website analysis Ο Γιάννης Οικονομίδης στο Documento: «Η Ελλάδα έχει ήδη πέσει στον γκρεμό» – Epikairo.gr

Ο Γιάννης Οικονομίδης στο Documento: «Η Ελλάδα έχει ήδη πέσει στον γκρεμό»
O σκηνοθέτης της «Σπασμένης φλέβας» μιλάει για τον κινηματογράφο, τους νεόπλουτους και την πολιτική κατρακύλα.
«Από τη στιγμή που οι πολιτικοί μας είναι ο ένας χειρότερος από τον άλλον, η μόνη λύση είναι η επανάσταση. Επανάσταση σε όλα, όπως έλεγε κι ο Γκοντάρ» λέει ο Γιάννης Οικονομίδης (Φωτογραφία: Κώστας Καπαρελιώτης)

Η «Σπασμένη φλέβα» είναι η έκτη ταινία που υπογράφει ο Γιάννης Οικονομίδης, ο οποίος με την πρώτη του κιόλας, το «Σπιρτόκουτο» του 2001, πήγε κόντρα στο ρεύμα και άλλαξε την πορεία και τους κανόνες της αφήγησης του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου. Συναντηθήκαμε στα γραφεία της εταιρείας παραγωγής «Αργοναύτες στα Εξάρχεια» και μιλήσαμε για την πρώτη συνεργασία του με τον Βαγγέλη Μουρίκη στο σενάριο του φιλμ, τους νεόπλουτους Ελληνες, την κατρακύλα της πολιτικής, τους ανθρώπους της διπλανής πόρτας αλλά και τα νέα στοιχεία –δραματικά και αφηγηματικά– που εισάγει στη «Σπασμένη φλέβα», μια γνήσια τραγική ταινία.

«Εχουμε πιάσει πάτο, φίλε, αλλά δεν το ξέρουμε» μου λέει προτού ξεκινήσουμε την κουβέντα μας για την ταινία που παρουσιάζει μια ιστορία-καθρέφτη της Ελλάδας των τελευταίων δεκαετιών. Μιας χώρας που βρίσκεται σε βαθιά κρίση, με τους πολίτες της να δείχνουν πιο χαμένοι από ποτέ προσπαθώντας να μαζέψουν τα κομμάτια τους.

Πώς ξεκίνησε η αρχική ιδέα, τίνος ήταν και πώς προέκυψε η συνεργασία με τον Βαγγέλη Μουρίκη;

Είχα μια ιδέα στο κεφάλι μου λίγο προτού έρθει ο Covid. Ομως με το που μπήκαμε στην καραντίνα το σχέδιο πήρε άλλη τροπή. Δεν μπορούσα να φτιάξω μεγάλο σχήμα σεναριακά, όπως συνήθως κάνω με τρία τέσσερα άτομα και την καθιερωμένη συγγραφή σεναρίου στο γραφείο.

Και στο «Σπιρτόκουτο» έτσι είχατε δουλέψει το σενάριο;

Οχι. Εκεί ήταν πιο αυτοσχεδιαστικά. Κατέβασα μεν εγώ τη βασική ιδέα, αλλά δουλεύαμε όλοι μαζί πάνω στους διαλόγους, στις σκηνές κ.λπ. Υπήρχε βέβαια στο «Σπιρτόκουτο» η βοηθός μου που μόνταρε τις ατάκες, τις ιδέες που έπεφταν και κάπως έτσι βγήκε το σενάριο που ήταν όμως σε συνεχή εξέλιξη μέχρι και το γύρισμα. Καθώς λοιπόν με τον Βαγγέλη πάντα μιλούσαμε για τις ταινίες, ανακατευόταν στα σενάρια –είναι ένας άνθρωπος που εκτιμώ και εμπιστεύομαι απόλυτα–, βρήκαμε κοινό έδαφος. Του είπα μια μέρα λοιπόν αν θέλει να φτιάξουμε μαζί το σενάριο. Δέχτηκε και μετά ερχόταν στη ζούλα στο σπίτι μου και αρχίσαμε να το δουλεύουμε παρέα.

(Ξαφνικά χτυπάει το τηλέφωνο του κι απαντάει: «Ελα, Μπετούλα […] ναι, καλύτερα τότε […] θα επιβεβαιώσω και σε παίρνω» […])

Η Μπέτυ Αρβανίτη ήταν; Δυνατή η επανεμφάνισή της στο σινεμά και μάλιστα σε κόντρα ρόλο.

