Με αφορμή την επετειακή έκδοση Himalayan 450 Black Mana για τα 125 χρόνια της Royal Enfield, γυρίζουμε το χρόνο πίσω και ανακαλύπτουμε τη σπίθα που άναψε την δημοφιλέστερη κατηγορία μοτοσικλέτας σήμερα, τα travel enduro.
Την τελευταία πενταετία, καμία κατηγορία δικύκλου δεν γνωρίζει μεγαλύτερη άνθηση από το travel enduro. Οι μοτοσικλέτες αυτές έχουν μετατραπεί στο απόλυτο εργαλείο ελευθερίας για τον σύγχρονο αναβάτη, καθώς συνδυάζουν καθημερινή πρακτικότητα, άνεση για ταξίδι, κορυφαία εργονομία, ικανότητα στον χωματόδρομο και μια αίσθηση ανεξαρτησίας που λίγα οχήματα δίνουν.
Ο κόσμος τις λατρεύει γιατί καλύπτουν σχεδόν τα πάντα: από commuting στο κέντρο της πόλης μέχρι πολυήμερες εξορμήσεις σε βουνά, δάση και απομακρυσμένα σημεία.
Και ενώ σήμερα θεωρείται ο πιο δημοφιλής τύπος μοτοσικλέτας, η φυσική απορία είναι πώς ξεκίνησε αυτό το ρεύμα; Ποιο μοντέλο άνοιξε τον δρόμο και έδειξε ότι μπορείς να έχεις πραγματική adventure εμπειρία χωρίς υπερβολικό κόστος ή περιπλοκότητα; Η απάντηση βρίσκεται στο Royal Enfield Himalayan.
Η Royal Enfield, ειδικά πριν το 2010, είχε μεγάλη επιτυχία στην Ινδία αλλά όχι ιδιαίτερη παρουσία στην κατηγορία των adventure. Τότε, ο Σιντάρτα Λαλ, ο άνθρωπος που ουσιαστικά αναγέννησε την εταιρεία, είχε ένα όραμα. Να δημιουργήσει μια μοτοσικλέτα που δεν θα ήταν απλώς «ικανή» για τα Ιμαλάια, αλλά σχεδιασμένη από τα Ιμαλάια, για τα Ιμαλάια.
Η ιδέα δεν ξεκίνησε σε κάποιο εργαστήριο σχεδίασης, αλλά στην πραγματική ζωή. Ο ίδιος ο Λαλ ταξίδευε συχνά στα βουνά με παρέες αναβατών που οδηγούσαν παλιά Bullets, Electra και Classic.
Παρά την αγάπη τους για τις Royal Enfield, οι μοτοσικλέτες αυτές δεν ήταν φτιαγμένες για τις δύσκολες, πετρώδεις και συχνά επικίνδυνες διαδρομές των Ιμαλαΐων.
Οι αναβάτες λοιπόν έφτιαχναν μόνοι τους «χειροποίητες» μοτοσικλέτες. Τοποθετούσαν μεγαλύτερους τροχούς, πιο ψηλές αναρτήσεις, ενισχυμένες βάσεις, μπαγκαζιέρες από σωλήνες, ακόμη και αυτοσχέδια προστατευτικά.
Ήταν πειραματισμοί γεμάτοι πάθος, αλλά όχι πάντα αξιόπιστοι. Ουσιαστικά, κάθε ένας από αυτούς δημιουργούσε μια δική του «Himalayan».
Κάπως έτσι γεννήθηκε η ιδέα στον αεικίνητο Πρόεδρο της Royal Enfield. «Αφού οι αναβάτες φτιάχνουν μόνοι τους την ιδανική μοτοσικλέτα για τα Ιμαλάια, γιατί να μην τους τη φτιάξουμε εμείς;»
Προσκάλεσε αναβάτες, ταξιδιώτες, πλοηγούς-αναβάτες από τα περίφημα tour guides και μηχανικούς της περιοχής. Δεν ζήτησε από κανέναν να οραματιστεί ένα «high-tech adventure». Ζήτησε κάτι πολύ πιο απλό: «Πείτε μου τι χρειάζεστε. Όχι τι θέλετε! Τι χρειάζεστε πραγματικά όταν ο δρόμος ουσιαστικά τελειώνει».
