Χρυσή Αυγή: Καταπέλτης η εισαγγελέας στην αγόρευσή της – «Ήταν θιασώτες της Γερμανίας του Χίτλερ»
Σαφείς αναφορές στη ναζιστική ιδεολογία και στην οργανωμένη εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής, την οποία χαρακτήρισε «κατ´ επίφαση» κόμμα, έκανε η εισαγγελέας Κυριακή Στεφανάτου, κατά την αγόρευσή της ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων όπου εκδικάζεται η υπόθεση σε δεύτερο βαθμό. Στο εδώλιο κάθονται 42 κατηγορούμενοι.
Μεταξύ αυτών, βουλευτές της Χ.Α. που εξελέγησαν το 2012 όπως και ο επικεφαλής της Νίκος Μιχαλολιάκος που κατηγορούνται για διεύθυνση και συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση στην οποία αποδίδονται σειρά αξιόποινων πράξεων με βασικότερη τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα.
Η εισαγγελέας ξεκίνησε κάνοντας μια εκτενή ιστορική αναδρομή στη διαδρομή της οργάνωσης από τη δεκαετία του 1980 έως και τη σύγχρονη πολιτική της παρουσία.
Όπως είπε η Χ.Α. ιδρύθηκε από τον Νίκο Μιχαλολιάκο «κατά τα πρότυπα του εθνικοσοσιαλιστικού γερμανικού κόμματος», με κεντρικό πυρήνα ιδεών που παραπέμπει ξεκάθαρα στον ναζισμό.
«Η οργάνωση υιοθέτησε τη σβάστικα και ανέπτυξε ιδεολογία που στηριζόταν στην αντίληψη ότι ‘η γη δεν μας χωράει όλους’», ανέφερε, προσθέτοντας πως το κίνητρο των κατηγορουμένων υπήρξε πάντοτε η ιδεολογική τους ταυτότητα: «Ήταν θιασώτες της Γερμανίας του Χίτλερ» σημείωσε.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στη στρατηγική της Χρυσής Αυγής να χρησιμοποιεί την εκλογική παρουσία της ως «βιτρίνα», με στόχο να αποκρύπτει τον πραγματικό της χαρακτήρα. «Το γεγονός ότι η Χρυσή Αυγή δεν ήταν κόμμα το έχει πει ο ίδιος ο Μιχαλολιάκος», σημείωσε, αναφερόμενη σε ομιλία του στο Σιδηρόκαστρο, στην οποία δήλωνε: «Η Χρυσή Αυγή δεν είναι κόμμα, μάχεται για την κατάργηση των κομμάτων». Κατά την εισαγγελέα, η οργάνωση «μόνο κατ’ επίφαση ήταν κόμμα από το 1982», ενώ αναφέρθηκε σε μάρτυρα υπεράσπισης που το επιβεβαίωσε.
Η κ. Στεφανάτου υπογράμμισε πως η εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και εντάθηκε στις αρχές του 1990, με αφορμή –μεταξύ άλλων– και τα εθνικιστικά συλλαλητήρια της εποχής. Όπως είπε, για πολλά χρόνια «κανείς δεν τολμούσε στη μεταπολιτευτική Ελλάδα, που ακόμη επούλωνε τις πληγές της, να απευθύνει κατηγορίες σε ένα κόμμα που εμφανιζόταν ως νόμιμο».
Η αγόρευση της κ. Στεφανάτου συνεχίζεται.
