website analysis Η μάχη στου Μακρυγιάννη: Οι Βρετανοί πυροβολούσαν με κάλυψη τα Μάρμαρα του Παρθενώνα και ο ΕΛΑΣ διέταζε «μην ανταποδίδετε» – Epikairo.gr

Όπως αναφέραμε και στο άρθρο της προηγούμενης Κυριακής, 7/12/2025, η μάχη του Στρατοπέδου Μακρυγιάννη της Χωροφυλακής με τους Ελασίτες, δεν τελείωσε στις 6 Δεκεμβρίου 1944, αλλά έληξε στις 18/12/1944, όταν και τερματίστηκε η πολιορκία του. Στο μεσοδιάστημα έγιναν σκληρές μάχες, κατέφθασαν ενισχύσεις από την Πελοπόννησο για τον ΕΛΑΣ, από τους «γενειοφόρους δήμιους του βουνού», όπως τους χαρακτηρίζει ο Γεώργιος Σαμουήλ, οι Βρετανοί βοήθησαν σημαντικά τους Χωροφύλακες, ενώ χάρη στην αποφασιστικότητα του Θρασύβουλου Τσκαλώτου, θα δούμε με ποιον τρόπο, σώθηκε η Αθήνα.
Αθήνα, 1944
7 Δεκεμβρίου 1944
Τις νυχτερινές ώρες της 6/12/1944 οι Ελασίτες άρχισαν την περισυλλογή των νεκρών και των τραυματιών τους. Δεν ήθελαν να παραμένουν στους δρόμους, γιατί θα κλονιζόταν το ηθικό των συναγωνιστών τους. Οι μεν τραυματίες μεταφέρθηκαν σε κλινικές του Νέου Κόσμου, της Καλλιθέας, του Κουκακίου και άλλων περιοχών, οι δε νεκροί, κατά τον Γεώργιο Σαμουήλ, δόθηκαν «προς ενταφιασμόν εις τα εγκληματικά γύναια που τους ηκολούθουν (τους Ελασίτες)».
Όλη τη νύχτα της 6ης προς 7η Δεκεμβρίου 1944 ακούγονταν σποραδικοί πυροβολισμοί από τους Ελασίτες, ενώ οι υπερασπιστές του Μακρυγιάννη παρέμειναν άγρυπνοι. Από νωρίς το πρωί της 7/12/1944 άρχισε νέα επίθεση των Ελασιτών και με πυρά πυροβολικού και όλμων από το μνημείο Φιλοπάππου. Πλέον, οι αντάρτες απείχαν 6-8 μέτρα από τον περίβολο του Στρατοπέδου. Στις 11 το βράδυ της 7/12, οι Ελασίτες γκρέμισαν με δυναμίτιδα τον μαντρότοιχο στη νότια πλευρά του στρατώνα, φωνάζοντας: «Θάνατος στους φασίστες της χωροφυλακής», «Απάνω τους και τους φάγαμε».
Η φρουρά του στρατοπέδου με αυτόματα, όλμους και χειροβομβίδες ήταν έτοιμη να αντιμετωπίσει πιθανές βολές από το ρήγμα που είχε δημιουργηθεί. Μάλιστα, ο υπεύθυνος για την άμυνα του σημείου εκείνου, Μοίραρχος Κ. Κρέτσας, έφτασε έρποντας μπροστά στο άνοιγμα, με δύο χειροβομβίδες. Ελασίτες βρίσκονταν πολύ κοντά στο άνοιγμα και συζητούσαν. Παρά τις εντολές να εισβάλουν από το ρήγμα στον μαντρότοιχο από τους καθοδηγητές τους, οι Ελασίτες ήταν διστακτικοί. Περίμεναν κάποιον «Μπάτη» που ήξερε τα κατατόπια. Ο «Μπάτης» δεν ήρθε και η εισβολή δεν έγινε ποτέ… Αυτά μετέφερε ο Κρέτσας στον Σαμουήλ, που προσθέτει ότι για δύο μέρες, οι άνδρες του ήταν άγρυπνοι και νηστικοί…
8 Δεκεμβρίου 1944: η αποχώρηση 100 Χωροφυλάκων από το Στρατόπεδο Μακρυγιάννη και οι σφοδρές επιθέσεις των Ελασιτών
Η 8η Δεκεμβρίου ήταν μια πολύ σημαντική μέρα των μαχών. Οι Ελασίτες άρχισαν να σφυροκοπούν το Στρατόπεδο της Χωροφυλακής από τον Αρδηττό και το εργοστάσιο «Φιξ» απ’ όπου προκάλεσαν σοβαρές ζημιές στο 3ο φυλάκιο. Νέες ενισχύσεις έφτασαν για τον ΕΛΑΣ στο Κουκάκι. Οι βομβαρδισμοί προκάλεσαν σταδιακή κατάρρευση της ταράτσας του Διοικητηρίου του Στρατοπέδου και τραυματισμούς Χωροφυλάκων από βλήματα που διαπερνούσαν τα παράθυρα. Στο μεταξύ, νέες δυνάμεις του ΕΛΑΣ συγκεντρώνονταν στην περιοχή του Ιλισού.
