Ολα τα βλέμματα ήταν στραμμένα στη Νέα Υόρκη το απόγευμα της Τετάρτης. Επρόκειτο για μία από τις κορυφαίες δημοπρασίες του πρώτου εξαμήνου του 2025, η οποία είχε προγραμματιστεί και διαφημιστεί αναλόγως από τους Sotheby’s ήδη από την αρχή της χρονιάς, δημιουργώντας προσδοκίες. Χαρακτηριζόταν ως ιδιαίτερης σημασίας, καθώς όλοι ανέμεναν πως το συγκεκριμένο βράδυ θα έσπαγε ένα σημαντικό ρεκόρ: εκείνο των εσόδων από την πώληση μιας και μόνης συλλογής.
Ο στόχος που είχε τεθεί ήταν η συλλογή του εκλιπόντος τραπεζίτη Τόμας Σόντερς και της συζύγου του, Τζόρνταν, να ξεπεράσει το ρεκόρ που είχε διαμορφωθεί το 2023, όταν η συλλογή Φις-Ντέιβιντσον, με μόλις 10 έργα, είχε αποφέρει 49,5 εκατ. δολάρια. Το γεγονός ότι ένα ακόμα έργο του Ρέμπραντ πουλήθηκε αργότερα την ίδια χρονιά για 26,1 εκατ. δολάρια (μαζί με τις προμήθειες), ανέβασε το συνολικό ποσό για συλλογή ενός και μόνο ιδιοκτήτη στα 76 εκατ. δολάρια.
Η πρώτη από τις δύο βραδιές της δημοπρασίας – η οποία είχε ολοκληρωθεί όταν γράφονταν αυτές οι γραμμές – περιλάμβανε 43 έργα, αποτελώντας το κύριο μέρος της συλλογής, με εκτιμώμενη αξία μεταξύ 77,2 και 112,6 εκατ. δολαρίων (προ προμηθειών), χωρίς να υπολογίζονται δύο έργα που αποσύρθηκαν λίγο πριν από την έναρξη της διαδικασίας. Ωστόσο, με 16 έργα να μην καταφέρνουν να πουληθούν, η τελική τιμή διαμορφώθηκε στα 53,8 εκατ. δολάρια.
Οι Sotheby’s πανηγυρίζουν πως η εν λόγω δημοπρασία σημείωσε τις υψηλότερες εισπράξεις για πώληση έργων των Μεγάλων Δασκάλων προερχόμενων από μία και μόνο συλλογή. Ο στόχος, ωστόσο, δεν επετεύχθη, καθώς δεν ξεπέρασε τον συνολικό τζίρο της συλλογής Φις-Ντέιβιντσον. Προβληματισμός είχε προηγηθεί και στη δημοπρασία Μοντέρνας Τέχνης του ίδιου οίκου, όταν το κορυφαίο έργο της σεζόν –μία προτομή του Αλμπέρτο Τζακομέτι, που αναμενόταν να φτάσει τουλάχιστον τα 70 εκατ. δολάρια – δεν κατάφερε να πουληθεί. Παρ’ όλα αυτά, η υπόλοιπη δημοπρασία τα πήγε καλύτερα, με το 40% των έργων που δεν απορρίφθηκαν να ξεπερνά την ανώτατη εκτίμηση. Παράλληλα, έγινε γνωστό ότι και οι ιδιωτικές πωλήσεις κινήθηκαν σε ικανοποιητικά επίπεδα. Τι συμβαίνει και ολοένα και περισσότερες μεγάλες δημοπρασίες μοιάζουν με σκωτσέζικο ντους το τελευταίο διάστημα, και ιδίως όσες πραγματοποιούνται τον Μάιο; Από τη μία πλευρά καταγράφουν χαμηλά ποσοστά πώλησης και από την άλλη εμφανίζουν τιμές-ρεκόρ για συγκεκριμένους καλλιτέχνες. Η αντιφατική αυτή εικόνα εκτιμάται πως οφείλεται στην ανησυχία που προκαλεί στις αγορές η μεταβλητότητα του χρηματιστηρίου, αλλά και η αστάθεια που προκύπτει από τις διαρκείς απειλές του προέδρου Τραμπ για την επιβολή δασμών.
