website analysis JAMA / Οι εννέα σημαντικότερες ιατρικές έρευνες που αλλάζουν το μέλλον της Υγείας – Epikairo.gr

Το 2025 αναδεικνύεται σε χρονιά-σταθμό για την ιατρική έρευνα, με μελέτες που χαράζουν νέες κατευθύνσεις στη διάγνωση, την πρόληψη και τη θεραπεία σοβαρών παθήσεων. Ads Το έγκριτο επιστημονικό περιοδικό JAMA (Journal of the American Medical Association) επέλεξε εννέα ερευνητικές εργασίες και κλινικές δοκιμές, δημοσιευμένες από τον Οκτώβριο του 2024 έως τον Σεπτέμβριο του 2025, οι οποίες θεωρούνται κομβικές για τις εξελίξεις στην υγεία τα επόμενα χρόνια. Στον πρώτο αυτόν ετήσιο απολογισμό «Research of the Year», το JAMA Medical News ζήτησε από τους κορυφαίους επιμελητές του περιοδικού να προτείνουν τις μελέτες που ξεχώρισαν μέσα στη χρονιά: Εκείνες που είχαν, κατά την κρίση τους, τη μεγαλύτερη πρακτική επίδραση, τη μεγαλύτερη ειδησεογραφική απήχηση και τη μεγαλύτερη πρωτοτυπία/καινοτομία.
Από αυτές τις υποψηφιότητες, η αρχισυντάκτρια Κίρστεν Μπίμπινς-Ντομίνγκο και ο εκτελεστικός επιμελητής Γκρέγκορι Κέρφμαν διάλεξαν τις τελικές εννέα. Ads Πρόκειται για μελέτες και κλινικές δοκιμές που πρωτοδημοσιεύτηκαν online από τον Οκτώβριο του 2024 έως τον Σεπτέμβριο του 2025 και καλύπτουν από καρδιολογία και άνοια έως γονιδιωματικό έλεγχο νεογνών και τεχνητή νοημοσύνη στην υγεία.
Ακολουθούν οι επιλογές «Research of the Year», όπως τις παρουσιάζει το JAMA.
Φάρμακα GLP-1: Λιγότερες νοσηλείες και θάνατοι στην «δύσκολη» καρδιακή ανεπάρκεια
Η καρδιακή ανεπάρκεια με διατηρημένο κλάσμα εξώθησης (HFpEF) είναι πλέον πολύ συχνή και σχετίζεται με παχυσαρκία και διαβήτη τύπου 2.
Παρότι είναι σοβαρή πάθηση, μέχρι σήμερα δεν είχαμε πολλές θεραπείες που να μειώνουν ξεκάθαρα τις νοσηλείες ή τη θνησιμότητα.
Μια μεγάλη παρατηρητική μελέτη σε δεδομένα πραγματικής ζωής στις ΗΠΑ έδειξε ότι ασθενείς με HFpEF, παχυσαρκία και διαβήτη, που ξεκίνησαν σεμαγλουτίδη ή τιρζεπατίδη (γνωστά φάρμακα GLP-1), είχαν πάνω από 40% μικρότερο κίνδυνο να νοσηλευτούν λόγω καρδιακής ανεπάρκειας ή να πεθάνουν από οποιαδήποτε αιτία, σε σύγκριση με όσους έλαβαν σιταγλιπτίνη.
Επίσης, όταν οι ερευνητές σύγκριναν «απευθείας» σεμαγλουτίδη και τιρζεπατίδη, δεν βρήκαν ουσιαστικό πρόσθετο όφελος της τιρζεπατίδης για τον συγκεκριμένο καρδιακό κίνδυνο. Το μήνυμα: Τα GLP-1 φαίνεται να έχουν σημαντική καρδιομεταβολική αξία, πέρα από την απώλεια βάρους.
Εμβόλιο έρπητα ζωστήρα: Ένα απρόσμενο όφελος για την άνοια;
Μια μεγάλη αυστραλιανή μελέτη (πάνω από 100.000 άτομα) έδωσε νέα ώθηση στην ιδέα ότι ο εμβολιασμός για τον έρπητα ζωστήρα ίσως συνδέεται με μικρότερο κίνδυνο άνοιας.
