Η σύγχρονη Κίνα βρίσκεται αντιμέτωπη με μία από τις πιο οξείες δημογραφικές ανισορροπίες στον κόσμο, καθώς υπάρχουν πάνω από 30 εκατομμύρια περισσότεροι άνδρες από γυναίκες, αποτέλεσμα δεκαετιών αυστηρής πολιτικής «του ενός παιδιού» και κοινωνικής προτίμησης προς τα αγόρια. Ads Η έλλειψη γυναικών δεν είναι αφηρημένο στατιστικό, αλλά μια συνθήκη που διαμορφώνει σε βάθος την καθημερινή ζωή, τις ερωτικές σχέσεις και την ψυχική υγεία εκατομμυρίων νέων ανδρών.
Η δημιουργός ντοκιμαντέρ Βάιολετ Ντου Φενγκ παρακολουθεί, στο μεγάλου μήκους έργο της The Dating Game (Παιχνίδι των Ραντεβού) μια ομάδα νεαρών, ανύπαντρων ανδρών που συμμετέχουν σε ένα εβδομαδιαίο «dating camp».
Σε αυτά τα οργανωμένα «στρατόπεδα ραντεβού», ειδικοί σε θέματα γνωριμιών, επικοινωνίας και γλώσσας του σώματος επιχειρούν να «εκπαιδεύσουν» τους συμμετέχοντες ώστε να αυξήσουν τις πιθανότητές τους να βρουν σύντροφο. Ads Η ύπαρξη τέτοιων δομών δείχνει πόσο ο ανταγωνισμός για τις λίγες διαθέσιμες γυναίκες είναι αμείλικτος, ιδιαίτερα για τους άνδρες της εργατικής τάξης και της υπαίθρου.
Διαβάστε επίσης: Κίνα / Φορολογεί τα προφυλακτικά μετά από 30 χρόνια
Ο Γου είναι ένας νεαρός οδηγός διανομών. Η ιστορία του προσφέρει ένα σπάνιο παράθυρο στις εσωτερικές συνέπειες της μακροχρόνιας μοναξιάς.
«Είμαι μόνος από τότε που ήμουν μικρός», λέει ο Γου, περιγράφοντας ένα αίσθημα που δεν εμφανίστηκε ξαφνικά στην ενήλικη ζωή, αλλά τον συνοδεύει από την εφηβεία. Ο ίδιος εξηγεί ότι «το αίσθημα της μοναξιάς είναι το ίδιο όλη μου τη ζωή».
Ο Γου περιγράφει με ενάργεια πώς τη νύχτα «το συναίσθημα επιστρέφει δυνατό. Δεν εξαφανίζεται ποτέ». Το μοτίβο που σκιαγραφείται είναι αυτό της διπλής ζωής: Την ημέρα ο λειτουργικός, σιωπηλά αποστασιοποιημένος εργαζόμενος – τη νύχτα ο άνθρωπος που έρχεται αντιμέτωπος με ένα επίμονο υπαρξιακό κενό.
Περίπτωση όπως του Γου δεν αποτελεί εξαίρεση αλλά μέρος ενός ευρύτερου φάσματος ανδρών που, λόγω κοινωνικών, οικονομικών και δημογραφικών παραγόντων, αποκλείονται από την «αγορά» συντρόφων.
Η σκηνοθέτης Ντου Φενγκ συνδέει την κινεζική εμπειρία με μια διεθνή στροφή στη δημόσια συζήτηση γύρω από τη σεξουαλική και συναισθηματική αποξένωση.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το ζήτημα της έλλειψης οικειότητας έχει αναχθεί σε μαζικό φαινόμενο: Όπως πολλά ΜΜΕ, το περιοδικό New Yorker διερωτάται «οι νέοι κάνουν αρκετό σεξ;», δείχνοντας ότι η κρίση των σχέσεων δεν περιορίζεται στην Κίνα.
Ωστόσο, η κινεζική περίπτωση επιβαρύνεται από την ιδιαιτερότητα του δημογραφικού της προβλήματος: Η αριθμητική ανισορροπία μεταξύ φύλων σημαίνει ότι, ακόμη κι αν βελτιωθούν οι κοινωνικές τους δεξιότητες, ένα σημαντικό ποσοστό ανδρών θα μείνει στατιστικά χωρίς σύντροφο.
Ιστορικά, η πολιτική του ενός παιδιού εφαρμόστηκε από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 με στόχο τον έλεγχο της πληθυσμιακής έκρηξης. Σε αγροτικές περιοχές, όπου η ανδρική εργασία θεωρούνταν κρίσιμη, και σε μια κοινωνία που ήδη προτιμούσε τα αγόρια, η πολιτική αυτή οδήγησε σε αυξημένες εκτρώσεις θηλυκών εμβρύων και εγκατάλειψη κοριτσιών .
Το αποτέλεσμα, δεκαετίες αργότερα, είναι μια γενιά ανδρών που έρχονται στην ενηλικίωση και ανακαλύπτουν ότι οι πιθανότητες να δημιουργήσουν οικογένεια είναι μειωμένες. Στην πράξη, η Κίνα φιλοξενεί εκατομμύρια «περιττούς άνδρες», όπως τους χαρακτηρίζουν ορισμένοι δημογράφοι. Οι άνδρες της εργατικής τάξης και της υπαίθρου υφίστανται δυσανάλογα μεγάλο βάρος σε αυτή την ανισορροπία. Με λιγότερους οικονομικούς πόρους, χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο και περιορισμένες δυνατότητες μετανάστευσης προς τις μεγάλες πόλεις, έχουν ακόμη μικρότερη «δεξαμενή γνωριμιών» και άρα μειωμένες πιθανότητες να βρουν σύντροφο.
Οι ιστορίες τους – σαν αυτή του Γου – δίνουν ανθρώπινη μορφή στα στατιστικά: Πίσω από το νούμερο «30 εκατομμύρια» βρίσκονται συγκεκριμένοι άνδρες, με καθημερινές δουλειές, φιλοδοξίες και μια επιμονή επιθυμία για συντροφικότητα.
