website analysis Τραμπ / «Καλλιεργήστε την αντίσταση» – Η στρατηγική στήριξής του στην ευρωπαϊκή ακροδεξιά – Epikairo.gr

Η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ υποστηρίζει ότι η Ευρώπη κινδυνεύει μέσα στις επόμενες δύο δεκαετίες με «εξάλειψη του πολιτισμού της» λόγω της μετανάστευσης και της εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ενοποίησης, όπως περιγράφεται σε κείμενο στρατηγικής πολιτικής που υποστηρίζει ότι οι ΗΠΑ οφείλουν να «καλλιεργήσουν την αντίσταση» στο εσωτερικό της ηπείρου απέναντι στην «τρέχουσα πορεία» της Ευρώπης, αποκαλύπτει η εφημερίδα The Washington Post.

Το έγγραφο, το οποίο παρουσιάζεται ως «οδικός χάρτης για να διασφαλιστεί ότι η Αμερική θα παραμείνει το σπουδαιότερο και πιο επιτυχημένο έθνος στην ανθρώπινη ιστορία και το σπίτι της ελευθερίας στη Γη», αποτελεί την Εθνική Στρατηγική Ασφαλείας των ΗΠΑ και διατυπώνει ανοιχτά τη στήριξη της Ουάσιγκτον στα εθνικιστικά, ακροδεξιά κόμματα της Ευρώπης.

Στο κείμενο, με εισαγωγή υπογεγραμμένη από τον Τραμπ, αναφέρεται ότι η Ευρώπη βρίσκεται σε οικονομική παρακμή, αλλά τα «πραγματικά της προβλήματα» είναι «ακόμα βαθύτερα».

Περιλαμβάνουν, όπως σημειώνεται, «δραστηριότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που υπονομεύουν την πολιτική ελευθερία και την εθνική κυριαρχία, μεταναστευτικές πολιτικές που μετασχηματίζουν την ήπειρο, λογοκρισία της ελευθερίας του λόγου και καταστολή της πολιτικής αντιπολίτευσης…και απώλεια των εθνικών ταυτοτήτων».

Το κείμενο 33 σελίδων που εκθέτει το δόγμα «Πρώτα η Αμερική» φαίνεται να υιοθετεί τη ρατσιστική συνωμοσιολογική θεωρία της «Μεγάλης Αντικατάστασης», υποστηρίζοντας ότι αρκετά κράτη κινδυνεύουν να γίνουν «κατά πλειοψηφία μη ευρωπαϊκά» και ότι η ήπειρος αντιμετωπίζει «το πραγματικό και σκληρό ενδεχόμενο πολιτισμικής εξάλειψης».

Προσθέτει: «Εάν συνεχιστούν οι σημερινές τάσεις, η ήπειρος θα είναι αγνώριστη σε λιγότερο από 20 χρόνια».

Κατά συνέπεια, η αμερικανική πολιτική, σύμφωνα με το έγγραφο, οφείλει να περιλαμβάνει την «καλλιέργεια αντίστασης στην τρέχουσα πορεία της Ευρώπης μέσα στα ευρωπαϊκά κράτη», αλλά και την ενίσχυση της ικανότητας της Ευρώπης «να αναλάβει την κύρια ευθύνη για την ίδια της την άμυνα» και το «άνοιγμα των ευρωπαϊκών αγορών στα αμερικανικά αγαθά και υπηρεσίες».

Απαντώντας στο στρατηγικό αυτό κείμενο, ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Γιόχαν Βάντεφουλ δήλωσε ότι οι ΗΠΑ παραμένουν ζωτικός σύμμαχος στον τομέα της ασφάλειας, αλλά «ζητήματα ελευθερίας της έκφρασης και οργάνωσης των ελεύθερων κοινωνιών μας» δεν ανήκουν σε αυτή την κατηγορία.

«Θεωρούμε ότι είμαστε απολύτως ικανοί να συζητάμε και να αποφασίζουμε γι’ αυτά τα θέματα μόνοι μας στο μέλλον, χωρίς την ανάγκη εξωτερικών υποδείξεων», πρόσθεσε.

Το κείμενο πολιτικής, που δόθηκε στη δημοσιότητα από τον Λευκό Οίκο, υπογραμμίζει – σε γλώσσα που μοιάζει εξαιρετικά επιθετική προς στενούς συμμάχους – ότι οι ΗΠΑ οφείλουν να «υπερασπιστούν τη γνήσια δημοκρατία, την ελευθερία της έκφρασης και την απενοχοποιημένη ανάδειξη του ξεχωριστού χαρακτήρα και της ιστορίας κάθε ευρωπαϊκού έθνους», προσθέτοντας ότι η Ουάσιγκτον «ενθαρρύνει τους πολιτικούς συμμάχους της στην Ευρώπη να προωθήσουν αυτή την αναγέννηση του πνεύματος».

Με δεδομένο ότι ακροδεξιά κόμματα συμμετέχουν ήδη σε κυβερνήσεις, στηρίζουν δεξιούς συνασπισμούς ή προηγούνται σε δημοσκοπήσεις σε αρκετά κράτη-μέλη της ΕΕ, το έγγραφο επισημαίνει ότι «η αυξανόμενη επιρροή των πατριωτικών ευρωπαϊκών κομμάτων…αποτελεί λόγο για μεγάλη αισιοδοξία».