Επειδή οι παρατηρητικές μελέτες για εμβόλια συχνά «μπερδεύονται» από το ότι όσοι εμβολιάζονται μπορεί να είναι γενικά πιο υγιείς (το λεγόμενο “healthy vaccinee bias”), οι ερευνητές χρησιμοποίησαν ένα έξυπνο σχεδιασμό: Εκμεταλλεύτηκαν το όριο ημερομηνίας γέννησης που έδινε δικαίωμα δωρεάν εμβολιασμού στο εθνικό πρόγραμμα της Αυστραλίας.
Με απλά λόγια, σύγκριναν ανθρώπους που ήταν σχεδόν ίδιοι σε όλα, αλλά οι μεν είχαν δικαίωμα δωρεάν εμβολίου λόγω ηλικίας, οι δε όχι.
Στα επόμενα περίπου 7 χρόνια, στους επιλέξιμους η πιθανότητα νέας διάγνωσης άνοιας ήταν σχεδόν 2 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερη. Δεν είναι «τελική απόδειξη» αιτιότητας, αλλά δυναμώνει τη συζήτηση για το αν οι ιογενείς λοιμώξεις μπορεί να επηρεάζουν τη νευροεκφύλιση και αν κάποια εμβόλια μπορούν να λειτουργούν και ως έμμεση πρόληψη.
Τεχνητή νοημοσύνη στην υγεία: Οι μελέτες για τα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα δεν αρκούν
Παρότι οι μελέτες για μεγάλα γλωσσικά μοντέλα (LLMs) στην ιατρική έχουν πολλαπλασιαστεί, μια συστηματική ανασκόπηση πάνω από 500 εργασιών (2022 – αρχές 2024) διαπίστωσε ότι ο τρόπος αξιολόγησης είναι συχνά αποσπασματικός και όχι αρκετά «γειωμένος» στην πραγματική ιατρική πρακτική, καθότι μόνο περίπου 5% των μελετών χρησιμοποίησε πραγματικά δεδομένα ασθενών.
Οι περισσότερες δοκιμές εστίασαν στο αν το μοντέλο «ξέρει ιατρική» (ερωτήσεις εξετάσεων, διαγνώσεις σε σενάρια), αντί να δοκιμάσουν εφαρμογές που θα μπορούσαν να ξεκουράσουν ουσιαστικά το σύστημα, όπως κλινικές σημειώσεις, παραπεμπτικά, κωδικοποιήσεις και άλλες διοικητικές εργασίες που τρώνε χρόνο και αυξάνουν την εξουθένωση.
Επιπλέον, πολλά έργα μετρούσαν κυρίως την ακρίβεια, αλλά λιγότερο τη μεροληψία, τη δικαιοσύνη, τον κίνδυνο «τοξικών» απαντήσεων ή το πώς ένα εργαλείο θα ενσωματωθεί με ασφάλεια σε ροές εργασίας. Το συμπέρασμα: Χρειάζονται κοινά πρότυπα και αξιολογήσεις με δεδομένα πραγματικής φροντίδας.
Γονιδιωματικός έλεγχος νεογνών: Πιο κοντά στο να γίνει κλινική πραγματικότητα
Ο κλασικός έλεγχος νεογνών εντοπίζει παθήσεις μέσω βιοδεικτών στο αίμα. Η γονιδιωματική αλληλούχιση, όμως, μπορεί να ανιχνεύσει πολύ περισσότερες (ιδίως γενετικές) καταστάσεις, ακόμα κι όταν δεν υπάρχουν τέτοιοι δείκτες.
Σε μελέτη σε έξι νοσοκομεία της Νέας Υόρκης, περίπου 4.000 νεογνά έκαναν διευρυμένο έλεγχο με στοχευμένη ανάλυση DNA. Η αποδοχή από τους γονείς ήταν υψηλή. Σχεδόν 4% είχαν θετικό αποτέλεσμα και, από τα αληθώς θετικά ευρήματα, το 92% αφορούσε παθήσεις που δεν περιλαμβάνονται στο στάνταρ πρόγραμμα.
