Στη σημερινή κυριακάτικη ανάρτησή του, η εικόνα που επιχειρεί να δώσει ο κ. Μητσοτάκης για την κατάσταση στον αγροτικό τομέα μοιάζει ξανά με διαφημιστικό σποτ: «οι πληρωμές ομαλοποιούνται», «οι έντιμοι αγρότες δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα» και «φέτος λαμβάνουν 600 εκατομμύρια παραπάνω». Καλείται μάλιστα ο κόσμος της υπαίθρου να αφήσει στην άκρη τα μπλόκα, διότι «οι ακραίες μορφές διαμαρτυρίας δυσκολεύουν την καθημερινότητα όλων».
Η πραγματική εικόνα όμως στο χωράφι είναι εντελώς διαφορετική.
Πρώτον, τα ίδια τα νούμερα που επικαλείται ο πρωθυπουργός χρειάζονται προσεκτικό διάβασμα. Η «αύξηση» των πληρωμών δεν αποτυπώνει κάποια στρατηγική ενίσχυσης του πρωτογενούς τομέα, αλλά το μπάλωμα των τεράστιων καθυστερήσεων και λαθών του ΟΠΕΚΕΠΕ, ενός οργανισμού που τα τελευταία χρόνια έχει μετατραπεί σε σύμβολο δυσλειτουργίας, σκανδάλων και κακοδιαχείρισης.
Οι αγρότες δεν βλέπουν «600 εκατομμύρια παραπάνω». Βλέπουν χρήματα που έπρεπε να είχαν πληρωθεί μήνες πριν, βλέπουν κατασχέσεις να τρέχουν, βλέπουν την παραγωγή τους να πηγαίνει χαμένη και το κόστος να εκτοξεύεται.
Δεύτερον, πέρα από τα λογιστικά τρικ του Μαξίμου, υπάρχει η πραγματική, δομική κατάρρευση της ελληνικής υπαίθρου. Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ είναι αποκαλυπτικά και εξαιρετικά ανησυχητικά: μέσα σε έναν χρόνο, οι ειδικευμένοι γεωργοί, κτηνοτρόφοι, δασοκόμοι και αλιείς μειώθηκαν κατά σχεδόν 20%.
Μιλάμε για 85.000 ανθρώπους λιγότερους. Σε ένα μόνο τρίμηνο, η μείωση ξεπέρασε το 6%. Δε χρειάζεται ιδιαίτερη φαντασία για να καταλάβει κανείς τι σημαίνει αυτό: τα χωράφια μένουν ακαλλιέργητα, τα ζώα λιγοστεύουν, η παραγωγή συρρικνώνεται και η χώρα απειλείται με πλήρη απώλεια διατροφικής αυτάρκειας.
Η κυβέρνηση όμως επιμένει να παρουσιάζει ένα αφήγημα ευμάρειας, λες και οι άνθρωποι που κατεβαίνουν στα μπλόκα δεν έχουν λόγο για να το κάνουν, αλλά απλώς «ακραίες διαθέσεις».
Στην πραγματικότητα, οι κινητοποιήσεις που εξαπλώνονται από τον θεσσαλικό κάμπο μέχρι τον Έβρο είναι η αντίδραση σε μια συσσωρευμένη, πολυετή κρίση. Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, με τους «φραπέδες», τους «χασάπηδες» και τις διαρκείς σκιές για υπουργικές ευθύνες, ήταν απλώς η σπίθα που άναψε το ήδη εκρηκτικό μείγμα.
Γιατί το μείγμα αυτό περιλαμβάνει:
– την τεράστια ζημιά από την επιδημία ευλογιάς, με πάνω από 433.000 νεκρά ζώα και με το κράτος να παρακολουθεί αμήχανο
– τις καθυστερήσεις στις αποζημιώσεις του «Daniel»
– την έλλειψη εργατικών χεριών
– το διαρκώς αυξανόμενο κόστος παραγωγής
– τη δεκαετή υποτίμηση του αγροτικού τομέα από όλους τους αρμόδιους φορείς.
Και κάτι ακόμη: ένα υπουργείο που έχει αλλάξει έξι υπουργούς σε έξι χρόνια. Όλοι πέρασαν, κανείς δεν έμεινε αρκετά για να σχεδιάσει κάτι σοβαρό. Ορισμένοι είχαν αποστολή να εκμαυλίσουν τους αγρότες με τη διαφθορά και να κάνουν την Κρήτη γαλάζια.
Η αγροτική πολιτική της χώρας αποτυπώνεται τέλεια σε αυτή την παρέλαση προσώπων: αποσπασματικότητα, ρουσφετολογία, υποτίμηση, έλλειψη προοπτικής. Καμία ουσιαστική μεταρρύθμιση δεν έχει γίνει.
Την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση ζητά από τους αγρότες «να έρθουν με συγκεκριμένα αιτήματα και εκπροσώπηση». Τα αιτήματα όμως είναι γνωστά και παμπάλαια: δίκαιες αποζημιώσεις, σταθερότητα πληρωμών, πραγματική στήριξη στην παραγωγή, μέτρα για το κόστος, ένα σχέδιο για το αύριο. Η κυβέρνηση δεν έχει απαντήσει ουσιαστικά σε κανένα από αυτά.
Το νέο «αγροτικό ζήτημα» είναι υπαρκτό και βαθύ, και δεν αντιμετωπίζεται με επικοινωνιακά φτιασίδια. Η πραγματικότητα της υπαίθρου δεν αλλάζει με αναρτήσεις όπως οι σημερινές, όπου ο πρωθυπουργός δηλώνει ότι «η πόρτα του υπουργείου είναι ανοιχτή». Αυτό που λείπει είναι η πολιτική βούληση για ένα εθνικό σχέδιο πρωτογενούς παραγωγής — και αυτή, εδώ και χρόνια, απουσιάζει εκκωφαντικά.
Η προπαγάνδα μπορεί να ωραιοποιεί στιγμιαία το τοπίο. Τα χωράφια όμως δεν λένε ψέματα. Οι αριθμοί δεν λένε ψέματα. Και οι άνθρωποι που φεύγουν από την ύπαιθρο, αφήνοντας πίσω τους μια χώρα ολοένα πιο εξαρτημένη και πιο ευάλωτη, σίγουρα δεν λένε ψέματα.