Κέντρο Αθήνας, Δεκέμβριος 1944
Κλείσιμο
Ξαφνικά, ο Βρετανός Διοικητής του Τομέα, ζήτησε μέσω του Μοιράρχου Καρπούζη, που ήταν ο σύνδεσμος μεταξύ Βρετανών και Μακρυγιάννη, 100 Χωροφύλακες με ανάλογο αριθμό αξιωματικών να σταλούν στα Παλαιά Ανάκτορα (τη σημερινή Βουλή). Ο Σαμουήλ έμεινε έκπληκτος. Έχοντας ήδη 100 νεκρούς και τραυματίες, υποχρεωνόταν να στερηθεί 100 και πλέον άνδρες ακόμα. Αναγκάστηκε όμως να εκτελέσει τη διαταγή.
Γύρω στις 4 το απόγευμα της ίδιας μέρας, ο Μοίραρχος Π. Μαλτέζος, διοικητής του 3ου φυλακίου επιχείρησε με τους άνδρες του ηρωική προσπάθεια ανακατάληψης του 4ου φυλακίου, που βρισκόταν στη διασταύρωση των οδών Διονυσίου Αρεοπαγίτου και Μητσαίων. Οι Ελασίτες, που το είχαν καταλάβει, αιφνιδιάστηκαν. Πολλοί συνελήφθησαν αιχμάλωτοι. 70 όπλα, 10 οπλοπολυβόλα και ποσότητα βενζίνης και δυναμίτιδας που επρόκειτο να χρησιμοποιηθούν για ανατίναξη μέρους του στρατοπέδου, προς την πλευρά της οδού Μητσαίων πέρασαν στα χέρια των χωροφυλάκων.
Οι Ελασίτες σκέφτηκαν ότι οι χωροφύλακες θα είχαν εγκαταλείψει το 3ο φυλάκιο. Αποφάσισαν γύρω στις 10.30 να στείλουν ένα μικρό παιδί και αργότερα, μια γυναίκα 40 περίπου ετών για να κατοπτεύσουν τον χώρο και να δουν αν υπάρχει φρουρά στο φυλάκιο. Λίγο μετά την αποχώρηση της γυναίκας, κάτω από το σεληνόφως της νύχτας του Δεκεμβρίου, μια σιλουέτα κινήθηκε προς το 3ο φυλάκιο. Ο σκοπός χωροφύλακας πυροβόλησε τον Ελασίτη, τον οποίο έβλεπε πλέον καθαρά. Τον πέτυχε στο στήθος και τον σκότωσε. Επρόκειτο για Λοχαγό του ΕΛΑΣ, που μετέφερε μια νάρκη, για να ανατινάξει την πολυκατοικία όπου βρισκόταν το 3ο φυλάκιο. Πλήρωσε όμως με τη ζωή του την παράτολμη αποστολή του.

Η καθοριστική συμβολή των Βρετανών στην 11ήμερη  μάχη που έκρινε τη μοίρα της Αθήνας στα Δεκεμβριανά – Ο ρόλος του Θρασύβουλου Τσακαλώτου – Οι γενειοφόροι «δήμιοι των βουνών» – Πώς έληξε η πολιορκία του στρατοπέδου της Χωροφυλακής

9/12/1944: οι «γενειοφόροι δήμιοι του βουνού», στο πλευρό των Ελασιτών
Από το πρωί της 9/12, τα πυρά των Ελασιτών άρχισαν να γίνονται σφοδρότερα. Λίγο αργότερα έφτασαν 500 αντάρτες («γενειοφόροι δήμιοι του βουνού») κατά τον Σαμουήλ, μέσα σε ζητωκραυγές των ομοϊδεατών τους. Επρόκειτο για άνδρες που είχαν δράσει στην Πελοπόννησο, ειδικά στην Κορινθία (Φενεός, Στιμάγκα κ.ά.) με επικεφαλής τον καπετάν Γρίβα (περισσότερα για τον Γρίβα στο τέλος του άρθρου). Μαζί τους ήταν και η «αιμοχαρής καπετάνισσα Αθήνα» (Γ. Σαμουήλ). Οι γενειοφόροι φορούσαν μαύρα καλπάκια (καλπάκι= είδος καπέλου) και κρατούσαν μεγάλα μαχαίρια, τα οποία τρόχιζαν επιδεικτικά από το Κουκάκι ως του Μακρυγιάννη. Η Αθήνα εκφώνησε έναν σύντομο, εμπρηστικό λόγο: «Παλικάρια μου, σ’ αυτούς εδώ τους στρατώνες του Μακρυγιάννη είναι κάτι παλιοχωροφύλακες. Άμα σας δοθεί το σύνθημα πρέπει σ’ ένα τέταρτο να ’χουν καθαριστεί όλοι. Και τώρα τροχίστε τα χαντζάρια σας, γιατί το αίμα θα πάει γόνα». Ακολούθησαν ζητωκραυγές και προτροπές των καθοδηγητών του ΕΛΑΣ: «Συναγωνιστές. Μας ήρθαν τα παλικάρια του βουνού. Απόψε θα τους καθαρίσουμε όλους. Δεν θα μείνει ρουθούνι χωροφύλακα στου Μακρυγιάννη. Η μεγάλη μας επίθεση θα σαρώσει την Αθήνα».
