website analysis Η απαξίωση των περιφερειακών πανεπιστημίων και η νοοτροπία που κατευθύνει τους νέους φοιτητές σε Αθήνα – Θεσσαλονίκη – Epikairo.gr

Όποιος νομίζει ότι για τα χάλια της Ελλάδας, που 200 και περισσότερα χρόνια από την απελευθέρωση και 45 από την πλήρη ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση (τότε ΕΟΚ) ευθύνεται μόνο η ηγεσία της χώρας πλανάται πλάνην οικτράν. Προφανώς οι ευθύνες δεν είναι για όλους ίδιες, αλλά κατανέμονται αναλόγως των πρωτοβουλιών που αναλαμβάνει κάποιος και των αξιωμάτων που καταλαμβάνει, αλλά αν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι το τελικό βάρος πέφτει στις πλάτες όλης της κοινωνίας και του καθενός ξεχωριστά. Όχι μόνο επειδή στη Δημοκρατία οι πολίτες εκλέγουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τις εξουσίες, αλλά και διότι σε κρίσιμες ατομικές αποφάσεις που λαμβάνουν κάθε Έλληνας και κάθε Ελληνίδα -αποφάσεις στις οποίες απευθείας δεν μπορεί να παρέμβει κανείς άλλος- συχνά η επιπολαιότητα συναντά το λάθος, ενώ η υπευθυνότητα και η διορατικότητα απουσιάζουν. Αποφάσεις που λαμβάνονται, για παράδειγμα, σήμερα, αλλά τα αποτελέσματά τους -συνήθως δυσάρεστα ή πάντως πολύ κατώτερα των προσδοκιών- είναι προορισμένα να αναδυθούν στην επιφάνεια σε μερικά χρόνια. Αποφάσεις που δεν λαμβάνονται πάντα με γνώμονα τη λογική και την προοπτική, αλλά συνηθέστατα είναι αποτέλεσμα της νοοτροπίας και του συναισθήματος.

Μια ματιά στις φετινές βάσεις των πανελλαδικών εξετάσεων, που θα οδηγήσουν δεκάδες χιλιάδες νέους Έλληνες στα πανεπιστήμια, είναι αποκαλυπτική. Κυρίως για τις σχολές και τα τμήματα που αποφεύγουν να δηλώσουν οι περισσότεροι ή δηλώνουν λίγοι, με αποτέλεσμα οι βάσεις τους να είναι χαμηλές. Σχολές και τμήματα με επαγγελματικές προοπτικές μεν, που όμως έχουν την… ατυχία να βρίσκονται μακριά από τα μεγάλα αστικά κέντρα. Έτσι, λοιπόν, ενώ στις πρώτες θέσεις της λίστας με την υψηλότερη μοριοδότηση βρίσκονται αποκλειστικά τα κεντρικά πανεπιστήμια της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης και του Πειραιά, στις τελευταίες θέσεις βλέπουμε περιφερειακές πόλεις όπως είναι η Άμφισσα, τα Γρεβενά, η Κοζάνη, η Μυτιλήνη, τα Ιωάννινα και πάει λέγοντας. Μάλλον δεν είναι τυχαίο. Η εικόνα είναι τόσο ξεκάθαρη, ώστε με ασφάλεια μπορούμε να εκτιμήσουμε ότι το είδος και η ποιότητα των σπουδών, αλλά μέχρι ενός τουλάχιστον σημείου και το κόστος διαβίωσης, περνούν σε δεύτερη μοίρα, έναντι αφενός της βολής στην οικογενειακή εστία και αφετέρου του κοινωνικού περιβάλλοντος, που στα δύο μεγαλύτερα πολεοδομικά συγκροτήματα της χώρας θεωρείται πιο αναβαθμισμένο. Η γοητεία της μεγαλούπολης είναι σε πολλές περιπτώσεις ισχυρότερη από αυτό καθαυτό το αντικείμενο των σπουδών. Πρόκειται για ένα σχήμα που ίσως φαντάζει παράταιρο, αλλά στην πραγματικότητα είναι απόλυτα συντονισμένο με μια νοοτροπία, που συν των χρόνω προέκυψε από την αρχική ανάγκη της αστυφιλίας της μεταπολεμικής περιόδου, που ικανοποίησε την ανάγκη για επιβίωση, η οποία ανάγκη στη συνέχεια μεταλλάχθηκε σε τρόπο ζωής.

