website analysis Γιώργος Αγγελόπουλος / Η «σοβιετοποίηση» του ελληνικού πανεπιστημίου – Epikairo.gr

Οι συζητήσεις για την υποβάθμιση του πανεπιστημίου στην Ελλάδα την τελευταία πενταετία εστιάζουν συχνότερα στην υποχρηματοδότηση, την υποστελέχωση και τις ελλιπείς υποδομές.

Η προσέγγιση αυτή, αν και αποτυπώνει πλευρές της πραγματικότητας του νεοφιλελεύθερου πανεπιστημίου, δεν καλύπτει το σύνολο της στρατηγικής των συντηρητικών κυβερνήσεων για το εκπαιδευτικό σύστημα.

Μιας στρατηγικής που, πέρα από την ιδιωτικοποίηση και την ιδιοποίηση, προωθεί τον πλήρη κυβερνητικό έλεγχο της παραγωγής και της μετάδοσης της γνώσης, στη βάση των αρχών της επιχειρηματικότητας και του Νέου Δημόσιου Μάνατζμεντ, και υπάγει το πανεπιστήμιο ολοκληρωτικά στην κρατική εξουσία ως προς τη δομή του, τα γνωστικά αντικείμενα, τη λειτουργία του, τη στελέχωσή του, τον φοιτητικό πληθυσμό και το είδος της έρευνας που προωθεί.

Στην κατανόηση αυτής της συνθήκης συμβάλλει καθοριστικά ο όρος «σοβιετοποίηση του πανεπιστημίου», ο οποίος χρησιμοποιείται τα τελευταία είκοσι χρόνια ως αναλυτικό εργαλείο στις μελέτες για τις νεοφιλελεύθερες μεταλλάξεις των πανεπιστημίων. Ο όρος προέκυψε από τις αναλογίες που εντόπισε ο Γερμανός κοινωνιολόγος Ulrich Beck μεταξύ του Νέου Δημόσιου Μάνατζμεντ στα γερμανικά πανεπιστήμια και του σοβιετικού τύπου ελέγχου των κρατικών θεσμών.

Η ανάλυση του Beck επηρέασε σημαντικά πολλούς ερευνητές. Ο Chris Lorenz (2012), εξετάζοντας τα συστήματα ελέγχου και εποπτείας, τους δείκτες απόδοσης, τις διεθνείς κατατάξεις των πανεπιστημίων και τις αρνητικές τους επιπτώσεις στην ακαδημαϊκή ελευθερία, υποστήριξε ότι το Νέο Δημόσιο Μάνατζμεντ αποτελεί τον κληρονόμο του κρατικού κομμουνισμού. Ο Aviezer Tucker (2012) ισχυρίστηκε ότι η ανώτατη εκπαίδευση στις ΗΠΑ μιμείται όλο και περισσότερο τον σοβιετικό κεντρικό σχεδιασμό μέσω καρτέλ πιστοποίησης, στόχων παραγωγής και ενιαίων υποχρεώσεων.

Ο Craig Brandist (2017) συνέδεσε τους ελέγχους, τους στόχους και τις κατατάξεις με τον σοβιετικού τύπου έλεγχο και την αναδιάρθρωση της ακαδημαϊκής εργασίας. Η Ελένη Ανδριάκαινα (2025) υποστήριξε ότι το Νέο Δημόσιο Μάνατζμεντ συνιστά «ένα διοικητικό μοντέλο που χαρακτηρίζεται από έναν παράξενο συνδυασμό της ρητορικής της ελεύθερης αγοράς με τα πενταετή σοβιετικά πλάνα και τις αντίστοιχες σταλινικού τύπου πρακτικές ελέγχου».

Οι μεταβολές που έχουν επέλθει στο ελληνικό πανεπιστήμιο μέσα από τη νομοθεσία της τελευταίας πενταετίας αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα «σοβιετοποίησης». Συγκεκριμένα, διαπιστώνεται:

α) Εμμονή στον κεντρικό σχεδιασμό και τους κεντρικά καθορισμένους στόχους

Η κυβέρνηση χρησιμοποιεί το Υπουργείο και τους εποπτικούς θεσμούς του (π.χ. ΕΘΑΑΕ) για να ορίσει δείκτες απόδοσης, ελέγχου και κατατάξεις, που καθορίζουν άμεσα τη χρηματοδότηση και τη στελέχωση των πανεπιστημίων. Οι προσκλήσεις χρηματοδότησης ερευνητικών προγραμμάτων και οι επιτροπές αξιολόγησης ορίζονται απευθείας από τον υπουργό —και όχι μέσω των θεσμών έρευνας (π.χ. ΕΛΙΔΕΚ). Η προώθηση ξενόγλωσσων προγραμμάτων προπτυχιακών σπουδών και η προσέλκυση παραρτημάτων «διεθνώς άριστων πανεπιστημίων» αποφασίζονται κυβερνητικά και αναγορεύονται στη νέα Μεγάλη Ιδέα, η οποία ήδη παρουσιάζει σημάδια αποτυχίας.