Βρετανοί στρατιώτες προσπαθούν να διαβάσουν αρχαία επιγραφή στην Ακρόπολη
Παράλληλα, διέδιδαν ότι οι Ρώσοι και τα Σοβιέτ παρεμβαίνουν ενεργά στον αγώνα τους. Οι κάτοικοι των συνοικιών Γαργαρέτα και Κουκάκι κλείστηκαν στα σπίτια τους. Ο ΕΛΑΣ είχε παρατάξει ένα «εκλεκτό» πλήθος μαχητών. 500 άνδρες, που ήδη πολιορκούσαν το στρατόπεδο Μακρυγιάννη, 200 άνδρες του ΙΙ Τάγματος, με επικεφαλής τον Σαλονικίδη Μήτια, 200 άνδρες του ΙΙΙ Τάγματος του Π. Σαμπλίδη και 100 Πειραιώτες. Περίπου δηλαδή 1.000 άνδρες ενισχυμένοι από ένα Τάγμα του 6ου Συντάγματος της Κορίνθου με επικεφαλής τον Εμμανουήλ Βαζαίο (και για τον Βαζαίο περισσότερα στο τέλος του άρθρου), με πολυβόλα, όλμους και 2-3 αντιαρματικά όπλα. Οι υπερασπιστές του Μακρυγιάννη δέχτηκαν τη, σημαντική βοήθεια, όπως παραδέχεται και ο Γ. Σαμουήλ, 15 Βρετανών αλεξιπτωτιστών ειδικών στις ναρκοθετήσεις. Επικεφαλής τους ήταν ο Λοχαγός Μπέκερ. Οι Βρετανοί έπρεπε να τοποθετήσουν νάρκες γύρω από τα ρήγματα του μαντρότοιχου και σε επισφαλή σημεία μέσα σε 10 λεπτά, έχοντας την κάλυψη των χωροφυλάκων. Οι Ελασιτες σφυροκοπούσαν τους Βρετανούς, ενώ αυτοί τοποθετούσαν τις νάρκες. Προκαλώντας τον θαυμασμό των Ελλήνων, οι Βρετανοί έφεραν εις πέρας την αποστολή τους. Ένας από αυτούς όμως, δέχτηκε μια σφαίρα στο κεφάλι και σκοτώθηκε. Στον κατάλογο των νεκρών που παραθέτει ο Γ. Σαμουήλ, αναφέρεται ως «Άγγλος αγνώστου ονόματος». Οι Βρετανοί ήταν αδύνατο να αποχωρήσουν. Έμειναν στου Μακρυγιάννη και πολέμησαν μαζί με τους χωροφύλακες.
Βρετανοί στρατιώτες οχυρωμένοι πίσω από ένα άρμα μάχης
10/12/1944: η πιο μεγάλη μέρα της μάχης…
Αν λάβουμε υπόψη μας τις ενισχύσεις του ΕΛΑΣ και την οργάνωση των χωροφυλάκων, καθώς και τις αναφορές του Γ. Σαμουήλ, η 10η Δεκεμβρίου ήταν η πιο σημαντική ημέρα της μάχης. Με σαφή δόση υπερβολής, την παρομοιάζει με την Έξοδο του Μεσολογγίου, τη μάχη των Θερμοπυλών και την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους.
Πριν ξημερώσει ξεκίνησε το σφυροκόπημα του ΕΛΑΣ. Από τις φυλακές της Βουλιαγμένης, που είχε καταλάβει ο ΕΛΑΣ έβαλε ασταμάτητα το πυροβολικό του. Ο κατακλυσμός των πυροβόλων, οι εκρήξεις των χειροβομβίδων, οι κλαγγές των όπλων, οι κωδωνοκρουσίες, δημιουργούσαν χάος, πανδαιμόνιο, εφιάλτη, κόλαση φωτιάς και σιδήρου. Η ένταση του πυρός ήταν μεγαλύτερη κατά πολύ από αυτή της 6ης Δεκεμβρίου. Το κεντρικό παρατηρητήριο του διοικητηρίου, ο δεύτερος όροφος και η ταράτσα του κτιρίου υπέστησαν τεράστιες καταστροφές και πολλοί Χωροφύλακες σκοτώθηκαν. Όμως, οι αμυνόμενοι βρήκαν τη δύναμη να ανταποδώσουν τα πυρά προκαλώντας σημαντικές απώλειες στους Ελασίτες, οι οποίοι γύρω στις 11 χαλάρωσαν τον κλοιό. Νέες ενισχύσεις που ήρθαν όμως, τους οδήγησαν σε ένταση των επιθέσεων.