Ναι, η Μπέτυ ήταν φοβερή. Κι ενώ μιλάμε συχνά, καθώς βλέπω όλες τις παραστάσεις της και είμαστε φίλοι –και με τον γιο της τον Αλέξη (σ.σ.: ο συγγραφέας Αλέξης Σταμάτης)–, δεν μου είχε περάσει από το μυαλό για τον ρόλο. Μου έριξε την ιδέα η Μαρία Κεχαγιόγλου, όταν η ηθοποιός που πρωτοσκέφτηκα και της πρότεινα να παίξει το συγκεκριμένο ρόλο αρνήθηκε για τους δικούς της λόγους. Της το πρότεινα, αρχίσαμε τις πρόβες και πήγαν όλα καλά. Ηταν όντως η Μπέτυ η ιδανική για τον ρόλο αυτό.

Από τον Κορυδαλλό του «Σπιρτόκουτου» το 2000 στη Βούλα της «Σπασμένης φλέβας» το 2025. Τι έχει αλλάξει στην Ελλάδα όλα αυτά τα χρόνια;

Και τι δεν έχει αλλάξει… Προς το χειρότερο. Εχει πάει ακόμη πιο βαθιά στον βούρκο η Ελλάδα. Βουλιάζει κι άλλο. Τα πράγματα αυτήν τη στιγμή είναι σκατά κι απόσκατα.

Και τι φταίει γι’ αυτό;

Κυρίως οι πολιτικοί. Ακροδεξιοί και άχρηστοι πολιτικοί. Λαμόγια παντού. Ανθρωποι που τους νοιάζει μόνο ο εαυτούλης τους και όλοι οι άλλοι να πάνε να πηδηχτούν. Εξαχρειωμένα πολιτικά συστήματα. Ο νόμος του καουμπόη και όποιος είναι πιο δυνατός να πατάει στα ίσα τον απέναντί του. Από ένα μικρό αποικιοκρατικό μόρφωμα όπως είναι η Ελλάδα, όμως, τι άλλο μπορείς να περιμένεις; Το πράγμα φαινόταν εδώ και τριάντα χρόνια ότι εδώ θα καταλήγαμε. Από τότε εμείς το είχαμε δει το έργο. Τα λέγαμε ότι εδώ θα φτάσουμε, αλλά το χειρότερο δεν το έχουμε δει ακόμη. Η κατρακύλα είναι χωρίς χειρόφρενο. Τα πράγματα δεν πάνε καλά. Η Ελλάδα πλέον δεν οδηγείται στον γκρεμό. Εχει ήδη πέσει στον γκρεμό.

Και οι επόμενες γενιές; Οι σημερινοί νέοι τι μπορούν να κάνουν για να το αλλάξουν αυτό;

Γιατί νομίζετε ότι οι γονείς έχουν τέτοια εμμονή με τις ξένες γλώσσες; Επειδή θέλουν τα παιδιά τους σπουδάζοντας και μιλώντας δύο τρεις γλώσσες να φύγουν από εδώ μπας και γλιτώσουν.

Επομένως θεωρείτε ότι δεν υπάρχει καμία λύση;

Από τη στιγμή που οι πολιτικοί μας είναι ο ένας χειρότερος από τον άλλον, η μόνη λύση είναι η επανάσταση. Επανάσταση σε όλα, όπως έλεγε κι ο Γκοντάρ στην ταινία «Nouvelle Vague» που είδα προχτές στο σινεμά. Τώρα… τι επανάσταση, από πού θα έρθει, ποιος θα την κάνει κ.λπ. δεν ξέρω. Ομως τα πράγματα πρέπει να ανατραπούν, δεν πάει άλλο.

Είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο τα όσα περιγράφετε στο φιλμ;

Οχι φυσικά. Δεν βλέπουμε την κατάσταση στον δυτικό κόσμο; Οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι. Ολος ο πλανήτης πάει κατά διαόλου. Η υποκρισία επικρατεί παντού, όπως η εξαθλίωση και ο νόμος του ισχυρού. Η Δικαιοσύνη αμφισβητείται και όλα πλέον έχουν απαξιωθεί. Τόσοι αγώνες έχουν γίνει και ο περίφημος δυτικοευρωπαϊκός Διαφωτισμός έχει πάει κατά διαόλου. Ολα έχουν πεταχτεί μες στην τουαλέτα κι έχουμε τραβήξει και το καζανάκι.

Η ευθύνη ποιους βαραίνει; Μόνο τους πολιτικούς ή το φταίξιμο πέφτει και στον απλό πολίτη που δύσκολα διαχωρίζεται από τη μάζα και παράλληλα γλυκαίνεται από τους λαϊκιστές;