Εντοπίστηκαν θεραπεύσιμες καταστάσεις όπως το σύνδρομο μακρού QT, η νόσος Γουίλσον και σοβαρές ανοσοανεπάρκειες, με χαρακτηριστικό παράδειγμα νεογνού που οδηγήθηκε σε επιτυχή μεταμόσχευση μυελού.
Η μεγάλη υπόσχεση είναι «έγκαιρη διάγνωση πριν εμφανιστούν συμπτώματα», αλλά χρειάζεται σταθερή συνέχεια για να φανεί πώς εφαρμόζεται αυτό με ασφάλεια σε μεγαλύτερη κλίμακα.
Πρόληψη γνωστικής έκπτωσης: Το αμερικανικό Πόιντερ δείχνει ότι η δομή κάνει διαφορά
Η δοκιμή Πόιντερ (POINTER) στις ΗΠΑ εξέτασε αν ένα «πακέτο» αλλαγών τρόπου ζωής (άσκηση, νοητική δραστηριότητα, κοινωνική συμμετοχή, καρδιαγγειακή παρακολούθηση, καλύτερη διατροφή) βελτιώνει τη γνωστική λειτουργία σε ηλικιωμένους με αυξημένο κίνδυνο άνοιας.
Περίπου 2.100 άτομα μπήκαν σε δύο ομάδες: Μια πιο «χαλαρή/αυτοκαθοδηγούμενη» και μια πιο δομημένη και εντατική, με πολύ περισσότερες συναντήσεις και μεγαλύτερη λογοδοσία.
Και οι δύο ομάδες βελτιώθηκαν σε δύο χρόνια, αλλά η εντατική ομάδα βελτιώθηκε περισσότερο. Το όφελος ήταν μεγαλύτερο για όσους ξεκίνησαν με χαμηλότερη γνωστική επίδοση, ενώ δεν άλλαζε ανάλογα με το αν κάποιος είχε το γονίδιο APOE ε4 (παράγοντα κινδύνου για Αλτσχάιμερ).
Δεν αποδεικνύει ακόμη ότι «αποτρέπεται» η άνοια, όμως ενισχύει ότι μια καλά οργανωμένη παρέμβαση μπορεί να προσφέρει μετρήσιμη βελτίωση.

Εγκεφαλικές κακώσεις και μεταγγίσεις: Το βέλτιστο «όριο» αιμοσφαιρίνης
Σε ασθενείς με οξεία εγκεφαλική κάκωση, η αναιμία είναι συχνή και συνδέεται με την επιδείνωση της πορείας του ασθενούς. Από την άλλη, οι μεταγγίσεις έχουν κινδύνους. Το μεγάλο ερώτημα είναι: Πότε μεταγγίζεις;
Η τυχαιοποιημένη δοκιμή Τρέιν (TRAIN), με περίπου 800 ασθενείς, συνέκρινε δύο στρατηγικές: «Ελεύθερη» μετάγγιση όταν η αιμοσφαιρίνη πέφτει κάτω από 9 g/dL και «περιοριστική» όταν πέφτει κάτω από 7 g/dL.
Στους 6 μήνες, δυσμενή νευρολογική έκβαση είχε 63% της «ελεύθερης» ομάδας έναντι 73% της «περιοριστικής». Επίσης, επεισόδια εγκεφαλικής ισχαιμίας ήταν συχνότερα στην περιοριστική ομάδα.
Τα δεδομένα υποστηρίζουν ότι το υψηλότερο όριο (9 g/dL) μπορεί να οδηγεί σε καλύτερη έκβαση σε αυτόν τον ιδιαίτερο πληθυσμό.
Μπορεί κάποιες γυναίκες να αποφύγουν το χειρουργείο για τον καρκίνο μαστού;
Το πορογενές καρκίνωμα in situ (DCIS) είναι συχνά αντικείμενο υπερδιάγνωσης και ενδεχομένως υπερθεραπείας: Δεν εξελίσσονται όλες οι βλάβες σε διηθητικό καρκίνο, αλλά η κλασική αντιμετώπιση συνήθως περιλαμβάνει χειρουργείο μαστεκτομής.
