Η ψηφιακή ιδιωτικότητα στην Ευρώπη φαίνεται πως εισέρχεται σε αχαρτογράφητα και ταραγμένα νερά. Σύμφωνα με πρόσφατες αποκαλύψεις, η Ευρωπαϊκή Ένωση προετοιμάζει το έδαφος για μια νέα, σαρωτική νομοθεσία που θα επιβάλλει την υποχρεωτική διατήρηση δεδομένων, βάζοντας στο στόχαστρο όχι μόνο τους παρόχους τηλεπικοινωνιών αλλά και υπηρεσίες που μέχρι σήμερα θεωρούνταν προπύργια της ανωνυμίας, όπως τα VPN και οι εφαρμογές κρυπτογραφημένων μηνυμάτων.
Το δημοσιογραφικό ενδιαφέρον πυροδότησε ένα εσωτερικό έγγραφο με ημερομηνία 27 Νοεμβρίου, το οποίο ήρθε πρόσφατα στο φως της δημοσιότητας. Το έγγραφο αυτό, το οποίο αποτυπώνει τις σκέψεις της Δανικής Προεδρίας του Συμβουλίου της ΕΕ, αποκαλύπτει μια σπάνια ομοφωνία μεταξύ των κρατών-μελών: την ανάγκη για ένα νέο, αυστηρότερο νομικό πλαίσιο σχετικά με τη διατήρηση δεδομένων.
Η ουσία της πρότασης είναι ξεκάθαρη και ανησυχητική για τους υπέρμαχους των ψηφιακών δικαιωμάτων. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις φαίνεται να μην ικανοποιούνται πλέον απλώς με τη γνώση του κατόχου ενός λογαριασμού. Αντιθέτως, πιέζουν για τη δημιουργία ενός πλαισίου όπου οι εταιρείες τεχνολογίας θα είναι νομικά υποχρεωμένες να καταγράφουν και να αποθηκεύουν λεπτομερή στοιχεία για τη δραστηριότητα των χρηστών.
Συγκεκριμένα, στο μικροσκόπιο μπαίνουν τα λεγόμενα μεταδεδομένα (metadata): το ιστορικό κίνησης, η τοποθεσία του χρήστη, καθώς και οι διευθύνσεις IP που χρησιμοποιήθηκαν για τη σύνδεση. Για τις αρχές επιβολής του νόμου, αυτά τα στοιχεία θεωρούνται ιδιαίτερα κρίσιμα για την εξιχνίαση εγκλημάτων, όμως η συλλογή τους εγείρει σοβαρά ερωτήματα για την παραβίαση της ιδιωτικής ζωής των πολιτών.
Ίσως η πιο δραματική πτυχή αυτής της εξέλιξης αφορά τους παρόχους υπηρεσιών VPN. Μέχρι σήμερα, η βασική υπόσχεση πολλών κορυφαίων VPN προς τους πελάτες τους είναι η λεγόμενη πολιτική μη καταγραφής (no-log policy). Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι η εταιρεία δεν κρατά κανένα αρχείο για το τι κάνει ο χρήστης, ποιες σελίδες επισκέπτεται ή ποια είναι η πραγματική του IP.
Εάν όμως το όραμα του Συμβουλίου της ΕΕ μετατραπεί σε ευρωπαϊκό νόμο, αυτό το επιχειρηματικό μοντέλο κινδυνεύει με αφανισμό εντός της Ευρώπης. Μια νομοθεσία που θα απαιτεί υποχρεωτική καταγραφή μεταδεδομένων θα καθιστούσε τις υπηρεσίες «no-log» παράνομες.
Η αντίδραση από τον κλάδο είναι ήδη έντονη. Στελέχη από μεγάλες εταιρείες του χώρου, όπως η AdGuard VPN και η NordVPN, έχουν κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου. Οι εκπρόσωποι αυτών των εταιρειών τονίζουν ότι μια τέτοια υποχρέωση θα υπονόμευε θεμελιωδώς την ασφάλεια των χρηστών. Μάλιστα, υπάρχει ο φόβος ότι αν ψηφιστεί ένα τέτοιο μέτρο, πολλοί πάροχοι VPN θα αναγκαστούν να αποσύρουν πλήρως τις υπηρεσίες τους από την αγορά της ΕΕ, καθώς δεν θα μπορούν να συμβιβάσουν τις νομικές απαιτήσεις με την τεχνική αρχιτεκτονική της ανωνυμίας που προσφέρουν.