Στο μεταξύ, το 6ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ έφτασε 50 μέτρα μακριά από τον περίβολο του στρατοπέδου. Γύρω στις 3 μ.μ., τρία αγγλικά άρματα κατάφεραν να σπάσουν τον κλοιό των Ελασιτών και να προσφέρουν προσωρινή βοήθεια στους αμυνόμενους. Μόλις όμως αναχώρησαν, οι αντάρτες επιτέθηκαν με μεγαλύτερη μανία στο στρατόπεδο ανοίγοντας ευρύ ρήγμα με νάρκες.
Άνδρες του ΕΛΑΣ με πολίτες, ανάμεσά τους και μικρά παιδιά, τον Δεκέμβριο του 1944 στην Αθήνα
Πάντως στις 5.30 μ.μ. η επίθεση αναχαιτίστηκε. Στις 6 μ.μ. έφτασαν 15 Βρετανοί με τρία οπλοπολυβόλα και τρία ολμοβόλα πίατ. Αυτοί έστησαν παγίδες με χειροβομβίδες στα ρήγματα. Γύρω στις 10 μ.μ. έγινε πορεία Ελασιτών από το Κουκάκι προς το Σύνταγμα, ενώ άλλη συγκέντρωση έγινε στη διασταύρωση των οδών Μακρυγιάννη και Χατζηχρήστου. Το βράδυ όμως της 10ης προς 11η Δεκεμβρίου 1944 κύλησε ήρεμα.
11/12/1944: η εκατόμβη των γενειοφόρων
Την 11η Δεκεμβρίου, ως τις 8 μ.μ. δεν έγινε καμία σημαντική ενέργεια από τους Ελασίτες. Στις 8 μ.μ. όμως ξεκίνησε επίθεση εναντίον του στρατοπέδου, που διήρκησε ως τις 2 π.μ. Τελικά, οι ιθύνοντες του ΕΛΑΣ αποφάσισαν να αναθέσουν την εκπόρθηση του Στρατοπέδου Μακρυγιάννη στους άνδρες του Γρίβα, οι οποίοι στρατωνίζονταν στις πολυκατοικίες γύρω από το «Φιξ». Αφού πήραν την ευχή της καπετάνισσας Αθηνάς ξεκίνησαν γεμάτοι αισιοδοξία για την αποστολή τους. Με τη βοήθεια των Βρετανών οι χωροφύλακες είχαν τοποθετήσει χειροβομβίδες κατά μήκος του ρήγματος, που λειτουργούσαν σαν νάρκες.
Άποψη του Στρατοπέδου Μακρυγιάννη
Οι «γενειοφόροι» μέσα σε άκρα ησυχία έφτασαν έξω από το στρατόπεδο. Μόλις ο πρώτος πήδηξε μέσα πάτησε πάνω σε μια χειροβομβίδα που τον διαμέλισε. Ακολούθησαν καταιγιστικά πυρά που σκότωσαν περίπου 30 άνδρες του Γρίβα.
– «Βρε κερατάδες με γελάσατε», είπε στους καθοδηγητές που βρίσκονταν εκεί υποστηρίζοντας ότι μέσα στο στρατόπεδο δεν βρίσκονται χωροφύλακες, αλλά Άγγλοι. Οι Ελασίτες όμως ήταν κατηγορηματικοί: επρόκειτο για χωροφύλακες που πολεμούν σαν σκυλιά.
– Ποιος είναι ρε ο Διοικητής τους; (Γρίβας)
– Ένας Κρητικός Συνταγματάρχης, λένε πως είναι
– Θα του πιω το αίμα (Γρίβας)
– Μέσα είναι και το τέρας ο Κωστόπουλος, που μας πολέμαγε στη Σπάρτη
– Αυτόν θα τον σουβλίσω (Γρίβας)
Καθώς κι άλλοι «γενειοφόροι» έπεφταν νεκροί, ο Γρίβας ωρυόταν: «Τόσο καιρό στα βουνό δεν μου σκοτώθηκε κανένα παλικάρι και τώρα μέσα σε λίγες ώρες έχω τόσους νεκρούς και τραυματίες, που τους βλέπω και δεν πιστεύω στα μάτια μου». Συνεχώς δε, φώναζε στους καθοδηγητές: «Κερατάδες με προδώσατε»
12-13 Δεκεμβρίου: η ηρεμία αρχίζει να επανέρχεται
Η ηγεσία των Ελασιτών συνεδρίασε στην Κυψέλη και αποφάσισε να αλλάξει τρόπο δράσης. Άρχισε η πυρπόληση και η ανατίναξη των πολυκατοικιών γύρω από το Σύνταγμα. Παράλληλα, Ελασίτες άρχισαν να γαζώνουν όσους χωροφύλακες βρίσκονταν στον περίβολο του Συντάγματος ή έξω από αυτό.
