυναίκες». Ενώ συνολικά στην σπουδαία καριέρα της έχει αποσπάσει πέντε Υποψηφιότητες για Βραβείο Σεζάρ Καλύτερης Ηθοποιού τα έτη 1990, 1992, 1993, 1996 και 2001.

Τέλος αξίζει να σημειώσουμε ότι η Εμμανουέλ Μπεάρ είναι γνωστή και για την ακτιβιστική της δράση, καθώς η εμβληματική Γαλλίδα ηθοποιός, διετέλεσε μεταξύ άλλων και Πρέσβειρα Καλής Θελήσεως της UNICEF.

Μισέλ Πικολί / Michel Piccoli

Γεννημένος στις 27 Δεκεμβρίου του 1925, ο Μισέλ Πικολί δεν υπήρξε απλά ένας καλός ηθοποιός, αλλά ένας από τους σημαντικότερους Ευρωπαίους καλλιτέχνες στην Ιστορία του Κινηματογράφου. Ένας πιστός υπηρέτης της Έβδομης Τέχνης, ο οποίος πρωταγωνίστησε στις ταινίες των καλύτερων σκηνοθετών της εποχής του, από τον Λουίς Μπουνιουέλ και τον Κώστα Γαβρά, μέχρι τον Άλφρεντ Χίτσκοκ, τον Ζαν-Λυκ Γκοντάρ, τον Αλέν Ρενέ και τον Θόδωρο Αγγελόπουλο. Ο Μισέλ Πικολί έφυγε από τη ζωή στις 18 Μαΐου του 2020, αλλά το έργο που αφήνει πίσω του, θα μας θυμίζει για πάντα την αξεπέραστη προσφορά του στο Σινεμά.

Τζέιν Μπέρκιν / Jane Birkin

Γεννήθηκε στο Λονδίνο το 1946, αλλά βρήκε το καλλιτεχνικό της σπίτι στη Γαλλία, όπου αναδείχθηκε σε εμβληματική φυσιογνωμία της μουσικής, του κινηματογράφου και της μόδας. Ξεκίνησε την καριέρα της με τον Antonioni στο «Blow-Up» (1966), αλλά η διεθνής της φήμη εκτοξεύτηκε μέσα από τη συνεργασία και τη σχέση της με τον Serge Gainsbourg, ιδιαίτερα με το τραγούδι «Je t’aime… moi non plus».

Στον κινηματογράφο εμφανίστηκε σε ποικιλία ταινιών: από το «Death on the Nile» (1978) μέχρι πιο προσωπικά και πειραματικά έργα. Στην «Ωραία Καβγατζού» (1991) υποδύεται τη Λιζ, τη σύζυγο και πρώην μούσα του ζωγράφου, προσδίδοντας στην ταινία μια αίσθηση μνήμης και σιωπηλής δύναμης. Η Birkin υπήρξε όχι μόνο καλλιτεχνικό αλλά και κοινωνικό σύμβολο, με πλούσια φιλανθρωπική δράση και παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής της (2023) ένα από τα πιο αγαπητά πρόσωπα του γαλλικού πολιτισμού.

Η Ωραία Καβγατζού / La Belle Noiseuse / The Beautiful Troublemaker
Σκηνοθεσία: Ζακ Ριβέτ
Σενάριο: Πασκάλ Μπονιτσέρ, Κριστίν Λοράν, Ζακ Ριβέτ
Πρωταγωνιστούν: Μισέλ Πικολί, Τζέιν Μπέρκιν, Εμανουέλ Μπεάρ
Φωτογραφία: Γουίλιαμ Λουμπτσάνσκι
Μοντάζ: Νικόλ Λουμπτσάνσκι
Μουσική: Ιγκόρ Στραβίνσκι
Έτος Παραγωγής: 1991
Χώρα Παραγωγής: Γαλλία, Ελβετία
Διάρκεια: 237 λεπτά