website analysis Οι υποσχέσεις Τραμπ για την ασφάλεια της Ουκρανίας μπορούν να φέρουν πόλεμο με τη Ρωσία – Epikairo.gr

Την Τετάρτη, ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι επιβεβαίωσε ότι η Ουάσιγκτον προσφέρθηκε να «παρέχει στην Ουκρανία εγγυήσεις τύπου «Άρθρου 5»» στο πλαίσιο μιας συμφωνίας για τον τερματισμό του πολέμου. «Εάν η Ρωσία εισβάλει στην Ουκρανία, θα ξεκινήσει μια συντονισμένη στρατιωτική αντίδραση», δήλωσε. Αν και ορισμένες λεπτομέρειες παραμένουν ασαφείς, η επίκληση του άρθρου 5 του ΝΑΤΟ, υποδηλώνει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα αντιμετωπίσουν μια μελλοντική ρωσική επίθεση κατά της Ουκρανίας ως επίθεση κατά των ίδιων και θα ανταποκριθούν αναλόγως, ενδεχομένως με την άμεση ανάπτυξη αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων. Σύμφωνα με τους όρους που συζητούνται, οι εγγυήσεις αυτές θα επικυρωθούν από τη Γερουσία και θα καταστούν νομικά δεσμευτικές.

Όμως, όσοι γιορτάζουν αυτή την εξέλιξη των γεγονότων θα πρέπει να περιμένουν πριν ανοίξουν το σαμπάνια. σημειώνουν οι αρθρογράφοι της Washington Post. Υπάρχει ένα πρόβλημα με το σχέδιο που διαμορφώνεται: Δϊνει πάρα πολλές υποσχέσεις.

Αρχική / Κόσμος Οι υποσχέσεις Τραμπ για την ασφάλεια της Ουκρανίας μπορούν να φέρουν πόλεμο με τη Ρωσία Η κυβέρνηση Τραμπ προσφέρει στην Ουκρανία εγγυήσεις τύπου Άρθρου 5, αλλά οι αναλυτές προειδοποιούν για σοβαρούς κινδύνους σε περίπτωση μη τήρησής τους
11:25, 28.12.2025

Είναι εύκολο να κατανοήσει κανείς γιατί η Ουκρανία θα ήταν ενθουσιασμένη με αυτή την πρόταση. Ωστόσο, αυτή η υποτιθέμενη «πλατινένια εγγύηση», όπως τη χαρακτήρισε ένας ανώτερος Αμερικανός αξιωματούχος, φέρει σημαντικούς και υποτιμημένους κινδύνους όχι μόνο για το Κίεβο και την Ουάσινγκτον, αλλά και για τους συμμάχους των ΗΠΑ στην Ευρώπη και πέρα από αυτήν. Ανεξαρτήτως του αν η Ρωσία θα την αποδεχόταν, υπάρχουν τρεις βασικές προκλήσεις για την υλοποίηση μιας τόσο ευρείας δέσμευσης.

Πρώτον, υπάρχει το περίπλοκο ζήτημα της αξιοπιστίας. Αν η αποστολή αμερικανικών στρατευμάτων στην Ουκρανία ήταν απαραίτητη για την προστασία ζωτικών συμφερόντων των ΗΠΑ, θα είχαν σταλεί εκεί πριν από χρόνια. Αντ’ αυτού, τρεις διαδοχικοί πρόεδροι – ο Μπαράκ Ομπάμα, ο Τζο Μπάιντεν και ο Ντόναλντ Τραμπ – αρνήθηκαν να στείλουν Αμερικανούς στρατιώτες για την υπεράσπιση της Ουκρανίας, δείχνοντας σαφώς ότι θεωρούν τα συμφέροντα των ΗΠΑ πολύ μικρά ώστε να δικαιολογούν το κόστος και τους κινδύνους ενός πολέμου με τη χώρα που διαθέτει το μεγαλύτερο πυρηνικό οπλοστάσιο στον κόσμο.

Οι υποστηρικτές της εγγύησης ασφαλείας τύπου Άρθρου 5 στην Ουκρανία υποστηρίζουν ότι η απουσία δεσμεύσεων είναι που κρατά τις αμερικανικές δυνάμεις από το να αναπτυχθούν στην Ουκρανία. Η ιστορική εμπειρία όμως δείχνει το αντίθετο: Οι ΗΠΑ ποτέ δεν δίστασαν να αναπτύξουν στρατεύματα στο εξωτερικό όταν θεωρούσαν ότι υπάρχει άμεση απειλή για τα συμφέροντά τους. Οι ΗΠΑ δεν είχαν επίσημη συνθήκη ασφαλείας με το Κουβέιτ όταν επενέβησαν για να απελευθερώσουν τη χώρα από τους Ιρακινούς εισβολείς, ούτε είχαν υποχρέωση να υπερασπιστούν τη Νότια Κορέα όταν έστειλαν στρατεύματα εκεί το 1950.