Σημαντικότερη ενέργεια των Ελασιτών το διήμερο αυτό, ήταν η ρίψη είκοσι και πλέον οβίδων πυροβολικού από το Κατσιπάδι (Δάφνη) προς του Μακρυγιάννη. Τα οικήματα του στρατοπέδου άρχισαν να σείονται από τα θεμέλια. Σοβαρές ζημιές προκλήθηκαν ιδιαίτερα στο Διοικητήριο. Στις 12-13 Δεκεμβρίου μπόρεσαν οι υπερασπιστές του Μακρυγιάννη να κοιμηθούν λίγες ώρες μετά από τόσες μέρες αϋπνίας.
14-15 Δεκεμβρίου: Διακοπή της υδροδότησης του στρατοπέδου – Η Χωροφυλακή περνά στην αντεπίθεση
Μετά από ορισμένες αποτυχημένες επιχειρήσεις πλιάτσικου, οι Ελασίτες διέκοψαν (14/12) την υδροδότηση του Στρατοπέδου Μακρυγιάννη και της ευρύτερης περιοχής και με πυρά πεζικού έβαλε προς αυτό. Όμως η κατάσταση για τους αντάρτες ήταν μη αναστρέψιμη. Οι Χωροφύλακες, με τη συνδρομή των Βρετανών άρχισαν τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις. Από τις 10 π.μ. ως τις 3 μ.μ. της 15/12 συνέλαβαν περισσότερους από 100 Ελασίτες με τον οπλισμό τους στην περιοχή Γαργαρέτα (που βρίσκεται στο Κουκάκι).
16 Δεκεμβρίου: το Σύνταγμα Μακρυγιάννη ενισχύεται
Από το βράδυ της 15/12/1944 ως το πρωί της 16/12/1944 δεν συνέβη κάτι αξιοσημείωτο. Το Σύνταγμα Μακρυγιάννη ενισχύθηκε τόσο σε έμψυχο δυναμικό (350 αξιωματικοί και οπλίτες το υπερασπίζονταν πλέον), όσο και σε οπλισμό (348 ιταλικά τυφέκια, 14 μάνλιχερ, 10 Στεν, 8 οπλοπολυβόλα κ.λπ).
Βέβαια, οι Ελασίτες δεν είχαν απωθηθεί τελείως. Κατείχαν θέσεις σε αποστάσεις 100μ.-300μ. από το Σύνταγμα. Συγκεκριμένα, της συνοικίας Γαργαρέτα, τον συνοικισμό ΒΑ του εργοστασίου «Φιξ», καθώς και τον συνοικισμό μεταξύ Α’ Νεκροταφείου και Ιλισού. Είχαν εγκαταστήσει πυροβολικό και όλμους στο Ισραηλιτικό Νεκροταφείο, σε υψοδείκτη 122 μέτρων νότια του Ισραηλιτικού Νεκροταφείου και στο ύψωμα Δούκα 500 μέτρα δυτικά του συνοικισμού Γούβα. Πλέον αρκούνταν σε σποραδικά πυρά. Οι καθοδηγητές του ΕΛΑΣ ενημέρωναν τους οπλίτες ότι όποιος συλλαμβάνεται από τη Χωροφυλακή εκτελείται αμέσως. Και αυτό, γιατί είχαν αρχίσει μεμονωμένες οικειοθελείς παραδόσεις Ελασιτών…
17-18 Δεκεμβρίου: το τέλος της μάχης
Τη 17/12, οι στρατώνες Μακρυγιάννη χτυπήθηκαν από 7 βλήματα όλμων και πυροβολικού, μεταξύ 11.00 π.μ. – 1 μ.μ. χωρίς θύματα. Το ηθικό των Ελασιτών ήταν καταρρακωμένο. Γύρω στους 300 συγκεντρώθηκαν μεταξύ Ακρόπολης και Φιλοπάππου για να επιτεθούν στου Μακρυγιάννη. Οι χωροφύλακες τέθηκαν σε ετοιμότητα. Φαίνεται όμως οι Ελασίτες διαφώνησαν μεταξύ τους και δεν επιτέθηκαν ποτέ. Έτσι, στου Μακρυγιάννη μόνο το 1/3 των ανδρών βρισκόταν σε συναγερμό μάχης, ενώ τα υπόλοιπα 2/3 αναπαύονταν.