Το συνολικό αποτύπωμα δεν είναι ξεκάθαρο στην αγορά της τέχνης, ιδίως τη στιγμή που ολοένα και ενισχύεται η τάση των αγοραστών να προτιμούν τις ιδιωτικές συναλλαγές έναντι της μάχης στην αίθουσα των δημοπρασιών.
Σοβαρό αντίπαλο αποκτά η Art Dubai (φωτογραφία), καθώς η Art Basel, ο μεγαλύτερος διοργανωτής εκθέσεων σύγχρονης και μοντέρνας τέχνης στον κόσμο, ανακοίνωσε ότι θα πραγματοποιήσει μια νέα φουάρ στην Ντόχα του Κατάρ τον Φεβρουάριο του 2026. Αυτή η νέα πρωτοβουλία επεκτείνει το διεθνές δίκτυο εκθέσεων της Art Basel, το οποίο ήδη περιλαμβάνει σημαντικές διοργανώσεις στο Χονγκ Κονγκ, το Μαϊάμι Μπιτς, το Παρίσι και τη Βασιλεία, στην ελκυστική αγορά του Περσικού Κόλπου. Η κίνηση αυτή εκτιμάται ότι θα επιτρέψει στις αίθουσες τέχνης με διεθνή εμβέλεια να διευρύνουν το πελατολόγιό τους και να ανακάμψουν οικονομικά, καθώς σύμφωνα με τις τελευταίες αξιόπιστες εκθέσεις για την παγκόσμια αγορά τέχνης που έχουν δει το φως της δημοσιότητας η πτώση στις πωλήσεις έχει φτάσει το 12%.
Με θετικό πρόσημο, αλλά χωρίς ρεκόρ, έπεσε η αυλαία της μοναδικής δημοπρασίας που πραγματοποιείται πλέον στο εξωτερικό με έργα τέχνης που φέρουν ελληνικές υπογραφές. Με τζίρο 2,948 εκατ. ευρώ – πολύ κοντά στον αρχικά εκτιμηθέντα που ήταν περί τα 3 εκατ. ευρώ – και με 45 έργα να μη βρίσκουν πωλητή σε σύνολο 170 (ποσοστό 73,3%) ολοκληρώθηκε το απόγευμα της Τετάρτης το Greek Sale που διοργανώνει ο οίκος Bonhams στο Λονδίνο σε συνεργασία με την Art Expertise. Κορυφαίο έργο αναδείχθηκε o «Στρατιώτης που χορεύει ζεϊμπέκικο» του Γιάννη Τσαρούχη, ένα έργο που φιλοτεχνήθηκε μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1960 και δεν είχε εκτεθεί ποτέ. Αν και σύμφωνα με τον οίκο πουλήθηκε προς 381.400 ευρώ, κοντά στη χαμηλή εκτίμηση (κυμαινόταν μεταξύ 300.000 και 500.000 ευρώ), η τιμή είναι από τις υψηλότερες που έχουν σημειωθεί για έργο του ζωγράφου. Ακολούθησε η «Πορτοκαλιά» (1994) του Γιάννη Μόραλη με 203.600 ευρώ (αρχική εκτίμηση 100.000-150.000 ευρώ), το «Καφενείο του Μαυροκέφαλου» του Τσαρούχη που διπλασίασε την αρχική τιμή εκτίμησης (70.000-100.000 ευρώ) φτάνοντας τις 163.000, ενώ η «Τραγωδία στο Ηρώδειο» (1955) του Νίκου Εγγονόπουλου ξεπέρασε κατά τι την αρχική ανώτατη εκτίμηση των 150.000 ευρώ και άλλαξε χέρια προς 152.800 ευρώ.