Οι απαντήσεις ήταν σχεδόν ταυτόσημες με τις περισσότερες αναφορές να έχουν να κάνουν με την αξιοπιστία, την ανθεκτικότητα και την απλότητα. «Να μη χαλάει. Να αντέχει το βάρος. Να μη ζεσταίνεται. Να έχει ροπή από χαμηλά. Να είναι εύκολο να το διορθώσεις ακόμη κι αν χαλάσει. Να είναι άνετο για πολλές ώρες. Να μπορεί να ξεπερνάει πέτρες, λάσπες, χιόνια. Να μην κοστίζει μια περιουσία», ήταν μερικά από αυτά που ακούστηκαν από τους εμπλεκόμενους.
Αυτό δεν υπήρχε τότε στην αγορά. Υπήρχαν μεγάλα, ακριβά adventure και πιο μικρές on-off μοτοσικλέτες, αλλά κανένα πραγματικό «εργαλείο» ειδικά φτιαγμένο για μια δύσκολη συνθήκη όπως αυτή των Ιμαλαΐων.
Η ομάδα της Royal Enfield πήγε στα Ιμαλάια… κυριολεκτικά. Εκεί δοκίμασαν πρωτότυπα, έσπασαν πλαίσια, αναρτήσεις, λάστιχα, τα πάντα. Αν ένα εξάρτημα δεν άντεχε τις συνθήκες, στελνόταν πίσω και σχεδιαζόταν από την αρχή.
Πολλές ιστορίες μηχανικών της εταιρείας διέρρευσαν από εκείνη την περίοδο και ανάφεραν ότι το Himalayan είχε με διαφορά τη σκληρότερη διαδικασία δοκιμής στο πεδίο από κάθε άλλη μοτοσικλέτα της Enfield πριν από αυτό. Άλλωστε, αν αντέχει στα Ιμαλάια, αντέχει παντού.
Το αποτέλεσμα ήταν μια μοτοσικλέτα σχεδιασμένη από το μηδέν, όχι «παράγωγο» άλλου μοντέλου. Μινιμαλιστική, πρακτική, στιβαρή και χωρίς περιττή τεχνολογία. Αυτός ο αυθεντικός χαρακτήρας ήταν που αργότερα την έκανε παγκόσμιο best-seller.
Ήταν τίμιο, ανθεκτικό, πρακτικό και πάνω απ’ όλα αληθινό. Δεν προσποιούταν ότι είναι κάτι παραπάνω από αυτό που ήταν: μια μοτοσικλέτα για πραγματική περιπέτεια, όχι για βιτρίνα.
Αυτός ο αυθεντικός χαρακτήρας κέρδισε δεκάδες χιλιάδες αναβάτες σε όλο τον κόσμο, αλλά και στην Ελλάδα, όπου η φιλοσοφία του μοντέλου ταίριαξε ιδανικά με τα μικτά εδάφη, τις ορεινές διαδρομές, τις κρυφές παραλίες και τις ανάγκες των μοτοσικλετιστών που ήθελαν κάτι εύχρηστο και αξιόπιστο.
Το Himalayan έγινε γρήγορα best-seller γιατί έδινε κάτι που έλειπε. Μια πραγματική adventure εμπειρία με χαμηλό κόστος χρήσης και συντήρησης.
Με την επιτυχία να έχει ήδη εδραιωθεί, η Royal Enfield βελτίωσε σταδιακά το Himalayan χωρίς να αλλοιώσει το DNA του.
Έγιναν αναβαθμίσεις στον κινητήρα και στα φρένα, βελτιώθηκε η αξιοπιστία, ανανεώθηκε η εργονομία και προσαρμόστηκε η μοτοσικλέτα στις απαιτήσεις της σύγχρονης αγοράς.
Η πρώτη γενιά είχε έναν μονοκύλινδρο, αερόψυκτο κινητήρα 411 κ.εκ. με απόδοση 24 ίππους και 32 Nm ροπής συνοδευόμενο από 5τάχυτο κιβώτιο. Ήταν άθραυστος, οικονομικός και φιλικός στη χρήση.
Το ατσάλινο πλαίσιο παρείχε στιβαρότητα, ενώ οι αναρτήσεις και τα φρένα είχαν την ικανότητα να ανταποκριθούν άψογα σε όλες τις συνθήκες. Ο τροχός από την άλλη των 21 ιντσών εμπρός ήταν σύμμαχος στις off-road εξερευνήσεις.