Στις 18 Δεκεμβρίου, η δύναμη του Συντάγματος Μακρυγιάννη ήταν: 121 αξιωματικοί και 434 οπλίτες, με 412 τυφέκια και βαρέα όπλα. Βρετανικές δυνάμεις που αφίχθηκαν από τη Λιβύη, προέβησαν σε ευρείες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην Αθήνα. Επιθανάτιος ρόγχος των πολιορκητών του Μακρυγιάννη ήταν η ρίψη 4 όλμων, στις 12.45 π.μ. της 18/12 από τους οποίους τραυματίστηκε ένας Βρετανός στρατιώτης. Πλέον οι Ελασίτες συμπτύχθηκαν πέρα από το Κουκάκι και τη Γαργαρέτα. Στου Μακρυγιάννη παρέμεινε μόνο το 1/3 των χωροφυλάκων σε συναγερμό μάχης. Οι υπόλοιποι, μαζί με Βρετανούς αφού συνέλαβαν 50 Ελασίτες και κατέσχεσαν τον οπλισμό τους, συνέχισαν τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις. Η μάχη του Μακρυγιάννη είχε λάβει τέλος…
Η άρνηση Τσακαλώτου στην πρόταση των Βρετανών να συμπτυχθούν όλες οι κυβερνητικές δυνάμεις στο Φάληρο
Βέβαια, τα Δεκεμβριανά δεν περιορίστηκαν στη μάχη του Μακρυγιάννη. Κρισιμότερη στιγμή για την εξέλιξή τους, αλλά και για όλη την ελληνική ιστορία, ήταν το βράδυ της 11ης-12ης Δεκεμβρίου 1944. Στις 20.30 της 11/12/1944 έγινε σύσκεψη όλων των διοικητών των βρετανικών δυνάμεων στα Ιλίσια. Εκεί αποφασίστηκε να συμπτυχθούν όλες οι κυβερνήσεις δυνάμεις στο Φάληρο αναμένοντας βρετανικές ενισχύσεις. Στη συνέχεια θα γινόταν προσπάθεια ανακατάληψης της πόλης! Ο Τσακαλώτος αρνήθηκε να εκτελέσει τη διαταγή, αναλογιζόμενος τι θα γινόταν αν η Αθήνα περνούσε στα χέρια του ΕΛΑΣ. Ζήτησε και έλαβε δίωρη προθεσμία για να συσκεφθεί με τους επιτελείς του. Στις 2.00 π.μ. η σύσκεψη επαναλήφθηκε. Ο Τσακαλώτος ανακοίνωσε στους Βρετανούς ότι δεν θα τους ακολουθήσουν στο Φάληρο. Ζήτησε μάλιστα από τον Στρατηγό Ακράιτ, τον οπλισμό των Βρετανών για να υπερασπιστεί με τις κυβερνητικές δυνάμεις την Αθήνα. Το πρωί της 12/12 ενημέρωσε τον πρωθυπουργό Γ. Παπανδρέου που συμφώνησε μαζί του. Στις 13/12 ο Σκόμπι ανακάλεσε τη διαταγή εκκένωσης. Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια, τι θα γινόταν αν ο Τσακαλώτος εκείνο το βράδυ συμφωνούσε με τους Βρετανούς.
Ρόναλντ Σκόμπι
Θρασύβουλος Τσακαλώτος
Ο ρόλος των Βρετανών: τα πυρά από την Ακρόπολη – Απάντησαν οι Ελασίτες;
Είναι αναμφίβολο ότι χωρίς τη βρετανική βοήθεια, οι κυβερνητικές δυνάμεις πολύ δύσκολα θα επικρατούσαν επί του ΕΛΑΣ. Ιδιαίτερα από τη στιγμή που έφτασαν ενισχύσεις, οι Βρετανοί με τα 140 άρματα μάχης (έναντι 10 αντιαρματικών του ΕΛΑΣ), τον βαρύ οπλισμό και τις πολεμικές τους ικανότητες είχαν σχετικά εύκολο έργο. Μαζί με τους Βρετανούς πολέμησαν στα Δεκεμβριανά τουλάχιστον 1.000 Ινδοί, καθώς η Ινδία ανήκε τότε στο Ηνωμένο Βασίλειο. Για την επικράτηση στου Μακρυγιάννη, καθοριστικό έπαιξε και η Ακρόπολη! Οι Βρετανοί που ανέβηκαν στον Ιερό Βράχο και με πολυβόλα, όπως πιστοποιεί και η φωτογραφία που δημοσιεύουμε, θέριζαν τους Ελασίτες. Σε αριστερά ΜΜΕ έχει γραφτεί ότι οι άνδρες του ΕΛΑΣ είχαν ρητή εντολή να μην ρίξουν ούτε μια σφαίρα στην Ακρόπολη. Ο Γεώργιος Σαμουήλ έχει όμως άλλη άποψη: «Ο εχθρός (Ελασίτες) όμως παρά πάντα νόμων εγκλημάτων κατά του πανάρχαιου πολιτισμού της χώρας, τον οποίον εσεβάσθησαν οι αιώνες, έριψε κατά του Ιερού Βράχου της Ακροπόλεως 4 βλήματα όλμων, τα οποία και κατέστρεψαν ένα μέρος των αρχαίων μνημείων» («1944: Η ΕΠΟΠΟΙΪΤΟΥ ΤΟΥ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ», σελ. 98). Είχε προηγηθεί το 1687 βέβαια ο Σουηδός Κένιγκσμαρκ, αξιωματικός του Μοροζίνι, που με τον βομβαρδισμό του Παρθενώνα προκάλεσε ανεπανόρθωτες ζημιές…
Η έντονη διαφωνία των ηγετικών στελεχών του ΚΚΕ
Ένα από τα βασικά λάθη του ΚΚΕ διαχρονικά είναι ότι σπεύδει να ρίξει ευθύνες διαφόρων γεγονότων στα οποία εμπλέκεται, σε όλους τους άλλους και είτε δεν κάνει ποτέ αυτοκριτική είτε την κάνει μετά από χρόνια, με αναθεωρήσεις, αποκαταστάσεις κ.λπ. Ο Μενέλαος Χαραλαμπίδης είναι ξεκάθαρος.