β) Δημιουργία ισχυρών κέντρων εξουσίας

Διαμορφώνονται διοικητικές νομενκλατούρες που συγκεντρώνουν εξουσίες μακριά από την ακαδημαϊκή κοινότητα. Τα ολιγομελή Συμβούλια Διοίκησης αποφασίζουν σχεδόν για τα πάντα σε καθεστώς αδιαφάνειας. Ο πρύτανης εκλέγεται όχι από τα μέλη της κοινότητας αλλά από το Συμβούλιο Διοίκησης. Αντιπρυτάνεις και κοσμήτορες διορίζονται. Η σχετική νομοθεσία έχει διογκωθεί σε πρωτοφανή βαθμό, οδηγώντας σε υπερρύθμιση.

Έτσι, οι αποφάσεις συλλογικών οργάνων μετατρέπονται σε νομικές διαδικασίες και υπάγονται στον έλεγχο και τις πιέσεις του Υπουργείου. Ο υπουργός έχει τη δυνατότητα να καταργεί Τομείς, Τμήματα και Σχολές χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της ακαδημαϊκής κοινότητας. Για πρώτη φορά μετά τη δικτατορία, μέρος της διαδικασίας εκλογής και εξέλιξης μελών ΔΕΠ πραγματοποιείται κεντρικά στο Υπουργείο.

γ) Δομικός μετασχηματισμός της εργασίας

Οι πανεπιστημιακοί μετατρέπονται σε παραγωγούς μετρήσιμων δεικτών (δημοσιεύσεις, ετεροαναφορές, πιστοποιήσεις) αντί για αυτόνομους ερευνητές-δασκάλους. Η συνθήκη αυτή οδηγεί σε αλλοτρίωση και κόπωση. Παράλληλα, επεκτείνονται οι ελαστικές μορφές απασχόλησης και εντείνεται η εργασιακή πίεση.

δ) Εμπέδωση μηχανισμών πειθάρχησης

Οι συνεχείς αξιολογήσεις, η επιβολή διδάκτρων, η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής, η καθήλωση των αμοιβών και τα συστήματα κατάταξης λειτουργούν ως μηχανισμοί πειθάρχησης. Στις πιο ακραίες εκδοχές, υιοθετούνται πρακτικές που παραπέμπουν σε ολοκληρωτικά καθεστώτα: ιδιώνυμο για τους φοιτητές, ανώνυμες επιτροπές ασφάλειας, πολλαπλασιασμός πειθαρχικών διατάξεων, πανεπιστημιακή αστυνομία και εισαγγελία, ποινικοποίηση της ελευθερίας του λόγου —ακόμη και για την καταδίκη μιας γενοκτονίας (βλ. Παλαιστίνη).

ε) Παραγωγή συστημάτων αστάθειας και κοινωνικών συγκρούσεων

Φαινόμενα της σοβιετικής εποχής όπως το Tokuchestvo (συνεχές «τρέξιμο» και χαοτική υπερκόπωση) και το Pokazukha (εικονικές επιτυχίες των δεικτών στόχου) θυμίζουν τις σημερινές συνθήκες του «δημοσίευσε ή εξαφανίσου», την απόκρυψη ελλείψεων στα πανεπιστήμια και προβλημάτων στις υποδομές, τις σκηνοθετημένες αυξήσεις ετεροαναφορών και τις τεχνικές βελτίωσης της θέσης ενός πανεπιστημίου στις διεθνείς κατατάξεις. Το αποτέλεσμα είναι συνεχείς συγκρούσεις στην ακαδημαϊκή κοινότητα και πρωτοφανής αγανάκτηση των φοιτητών.

Απέναντι σε αυτό το πλαίσιο, το οποίο ο κοινωνικός ανθρωπολόγος David Graeber ονόμασε «δομική ηλιθιότητα», διατυπώνονται νέα αιτήματα για ένα πανεπιστήμιο που θα λειτουργεί με όραμα και συμμετοχή, όχι με φόβο και διαχείριση. Για να ξεφύγει το ελληνικό πανεπιστήμιο από το σημερινό τέλμα, απαιτείται γενναία χρηματοδότηση, ισχυρή στελέχωση και μεσο-μακροπρόθεσμες επενδύσεις στις υποδομές.

Παράλληλα, χρειάζεται απεμπλοκή από τη νεοφιλελεύθερη θεσμική «σοβιετοποίηση» στην οποία το καθηλώνει η σημερινή κυβέρνηση. Ας επιτρέψουμε στο ελληνικό πανεπιστήμιο να χαράξει δημοκρατικά τον δρόμο του στην παραγωγή και τη δωρεάν διάδοση της νέας γνώσης στις επιστήμες, τα γράμματα και τις τέχνες.