Η συγκεκριμένη εικόνα γίνεται ακόμη πιο αποκαλυπτική εάν τη συγκρίνει κανείς με την παρουσία των Ελλήνων σε πανεπιστήμια της Ευρώπης και της Αμερικής, όπου διασπείρονται όχι μόνο στις μητροπόλεις, αλλά και σε μικρότερες πόλεις, με σχεδόν αποκλειστικό κριτήριο τις σπουδές και το πανεπιστήμιο που τις προσφέρει -κυρίως σε  μεταπτυχιακό και διδακτορικό επίπεδο- και θα τους φιλοξενήσει. Άλλωστε στον ανεπτυγμένο κόσμο τα πράγματα σε αυτή τους τη διάσταση είναι πολύ ξεκάθαρα. Πολύ καλά και ελκυστικά πανεπιστήμια υπάρχουν σε μεγάλες και μικρότερες πόλεις και… κωμοπόλεις, αλλά η συγκεκριμένη συνθήκη βαραίνει λιγότερο, αφού η ουσία βρίσκεται στο περιεχόμενο των σπουδών, δηλαδή στον στόχο κάθε φοιτητή που θέλει να σπουδάσει και να μορφωθεί.  

Στην Ελλάδα, ευτυχώς (;) ή δυστυχώς, οι προτεραιότητες συχνά είναι διαφορετικές. Τουλάχιστον οι παράγοντες που βαραίνουν για μια τόσο καθοριστική για το μέλλον ενός νέου παιδιού απόφαση είναι περισσότεροι από τους αυτονόητους -τι θέλω να σπουδάσω, ποια είναι η κλίση μου, ποιες είναι οι επαγγελματικές μου προοπτικές. Για κάποιον απροσδιόριστο λόγο είναι σημαντικό να βρίσκεται ο φοιτητής στην Αθήνα ή στη Θεσσαλονίκη, πολύ περισσότερο εάν η οικογένειά του βρίσκεται σε μία από αυτές τις δύο πόλεις. Επίσης, αν και στον προχωρημένο 21ο αιώνα, οι περισσότερες επιλογές σπουδών και απόκτησης δεξιοτήτων και συνακόλουθα μελλοντικών επαγγελματικών προοπτικών των ελληνοπαίδων, υπακούν σε νόρμες του 20ου αιώνα, εάν όχι παλαιότερες. Τα κλασικά επαγγέλματα -αυτά που μας ξέρουν και τους ξέρουμε- προηγούνται, όταν δεν βλέπουν με έντεχνο τρόπο την… πλάτη της επιθυμίας των γεννητόρων. Από εκεί και πέρα αναλαμβάνει το… σύστημα και οι γνωριμίες του οικογενειακού και φιλικού περιβάλλοντος μέχρι την τελική αποκατάσταση ή -αν προτιμάτε- «αποκατάσταση». Και η ζωή συνεχίζεται στη γωνιά αυτή του πλανήτη, οι κάτοικοι της οποίας έχουν σε πολλές περιπτώσεις ή φάσεις της διαδρομής τους τη νοοτροπία ότι ζουν σε… γαλατικό χωριό!   

ΥΓ1. Τα τελευταία χρόνια το κόστος της στέγης και οι αυξήσεις στην καθημερινότητα υποχρεώνουν τις οικογένειες σε προγραμματισμό, που ποντάρει στην παραμονή του φοιτητή στην οικογενειακή εστία. Μόνο που η ουσιστική απαξίωση των περιφερειακών πανεπιστημίων στη συνείδηση και τη νοοτροπία των νεοελλήνων δεν είναι πρόσφατη υπόθεση, αλλά διαρκεί δεκαετίες.

ΥΓ2. Πολλοί διαφώνησαν και διαφωνούν με την πολιτική της δημιουργίας πολλών πανεπιστημιακών σχολών και τμημάτων ανά την ελληνική επικράτεια. Και πιθανόν έχουν δίκιο. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι τα περιφερειακά πανεπιστήμια δεν υπάρχουν και κυρίως ότι δεν προσφέρουν γνώσεις, εφόδια και σε πολλές περιπτώσεις επαγγελματικές διεξόδους.