Ο πιο καθοριστικός λόγος, που οδήγησε στη μη πραγματοποίηση της γενικής επίθεσης ήταν η διάσταση που εμφανίστηκε στο εσωτερικό του ΚΚΕ και μάλιστα στο Πολιτικό Γραφείο της ΚΕ του κόμματος. Σε συνάντηση στη Χασιά, στις 7/12/1944 ο ΓΓ του ΚΚΕ και της ΚΕ του ΕΛΑΣ Γιώργης Σιάντος δέχτηκε σφοδρή επίθεση από τον Γιάννη Ιωαννίδη και άλλα στελέχη, για την απόφασή του να συγκρουστεί ένοπλα με την αντίδραση. Έτσι, τόνισε ο Ιωαννίδης οδηγούσε το ΚΚΕ σε απομόνωση και το ΕΑΜ σε διάλυση, καθώς σοσιαλιστικές, όπως οι Σβώλος και Τσιριμώκος διαφωνούσαν με την ένοπλη δράση. Ο Σιάντος υπεραμύνθηκε των θέσεών του, όμως τα υπόλοιπα μέλη του ΠΓ υποστήριξαν την κριτική Ιωαννίδη. Ο Θ. Χατζής γράφει: «Το κόμμα που είχε την κύρια ευθύνη του κινήματος (…είχε δειλιάσει. Παραιτήθηκε από την πάλη για τη λαοκρατική εξουσία και μετέτρεψε τον ένοπλο αγώνα σε «εκδήλωση διαμαρτυρίας» και μέσο πίεσης για πολιτική λύση». Η αποφυγή της άμεσης σύγκρουσης με τους Βρετανούς στέρησε από το ΚΚΕ, αν όχι τη νίκη στα Δεκεμβριανά, την εξασφάλιση στρατηγικών πλεονεκτημάτων που θα ήταν πολύ δύσκολο να ανατραπούν…
Βαζαίος – Γρίβας: δύο πρωταγωνιστές της πολιορκίας του Μακρυγιάννη
Για τους Εμμανουήλ Βαζαίο και καπετάν Γρίβα πολύ ενδιαφέροντα είναι τα στοιχεία που έχει παρουσιάσει σε αναρτήσεις του στο fb, ο ιστορικός ερευνητής και συγγραφέας κύριος Ιωάννης Μπουγάς, που μας έδωσε την άδεια να τα αναδημοσιεύσουμε και τον ευχαριστούμε θερμά.
Στις 10 Δεκεμβρίου ο βομβαρδισμός του Συντάγματος ήταν συνεχής από τους λόφους Φιλοπάππου και Αρδηττού. Ο ΕΛΑΣ είχε προσθέσει καινούργια ορειβατικά πυροβόλα που έφερε το 6ο Κορινθίας (πολύ πιθανόν, τα πυροβόλα του ΤΑ Τριπόλεως τα οποία ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος είχε παραδώσει στον ΕΛΑΣ παρά τις διαμαρτυρίες και προειδοποιήσεις του Συνταγματάρχη Παπαδόγγονα). Οι νεκροί ήταν πολλοί, αλλά και οι καταστροφές στο κτίριο τρομερές. Οι αμυνόμενοι σκέφτηκαν την έξοδο, αλλά ο διοικητής, ο Συνταγματάρχης Σαμουήλ, το απέρριψε.
Εμμανουήλ Βαζαίος
Σε ανάπαυλες των βομβαρδισμών, έκανε σφοδρές επιθέσεις το 6ο σύνταγμα Κορινθίας του Ταγματάρχη Εμμανουήλ Βαζαίου (κάτι που δεν είχε κάνει ποτέ εναντίων των Γερμανών(!). Το 6ο Σύνταγμα Κορινθίας εκτός του ότι κάλυπτε τη σφαγή περισσοτέρων από 1.200 αμάχων στα μεγάλα σφαγεία της Αργολιδοκορινθίας (Φενεό, Στιμάγκα, κ.λπ.) είχε εκτελέσει σφαγές στο Βαλτέτσι, στο Αραχναίο και στον Αχλαδόκαμπο. Ο Ταγματάρχης Βαζαίος παραπονιόταν αργότερα γιατί αποτάχθηκε από τον Στρατό (!))
Όσο για τον καπετάν Γρίβα, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η στάση του απέναντι σ’ ένα παλιό συμπολεμιστή του στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο.