Η δοκιμή Komet, με σχεδόν 1.000 γυναίκες 40+ ετών με χαμηλού κινδύνου DCIS (ορμονοευαίσθητο, ERBB2-αρνητικό), συνέκρινε ενεργό παρακολούθηση (τακτικές εξετάσεις/απεικονίσεις και χειρουργείο μόνο αν χρειαστεί) με τη συνήθη φροντίδα (χειρουργική θεραπεία).
Στα 2 χρόνια, ο κίνδυνος διηθητικού καρκίνου στον ίδιο μαστό ήταν 4,2% στην παρακολούθηση έναντι 5,9% στη συνήθη φροντίδα.
Επιπλέον, οι μαστεκτομές ήταν πολύ λιγότερες στην ομάδα παρακολούθησης. Η ουσία: Για μια υποομάδα χαμηλού κινδύνου, η στενή παρακολούθηση μπορεί να είναι επιλογή που αποφεύγει περιττές επεμβάσεις.
Ηπατίτιδα Β σε άτομα με HIV: Ένα «αναβαθμισμένο» εμβόλιο που αποδίδει καλύτερα
Άτομα με HIV μπορεί να μην κάνουν ισχυρή ανοσολογική απόκριση στο κλασικό εμβόλιο για ηπατίτιδα Β. Η δοκιμή BEe-HIVe, με σχεδόν 600 ενήλικες σε 10 χώρες, εξέτασε αν ένα νεότερο εμβόλιο με διαφορετικό ανοσοενισχυτικό (HepB-CpG) δουλεύει καλύτερα σε άτομα που δεν είχαν ανταποκριθεί σε προηγούμενο εμβολιασμό.
Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά: Προστατευτικά επίπεδα αντισωμάτων πέτυχαν 93% όσων πήραν 2 δόσεις του νέου σχήματος και 99% όσων πήραν 3 δόσεις, έναντι 81% με το κλασικό εμβόλιο (3 δόσεις).
Επιπλέον, η ανοσολογική απάντηση ήρθε πιο γρήγορα. Αν επιβεβαιωθεί και σε άλλους πληθυσμούς, αυτή η στρατηγική θα μπορούσε να βοηθήσει και άτομα με άλλες μορφές ανοσοκαταστολής ή ομάδες που συχνά «απαντούν» ασθενέστερα σε εμβόλια.
Ανθεκτική υπέρταση: Νέα θεραπευτική οδός
Πολλοί άνθρωποι έχουν πίεση που παραμένει υψηλή παρότι παίρνουν 2 έως 5 αντιυπερτασικά. Η διεθνής δοκιμή Launch-HTN εξέτασε τη λορουνδροστάτη, έναν νέο αναστολέα συνθετάσης αλδοστερόνης (δηλαδή μπλοκάρει την παραγωγή της αλδοστερόνης, μιας ορμόνης που ανεβάζει την πίεση).
Πάνω από 1.000 ενήλικες με μη ελεγχόμενη υπέρταση πήραν λορουνδροστάτη ή εικονικό φάρμακο για 12 εβδομάδες. Στις 6 εβδομάδες, η συστολική πίεση έπεσε κατά 16,9 mmHg με λορουνδροστάτη, έναντι 7,9 mmHg με placebo. Το φάρμακο ήταν γενικά καλά ανεκτό – κάποιες διαταραχές (νάτριο/κάλιο, νεφρική λειτουργία) εμφανίστηκαν συχνότερα, αλλά οι διακοπές λόγω ανεπιθύμητων ήταν κάτω από 1%.
Αν αυτά τα ευρήματα επιβεβαιωθούν και σε μακρύτερη παρακολούθηση, ανοίγει μια νέα επιλογή για ασθενείς που μέχρι τώρα είχαν λίγες λύσεις, παρότι κινδυνεύουν περισσότερο από έμφραγμα, εγκεφαλικό ή νεφρική νόσο.