Αυτή η συνέπεια στη φιλοσοφία του μοντέλου ήταν που το κράτησε στο προσκήνιο για χρόνια, ενώ παράλληλα το έκανε γνώριμο και αγαπητό σε μια παγκόσμια κοινότητα ταξιδιωτών.
Κάθε έκδοση ήταν καλύτερη από την προηγούμενη, αλλά ποτέ δεν προδόθηκε ο σκοπός που ήταν η δημιουργία μιας αξιόπιστης, προσιτής και απόλυτα ειλικρινούς adventure μοτοσικλέτας.
Το πραγματικό όμως «άλμα» έγινε με την παρουσίαση του Himalayan 450, που κυκλοφορεί σήμερα. Πρόκειται για την ώριμη ολοκλήρωση του μοντέλου.
Η Royal Enfield διατήρησε την αυθεντική φιλοσοφία του Himalayan αλλά την έντυσε με σύγχρονη τεχνογνωσία, τεχνολογία και οδική συμπεριφορά που το φέρνουν πλέον στην πρώτη γραμμή της κατηγορίας.
Ο νέος υγρόψυκτος μονοκύλινδρος κινητήρας Sherpa των 452 κ.εκ. αποδίδει περίπου 40 ίππους και 40 Nm ροπής, προσφέροντας σαφώς ανώτερη απόδοση, πιο γεμάτο μεσαίο φάσμα και ομαλότερη λειτουργία από ποτέ.
Η ύπαρξη ηλεκτρονικού γκαζιού (ride-by-wire), το 6τάχυτο κιβώτιο, τα riding modes και η πιο προοδευτική απόδοσή του κάνουν το ταξίδι ευκολότερο, ενώ στο χώμα δίνει δύναμη με τρόπο ελεγχόμενο και φιλικό.
Το πλαίσιο επίσης επανασχεδιάστηκε και απέκτησε νέες αναρτήσεις Showa με ανεστραμμένο πιρούνι 43 χιλ. εμπρός, μεγάλη διαδρομή 200 χιλ. στο αμορτισέρ πίσω αλλάζοντας ριζικά τη συμπεριφορά της μοτοσικλέτας.
Στο χώμα είναι πολύ πιο ικανή, ευέλικτη και σταθερή, ενώ στον αυτοκινητόδρομο ταξιδεύει με ταχύτητες που η προηγούμενη γενιά δεν μπορούσε να υποστηρίξει το ίδιο άνετα. Η θέση οδήγησης είναι πλέον πιο προσεγμένη, ενώ η ρυθμιζόμενη σέλα βοηθά ώστε να ταιριάζει σε περισσότερους αναβάτες.
Τεράστια αναβάθμιση αποτελεί και η τεχνολογία. Η TFT οθόνη 4 ιντσών διαθέτει πλοήγηση Google Maps, ενώ η συνδεσιμότητα με smartphone και οι διαφορετικοί χάρτες λειτουργίας φέρνουν το Himalayan πιο κοντά στον high tech κόσμο του σήμερα. Δεν γίνεται υπερβολικά περίπλοκο, όμως προσφέρει όλα όσα χρειάζεται ο αναβάτης σήμερα.
Το Royal Enfield Himalayan 450 αποτελεί την κορύφωση μιας πορείας που ξεκίνησε το 2016 και συνεχίζεται σήμερα με μια μοτοσικλέτα που μπορεί να σταθεί επάξια δίπλα σε μοντέλα πολύ ακριβότερα. Είναι η απόδειξη ότι μια σπίθα μπορεί να γίνει ηφαίστειο και να παρασύρει τα πάντα στο πέρασμά της δημιουργώντας κάτι νέο – κάτι ριζοσπαστικό.
Η Himalayan 450 είναι το αποτέλεσμα εμπειρίας, εξέλιξης και αφοσίωσης σε μια φιλοσοφία που δεν έκανε ποτέ βήμα πίσω: η περιπέτεια πρέπει να είναι προσβάσιμη σε όλους. Ήταν και παραμένει η πιο ειλικρινής και «αληθινή» travel enduro πρόταση της κατηγορίας του.
Όλα όσα θέλεις να μάθεις για την Royal Enfield Himalayan 450 ΕΔΩΓια το δίκτυο της Royal Enfield στην Ελλάδα πατήστε ΕΔΩ