Οποιαδήποτε δέσμευση προς την Ουκρανία που θα υποχρεώνει τις ΗΠΑ να δράσουν διαφορετικά στο μέλλον απ’ ό,τι έχουν κάνει στο παρελθόν θα ήταν μια υπόσχεση αμφίβολης αξίας για την αποτροπή μελλοντικής ρωσικής επιθετικότητας. Οι υποστηρικτές τονίζουν ότι μέχρι τώρα η Ρωσία απέφυγε να δοκιμάσει το ΝΑΤΟ. Αν ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν αντιληφθεί ότι μπορεί να έχει στρατηγικά κέρδη δοκιμάζοντας τη μπλόφα των ΗΠΑ, υπάρχει πιθανότητα να το επιχειρήσει.

Δεύτερον, αν οι ΗΠΑ αναλάβουν μια δέσμευση τύπου Άρθρου 5 προς την Ουκρανία και δεν την τηρήσουν, αυτό θα έθετε υπό αμφισβήτηση την αξιοπιστία όλων των παρόμοιων εγγυήσεων των ΗΠΑ, υπονομεύοντας την ασφάλεια και την εμπιστοσύνη των βασικών συμμάχων τους στην Ευρώπη και την Ασία. Ακόμη και αν η Ρωσία δεν δοκίμαζε τις ΗΠΑ εισβάλλοντας για τρίτη φορά στο ουκρανικό έδαφος, η αξιοπιστία των ΗΠΑ θα υφίστατο σοβαρή ζημιά. Αν η Ουάσιγκτον παρέχει μια εγγύηση που φαίνεται απίθανο να τηρήσει, τόσο οι σύμμαχοι όσο και οι αντίπαλοι θα έχουν βάσιμες αμφιβολίες για τη δύναμη και την αξιοπιστία άλλων δεσμεύσεων των ΗΠΑ.

Οι Samuel Charap kai Jennifer Kavanagh υποστηρίζουν ότι είναι επομένως παράλογο το γεγονός ότι ορισμένα μέλη του ΝΑΤΟ πιέζουν έντονα να λάβει η Ουκρανία εκτεταμένες εγγυήσεις ασφάλειας από τις ΗΠΑ, καθώς η ασφάλειά της θα υπονομευόταν αν η Ουάσιγκτον τελικά συμφωνούσε να τις παράσχει. Εξακολουθώντας να εξαρτώνται από τον αμερικανικό στρατό για την άμυνά τους, οι ευρωπαίοι σύμμαχοι θα πρέπει να φοβούνται οτιδήποτε θα μπορούσε να αποδυναμώσει την αξιοπιστία της εγγύησης του άρθρου 5 του ΝΑΤΟ και την ικανότητά του να αποτρέψει πιθανή ρωσική επιθετικότητα.

Ο τρίτος και ίσως πιο σημαντικός λόγος για τον οποίο η Ουάσιγκτον πρέπει να αποφύγει να προσφέρει στο Κίεβο μια δέσμευση τύπου Άρθρου 5 είναι η πραγματικότητα που συνεπάγεται αυτή η υποχρέωση: Η ετοιμότητα να πολεμήσει τη Ρωσία για την Ουκρανία. Αν και καμία εγγύηση ασφαλείας των ΗΠΑ δεν απαιτεί απολύτως την ανάπτυξη αμερικανικών στρατευμάτων, εάν οι ΗΠΑ αναλάμβαναν παρόμοια δέσμευση έναντι της Ουκρανίας και η αποτροπή αποτύγχανε, η Ουάσιγκτον θα αντιμετώπιζε σημαντική πολιτική πίεση να προχωρήσει στην αποστολή αμερικανικών στρατευμάτων στην πρώτη γραμμή. Σε εκείνο το σημείο, οι ΗΠΑ θα βρίσκονταν σε πόλεμο με τη Ρωσία, μια εξέλιξη που θα περιελάμβανε το ενδεχόμενο πυρηνικής κλιμάκωσης.

Οι υποστηρικτές της παροχής δεσμεύσεων τύπου άρθρου 5 στην Ουκρανία υποστηρίζουν ότι η πιθανότητα πυρηνικής κλιμάκωσης έχει διττή επίδραση και θα μπορούσε να αποτρέψει τη ρωσική επιθετικότητα κατά της Ουκρανίας. Ωστόσο, η Μόσχα έχει αποδείξει ότι είναι διατεθειμένη να αναλάβει πολύ υψηλότερο κόστος και κινδύνους από την Ουάσιγκτον όσον αφορά την Ουκρανία, θέτοντας τις ΗΠΑ σε μειονέκτημα σε οποιαδήποτε μελλοντική αντιπαράθεση, συμπεριλαμβανομένου της πυρηνικού κινδύνου.

Η Ουκρανία θα χρειαστεί εγγυήσεις ασφαλείας στο πλαίσιο οποιασδήποτε συμφωνίας που θα τερματίσει τον πόλεμο. Ωστόσο, η κυβέρνηση Τραμπ θα πρέπει να δώσει προτεραιότητα σε περιορισμένες αλλά αξιόπιστες δεσμεύσεις – πιο παρόμοιες με αυτές που οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους ήταν πρόθυμοι να αναλάβουν για την Ουκρανία τα τελευταία τέσσερα χρόνια – έναντι εκτεταμένων δεσμεύσεων που φαίνονται γενναιόδωρες αλλά τελικά είναι κενές και ενδεχομένως επικίνδυνες.