Εντάξει, αυτά είναι γνωστά πράγματα και η ευθύνη καταμερίζεται σε όλους. Ομως την πιο μεγάλη ευθύνη τη φέρουν οι από πάνω. Κακά τα ψέματα. Το ψάρι βρομάει από το κεφάλι. Δηλαδή ο κοσμάκης από κάτω άγεται και φέρεται ανάλογα με το πώς του διαμορφώνεις την πραγματικότητα και την καθημερινότητά του. Στην ουσία αυτό που προσπαθεί ο απλός ανθρωπάκος να κάνει είναι να επιβιώσει. Γι’ αυτό λοιπόν προσπαθεί να κλέψει την εφορία, να κάνει τη λαμογιά του κ.ο.κ. Εντάξει, σε έναν βαθμό έχει κι αυτός την ευθύνη του. Ομως η μεγαλύτερη ευθύνη πέφτει σε εκείνους που έχουν τον έλεγχο των Μέσων και ορίζουν τις τύχες του κοσμάκη. Αυτοί, λοιπόν, που μας έχουν βουτήξει στα σκατά είναι οι βασικοί υπεύθυνοι. Ο κόσμος πρέπει να επαναστατήσει. Πρέπει να ανατρέψει την κατάσταση αυτή επειδή δεν πάει άλλο. Εκεί είναι όλη η ιστορία.

Η ιστορία της «Σπασμένης φλέβας» εκτυλίσσεται στα νότια προάστια. Γιατί εκεί;

Γιατί εκεί βρίσκεται αυτός ο κόσμος που περιγράφεται στην ταινία. Και κυρίως ο μεσοαστός ήρωας. Ο καλοζωισμένος νεόπλουτος.

Θα μπορούσε να είναι ο χαρακτήρας του Μπισμπίκη η εξέλιξη του χαρακτήρα του Λίτση; Δηλαδή ο μικροαστός Ελληνας επιχειρηματίας που ονειρεύεται μια μέρα να πιάσει την καλή;

Σε ένα θεωρητικό πλαίσιο ναι, αν και είναι πολύ διαφορετικοί σαν χαρακτήρες. Σε επίπεδο πολιτικό και κοινωνικό ίσως θα μπορούσε να διαβαστεί έτσι η ιστορία. Ομως σε ψυχογραφικό επίπεδο είναι άλλοι άνθρωποι.

«Ο περίφημος δυτικοευρωπαϊκός Διαφωτισμός έχει πάει κατά διαόλου. Ολα έχουν πεταχτεί μέσα στην τουαλέτα κι έχουμε τραβήξει και το καζανάκι»

Η ελληνική οικογένεια πρωταγωνιστεί σε όλα σας τα φιλμ.

Εντάξει, είναι η κυρίαρχη μυθολογία μας. Πώς είναι για τους Αμερικανούς η κυρίαρχη μυθολογία τους το γουέστερν και το αχανές τοπίο; Ετσι και σε μας είναι η οικογένεια. Στην ταινία υπάρχει η υποκρισία μεταξύ των μελών της οικογένειας του επιχειρηματία Αλεξόπουλου. Η απόλυτη παρακμή της οικογένειας και κατ’ επέκταση της Ελλάδας. Είναι μια τοιχογραφία η «Σπασμένη φλέβα». Ενας καμβάς για τη σημερινή Ελλάδα και τον σημερινό Νεοέλληνα.

Τι ενδιαφέρον βρήκατε στον χαρακτήρα του Αλεξόπουλου για να τον χρίσετε πρωταγωνιστή σας;

Είναι αναγνωρίσιμος τύπος, που τον ξέρουμε. Ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας που τον έχουμε δει, τον έχουμε ζήσει, έχουμε κάνει παρέα. Γι’ αυτό κι έχει πράγματα που μας αφορούν. Σε πολλά επίπεδα. Μπορούμε να δούμε τον εαυτό μας εκεί μέσα.

Eίναι όμως ένας αρνητικός ήρωας ο Αλεξόπουλος. Δεν φοβηθήκατε μήπως ο θεατής δεν μπορέσει να ταυτιστεί μαζί του;

Πάντα υπάρχει αυτός ο κίνδυνος, αλλά εδώ δεν νομίζω ότι μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο. Το έχω τσεκάρει με δεκάδες τρόπους κι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι είναι ένας σύνθετος χαρακτήρας που προκαλεί πολλά αντιφατικά συναισθήματα. Είναι μια στο καρφί και μια στο πέταλο. Τη μια θες να τον κλοτσήσεις ή να τον φτύσεις και την άλλη να τον αγκαλιάσεις.

Το μεγαλύτερο μέρος του φιλμ είναι γυρισμένο μες στο φως. Ηταν επιλογή ή τυχαίο;

Ξεκινήσαμε τα γυρίσματα την άνοιξη κι έτυχε να έχει καλές μέρες τότε. Ευτυχώς η αισθητική της ταινίας ταίριαξε με το φως. Αυτό το αττικό, το άπλετο φως που λούζει τα πάντα. Είναι ωραίο που υπάρχουν καθαροί ουρανοί και φως στην ταινία. Μας βοήθησε για να δείξουμε πως κάτω από αυτή την ηλιοφάνεια κρύβεται μια τόσο βρόμικη ιστορία.