Η κυβέρνηση Τραμπ έχει επανειλημμένα επιχειρήσει να αναπτύξει στενότερες σχέσεις με τα εθνικιστικά κόμματα της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης της γερμανικής ακροδεξιάς «Εναλλακτικής για τη Γερμανία» (AfD). Τον Σεπτέμβριο, ανώτερο στέλεχος της AfD επισκέφθηκε τον Λευκό Οίκο για συναντήσεις με υψηλόβαθμους αξιωματούχους.

Στο μεταναστευτικό, η στρατηγική εμφανίζεται να υιοθετεί ανοιχτά τη «θεωρία της Μεγάλης Αντικατάστασης», σύμφωνα με την οποία οι λευκοί ευρωπαϊκοί πληθυσμοί δήθεν αντικαθίστανται σκόπιμα από μη λευκούς πληθυσμούς. Σ

το κείμενο αναφέρεται ότι είναι «περισσότερο από εύλογο» πως «σε λίγες δεκαετίες το αργότερο» ορισμένα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ «θα έχουν καταστεί κατά πλειοψηφία μη ευρωπαϊκά».

Υποστηρίζει ότι η Ευρώπη πρέπει να «παραμείνει ευρωπαϊκή, να ανακτήσει την πολιτισμική της αυτοπεποίθηση και να εγκαταλείψει τη χρεοκοπημένη εμμονή στη ρυθμιστική ασφυξία», ενώ θεωρεί ότι η έλλειψη αυτής της αυτοπεποίθησης αποτυπώνεται και στη στάση της ηπείρου απέναντι στη Ρωσία.

Καθώς ο Τραμπ επιδιώκει ένα τέλος στον πόλεμο στην Ουκρανία που, κατά πάσα πιθανότητα, θα σήμαινε παραχώρηση εδαφών στη Ρωσία, το κείμενο κατηγορεί τους Ευρωπαίους ότι επιδεικνύουν αδυναμία. Παρά το «σημαντικό πλεονέκτημα σε σκληρή ισχύ», όπως σημειώνεται, πολλοί στην ήπειρο «αντιμετωπίζουν τη Ρωσία ως υπαρξιακή απειλή».

Το έγγραφο υπογραμμίζει ότι είναι «ζωτικό συμφέρον των ΗΠΑ να διαπραγματευτούν μια ταχεία παύση των εχθροπραξιών στην Ουκρανία», αλλά ότι η Ουάσιγκτον «βρίσκεται σε σύγκρουση με Ευρωπαίους αξιωματούχους που τρέφουν μη ρεαλιστικές προσδοκίες για τον πόλεμο, ενώ στηρίζονται σε εύθραυσες κυβερνήσεις μειοψηφίας, πολλές από τις οποίες καταπατούν βασικές δημοκρατικές αρχές για να καταστείλουν την αντιπολίτευση».

Υποστηρίζει ότι μια «μεγάλη ευρωπαϊκή πλειοψηφία» επιθυμεί ειρήνη στην Ουκρανία, αλλά ότι αυτό «δεν αποτυπώνεται στην πολιτική, σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας της υπονόμευσης των δημοκρατικών διαδικασιών από αυτές τις κυβερνήσεις».

Η δημοσιοποίηση της στρατηγικής ήρθε λίγες ώρες μετά τις αναφορές ότι ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν φέρεται να προειδοποίησε τον Ουκρανό ομόλογό του Βολοντιμίρ Ζελένσκι ότι οι ΗΠΑ μπορεί «να προδώσουν την Ουκρανία στο ζήτημα των εδαφών, χωρίς σαφήνεια ως προς τις εγγυήσεις ασφαλείας».

Η κατεύθυνση του αμερικανικού κειμένου παραπέμπει και στην ιδεολογική επίθεση που εξαπέλυσε ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Τζέι Ντι Βανς κατά της Ευρώπης στη φετινή Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου, όπου κατηγόρησε τους Ευρωπαίους ηγέτες ότι καταπνίγουν την ελευθερία του λόγου, δεν ελέγχουν τη μη νόμιμη μετανάστευση και απομακρύνονται από τις πραγματικές πεποιθήσεις των ψηφοφόρων τους.

Παρά την οξύτατη κριτική, το κείμενο παραδέχεται ότι η Ευρώπη παραμένει «στρατηγικά και πολιτισμικά ζωτικής σημασίας» για τις ΗΠΑ, με το διατλαντικό εμπόριο να αποτελεί έναν από τους πυλώνες της παγκόσμιας οικονομίας και της αμερικανικής ευημερίας. Τονίζει επίσης ότι οι ΗΠΑ «χρειάζονται μια ισχυρή Ευρώπη για να μας βοηθήσει να ανταγωνιστούμε επιτυχώς και να συνεργαστούμε ώστε να αποτρέψουμε οποιονδήποτε αντίπαλο από το να κυριαρχήσει στην ήπειρο».

Καταλήγει λέγοντας ότι η Ουάσιγκτον επιθυμεί «να συνεργαστεί με χώρες που συμμερίζονται το όραμα για αποκατάσταση της προηγούμενης δόξας τους».