«Γρίβας». Κομμουνιστικό ψευδώνυμο του γεωπόνου Γεώργιου Δασόπουλου από τη Λιβαδειά. Πριν τον πόλεμο υπηρετούσε στο Κιάτο Κορινθίας. Συμμετείχε στα Δεκεμβριανά με το τάγμα του. Κατηύθυνε για ημέρες την επίθεση στο Σύνταγμα Χωροφυλακής Μακρυγιάννη. Μετά τη Βάρκιζα επέστρεψε για λίγο στη Λειβαδιά και στη συνέχεια βγήκε παράνομος στο βουνό. Δεν γνωρίζω, γράφει ο κύριος Μπουγάς, την τύχη του περαιτέρω, ούτε αν συμμετείχε στο Αντάρτικο του 1946-49.
«11/1/1944. Μαζική Σφαγή του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ στην Καταβόθρα «Λυκόρεμα»,στο χωριό Σκοτεινή Άργους!
Γνωρίζουμε τα ονόματα τριών θυμάτων: Τάσος Αραμπός και Σπύρος Μαρκογιάννης από το χωριό Λευκάκια Ναυπλίου. Τη θυσία των δύο αυτών θυμάτων την καλύπτω με λεπτομέρειες στο έργο μου «ΑΘΩΩΝ ΑΙΜΑ», Τόμος Β΄. Το τρίτο γνωστό θύμα ήταν ο δάσκαλος Ιωάννης Μπεξής, 25 ετών, από το Κεφαλόβρυσο (Άνω Μπέλεσι) Άργους.
Ο δάσκαλος, στις διακοπές των Χριστουγέννων του 1943 πήγε στο χωριό του να περάσει τις γιορτές με τους δικούς του. Μια ημέρα, στο καφενείο του χωριού συναντήθηκε με τον καπετάν Γρίβα, καπετάνιο του ΕΛΑΣ, Διοικητή του 2ου Τάγματος του 6ου Συντάγματος Κορινθίας, με έδρα την Αργολίδα. Χαιρετήθηκαν, γιατί ήταν μαζί έφεδροι αξιωματικοί στον πόλεμο του ‘40. Ο καπετάν Γρίβας άρχισε να βγάζει λόγο για τον αγώνα του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ εναντίον των κατακτητών για την απελευθέρωση της Ελλάδος, και εναντίον της ντόπιας αντίδρασης για κοινωνική δικαιοσύνη. Οι χωρικοί τον άκουγαν σιωπηλοί χωρίς να αντιλέγουν. Ο έφεδρος ανθυπολοχαγός, δάσκαλος Ιωάννης Μπεξής, που γνώριζε το παρελθόν του καπετάν Γρίβα δεν άντεξε, και του λέει:
«Πρέπει να ντρέπεσαι συναγωνιστή Γρίβα, να μιλάς για πολέμους, ελευθερία και δικαιοσύνη. Εσύ είσαι ο κομμουνιστής που λιποτάχτησες στον πόλεμο της Αλβανίας, δραπέτευσες και κρύφτηκες, για να μην πολεμήσεις, γιατί τα αφεντικά σου οι Ρώσοι ήταν σύμμαχοι του Χίτλερ. Που το βρίσκεις τώρα τόσο θράσος και έρχεσαι και μας βγάζεις λόγο, ένας λιποτάχτης, φυγοπόλεμος”.
Ο καπετάν Γρίβας σταμάτησε το λόγο του, και έφυγε χωρίς να πει τίποτε. Λίγες ημέρες αργότερα, άνδρες της ΟΠΛΑ πήγαν και πήραν τον δάσκαλο από το σπίτι του και τον οδήγησαν δεμένο στο Στρατόπεδο Κρατουμένων του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, στο χωριό Μπογιάτι Αργολίδος. Εκεί οι σφαγείς της ΟΠΛΑ τον βασάνισαν, με συμμετοχή και του ίδιου του Γρίβα. Τελικά, στις 11 Ιανουαρίου 1944 τον έσφαξαν μαζί με άλλους και τους έριξαν στην καταβόθρα Λυκόρεμα του χωριού Σκοτεινή»(Πηγή: Ιωάννης Μπουγάς).
Βασικές πηγές για το άρθρο ήταν τα βιβλία:
Γεώργιος Σαμουήλ: «1944: Η ΕΠΟΠΟΙΙΑ ΤΟΥ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ Α’ ΕΚΔΟΣΗ 1950, Γ’ ΕΚΔΟΣΗ (Εκδόσεις ΠΕΛΑΣΓΟΣ 2016)
ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ, «ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ 1944, Η μάχη της Αθήνας», όγδοη έκδοση, Εκδόσεις αλεξάνδρεια 2024.
Σχετική βιβλιογραφία: ΙΩΑΝΝΗΣ Κ. ΜΠΟΥΓΑΣ, «Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΑΝΔΕΑ», Β’ έκδοση, ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΠΕΛΑΣΓΟΣ», 2023.
Ευχαριστούμε θερμά τον κύριο Ιωάννη Μπουγά για την πολύτιμη βοήθειά του.

Συνεχίζοντας σε αυτό τον ιστότοπο αποδέχεστε την χρήση των cookies στη συσκευή σας όπως περιγράφεται στην πολιτική cookies
Μάθετε περισσότερα εδώ

Αποδοχή