Ποια καινοτομία εισάγετε σε σχέση με τα προηγούμενα φιλμ σας;

Θεωρώ ότι είναι μια πιο καλοδουλεμένη αφηγηματικά ταινία. Είναι καθαρόαιμο δράμα. Δεν υπάρχει το γκροτέσκο χιούμορ των παλιών φιλμ, με τους αντίστοιχους χαρακτήρες που είχαν άλλο σκοπό. Εννοώ τη γελοιογραφική παραδοξότητα της πραγματικότητας. Εδώ δεν υπάρχει αυτό.

Γιατί κάνατε αυτή την επιλογή;

Επειδή δεν ήθελα τίποτα να διασπάσει την προσοχή του θεατή. Να βιώσει καλά την ιστορία που ζει ο ήρωας αλλά και να αντιληφθεί αυτά που βγαίνουν μέσα από αυτήν. Τις παραφυάδες δηλαδή της ιστορίας. Επίσης, το υποκριτικό ήθελα να είναι πιο καλά δουλεμένο σε σχέση με μια άλλου τύπου καθημερινή φυσικότητα. Εχουμε φτιάξει δηλαδή έναν καθημερινό ρεαλισμό, που υπάρχει μεν και στις προηγούμενες ταινίες μου αλλά εδώ είναι πιο ραφιναρισμένος και πιο ελεύθερος. Και το διακύβευμα, επίσης, είναι κάτι που πρώτη φορά μου συμβαίνει. Να νταραβερίζομαι δηλαδή με ένα τέτοιο διακύβευμα όπως είναι το πεπρωμένο.

Θέλω να σταθούμε λίγο παραπάνω στον κεντρικό ήρωά σας, έναν απατεωνίσκο που μοιάζει να πιστεύει κι ο ίδιος το εξωφρενικό αφήγημά του. Εχετε γνωρίσει τέτοιους τύπους;

Φυσικά. Παπατζήδες που πιστεύουν την παπάτζα τους (γελάει). Και γι’ αυτό επιμένουν σε αυτήν, θεωρώντας ότι τίποτα δεν μπορεί να τους αγγίξει και στο τέλος θα τα καταφέρουν. Τέτοιοι είναι και οι πολιτικοί μας. Βλέποντας τον Αλεξόπουλο θα αναγνωρίσει ο θεατής πολλούς από δαύτους. Είναι ένα καινούργιο είδος ανθρώπου αυτός ο χαρακτήρας. Είναι ο νέος Νεο-έλληνας. Αυτός που δεν έχει καθόλου τσίπα, δρα κυρίως τη νύχτα, δεν έχει φραγμούς για οτιδήποτε. Σε αγοράζει και σε πουλάει με το χαμόγελο για πλάκα. Είναι ένα νέο είδος για την Ελλάδα το συγκεκριμένο ον που έχει βλαστήσει παντού. Από πάνω μέχρι κάτω. Το χειρότερο όμως ξέρεις ποιο είναι; Οτι το δεχόμαστε. Το ανεχόμαστε σαν να είναι κάτι φυσιολογικό.

Το σενάριο και οι συντελεστές

Στη «Σπασμένη φλέβα» του Γιάννη Οικονομίδη πρωταγωνιστεί ο Βασίλης Μπισμπίκης (δεύτερη συνεργασία ηθοποιού και σκηνοθέτη μετά την «Μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς») στον ρόλο ενός μεσοαστού επιχειρηματία και οικογενειάρχη ονόματι Θωμάς Αλεξόπουλος, ο οποίος λόγω των διογκούμενων υποχρεώσεων και οφειλών του θα αναγκαστεί να πάρει δάνειο από αδίστακτο τοκογλύφο βάζοντας υποθήκη το πολυτελές σπίτι του, προκαλώντας τη σφοδρή αντίδραση της συζύγου του Στέλλας. Ο ίδιος ο σκηνοθέτης συνυπογράφει το σενάριο της ταινίας μαζί με τον Βαγγέλη Μουρίκη. Δίπλα στον Μπισμπίκη εμφανίζονται οι Μαρία Κεχαγιόγλου, Μπέττυ Αρβανίτη, Στάθης Σταμουλακάτος, Κλέλια Ρένεση, Γιάννης Νιάρρος, Σοφία Κουνιά, Ιωάννα Κολλιοπούλου, Γιάννης Αναστασάκης, Δημήτρης Καπετανάκος, Μαρία Καλλιμάνη και Αναστασία Χατζηαθανασίου. Την μουσική υπογράφει ο Μπάμπης Παπαδόπουλος ενώ το τραγούδι των τίτλων τέλους ο ΛΕΞ.

INFO
Η «Σπασμένη φλέβα» του Γιάννη Οικονομίδη βγαίνει στις αίθουσες στις 27 Νοεμβρίου σε διανομή Tanweer