Το ευρύτερο σχέδιο «ProtectEU» και οι φόβοι για την κρυπτογράφηση
Οι εξελίξεις αυτές δεν έρχονται ως κεραυνός εν αιθρία. Εντάσσονται σε μια ευρύτερη στρατηγική που συζητείται από τον Απρίλιο, γνωστή ως «ProtectEU». Στόχος της είναι η δημιουργία ενός οδικού χάρτη για την «νόμιμη και αποτελεσματική πρόσβαση των αρχών επιβολής του νόμου στα δεδομένα».
Το φιλόδοξο σχέδιο της Επιτροπής, όπως παρουσιάστηκε τον Ιούνιο, θέτει ως ορόσημο το 2030 για την επίτευξη πρόσβασης σε κρυπτογραφημένα δεδομένα πολιτών. Εδώ ακριβώς εντοπίζεται και η μεγαλύτερη ανησυχία των ειδικών κυβερνοασφάλειας: δεν μπορείς να δημιουργήσεις μια «κερκόπορτα» (backdoor) για την αστυνομία χωρίς να ανοίξεις την ίδια πόρτα και για τους κακόβουλους χάκερ. Η εξασθένιση της κρυπτογράφησης ή η υποχρεωτική διατήρηση δεδομένων θεωρείται από την τεχνολογική κοινότητα ως κίνηση που θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια όλων, όχι μόνο των εγκληματιών.
Εκτός από τα VPN, στο στόχαστρο μπαίνουν επίσης εφαρμογές ανταλλαγής μηνυμάτων (όπως WhatsApp, Signal, Telegram), υπηρεσίες φιλοξενίας ιστοσελίδων, υπηρεσίες cloud storage και γενικότερα οι υπηρεσίες OTT (Over-The-Top).
Παρά την κινητικότητα, οι τελικές αποφάσεις δεν θα ληφθούν αύριο. Η διαδικασία βρίσκεται στο στάδιο της προετοιμασίας. Μια μελέτη επιπτώσεων αναμένεται να ολοκληρωθεί στις αρχές του 2026. Οι νομοθέτες θα περιμένουν τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης πριν καταθέσουν την επίσημη νομοθετική πρόταση, η οποία τοποθετείται χρονικά γύρω στον Ιούνιο του 2026.
Το έγγραφο της Δανικής Προεδρίας σημειώνει ότι τα κράτη-μέλη έχουν επίγνωση των νομικών εμποδίων. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει στο παρελθόν ακυρώσει νομοθεσίες που έκρινε υπερβολικά παρεμβατικές. Γι’ αυτό και τονίζεται η ανάγκη για «ισχυρές δικλείδες ασφαλείας» και σεβασμό στην αρχή της αναλογικότητας, ώστε το νέο σύστημα να αντέξει σε δικαστικούς ελέγχους.
Ωστόσο, για τους πολίτες και τις οργανώσεις προστασίας της ιδιωτικότητας, οι διαβεβαιώσεις αυτές ακούγονται κούφιες. Η προοπτική μιας Ευρώπης όπου κάθε ψηφιακό βήμα, κάθε σύνδεση και κάθε συνομιλία θα αφήνει ένα υποχρεωτικό ψηφιακό ίχνος σε κάποιον server, αλλάζει ριζικά τη σχέση του πολίτη με την τεχνολογία και το κράτος.
Η μάχη για την ψηφιακή ιδιωτικότητα στην Ευρώπη μόλις ξεκίνησε και τα επόμενα δύο χρόνια αναμένονται καθοριστικά για το μέλλον του διαδικτύου στη γηραιά ήπειρο.
