website analysis HotDoc – Βεντέτα: Ιστορίες γραμμένες με αίμα – Epikairo.gr

HotDoc – Βεντέτα: Ιστορίες γραμμένες με αίμα
Ιστορίες που διέγραψαν τον μεγαλύτερο κύκλο αίματος
Ολγα Μπατή
10:50
5 Νοεμβρίου 2025

Όπως γράφει ο Αρης Τσαντηρόπουλος, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης και μελετητής του φαινομένου της αντεκδίκησης, ειδικά στις ορεινές περιοχές του νησιού, εκεί όπου το χρέος προς τον «αδικημένο» ή δολοφονημένο συγγενή ξεπλένεται με αίμα: «Στην αρχαία τραγωδία το χρέος της αντεκδίκησης είναι το επακόλουθο της λατρείας των νεκρών. Στο αρχαίο δράμα οι νεκροί και οι απαιτήσεις τους καθορίζουν το πεπρωμένο των ζωντανών. Χρέος των επόμενων γενεών είναι να εκπληρώνουν τις απαιτήσεις των νεκρών, να δίνουν νόημα στην ήττα τους και να αποκαθιστούν τη δικαιοσύνη. Η ιστορία της οικογένειας τωνΑτρειδών είναι μια αλυσίδα εγκλημάτων, μια ιστορία δολοφόνων και δολοφονημένων αρχόντων. Για τον Αισχύλο η βεβαιότητα ότι ένα έγκλημα ακολουθείται από άλλα είναι η μόνη βεβαιότητα που έχει απομείνει στον κόσμο και φτάνει μέχρι τους θεούς».

Στην Κρήτη απ’ ό,τι φαίνεται αυτή η βεβαιότητα έχει υφάνει τις πιο τραγικές ιστορίες γύρω από την προσβολή και τον γδικιωμό. Ιστορίες που διέγραψαν τον μεγαλύτερο κύκλο αίματος. Το 2009 οι αξιωματικοί του τμήματος Ανθρωποκτονιών της Ασφάλειας Αττικής μιλούν για βεντέτα που αναβίωσε έπειτα από 32 χρόνια.  Ο 73άχρονος Γιάννης Παπαδονικολάκης εκτελείται εν ψυχρώ την ώρα που παρίσταται σε μνημόσυνο στη Νίκαια. Ο Παπαδονικολάκης είχε σκοτώσει έναν συγχωριανό του στο Ρέθυμνο πριν από 32 χρόνια και το αίμα ζητούσε εκδίκηση μέσα στον βουβό χρόνο που περνούσε φορτισμένος με την ένταση της ανταπόδοσης του κακού. Ενας νεαρός γύρω στα 25 πυροβολεί τον Παπαδονικολάκη τέσσερις φορές με 9άρι πιστόλι και ο ηλικιωμένος ξεψυχά στα χέρια της γυναίκας του. Ο τρόπος και η ώρα που εκτελέστηκε το θύμα, μέρα μεσημέρι, ενισχύουν την εκδοχή της βεντέτας.

Όταν φτάνουν άλλωστε τα νέα στην Ασή Γωνιά, όλοι οι συγγενείς του δολοφονημένου σκέφτονται αμέσως την οικογένεια που κρατούσε τον θυμό 32 ολόκληρα χρόνια. Και γυρίζουν πίσω στη δεκαετία του 1950, όταν άρχισαν τα γεγονότα που είχαν ως αποτέλεσμα πολλά θύματα στην περιοχή. Εκείνη τη χρονιά, σε μια ρεματιά του χωριού βρίσκεται δολοφονημένη μια γυναίκα και οι υποψίες στρέφονται στον σύζυγο και τον πεθερό της. Και οι δύο όμως, αν και καταδικάζονται για το αποτρόπαιο έγκλημα, επιμένουν ότι είναι αθώοι. Κάποια στιγμή ο σύζυγος αποφυλακίζεται, επιστρέφει στο χωριό, αλλά πεθαίνει με τη ρετσινιά του δολοφόνου, κατηγορούμενος για ένα έγκλημα το οποίο ουδέποτε διέπραξε.

Είναι ακριβώς τότε που ο αδελφός του Παπαδονικολάκη εξομολογείται στον ιερέα το όνομα των πραγματικών δραστών, κάτι που γρήγορα κυκλοφορεί στο χωριό, με αποτέλεσμα το 1975 ένας απ’ αυτούς να τον καθαρίσει για τις φήμες που άφησε να διαρρεύσουν. Ο κύκλος του αίματος είχε ανοίξει ανάμεσα σε οικογένειες αιματοσυγγενών και ενεπλάκησαν πολλά πρόσωπα στη βεντέτα, με αποτέλεσμα το 1977 ο Παπαδονικολάκης να σκοτώσει τον δολοφόνο του αδελφού του και να πυροβολήσει τον ξάδελφο του τελευταίου μπροστά στην εκκλησία των Τεσσάρων Μαρτύρων στο Ρέθυμνο. Αξίζει να σημειωθεί ότι ανάμεσα στις δύο οικογένειες υπήρξαν και φιλονικίες για κτηματικές διαφορές, στοιχείο που φόρτισε περαιτέρω την ατμόσφαιρα. Η δολοφονία στη Νίκαια ήρθε ως επιστέγασμα της τραγωδίας και της πρωτόγονης αξιακής αξιολόγησης των ανθρώπινων αντιπαραθέσεων.

Μέσα σε πέντε χρόνια έξι θύματα, με πρωταγωνιστή της τραγωδίας τον Βαγγέλη Σελιανάκη που βρέθηκε νεκρός το 2011 στο χωριό Αρχοντική του Ρεθύμνου. Ο συγκεκριμένος είχε κατηγορηθεί για ανθρωποκτονίες σε νυχτερινά κέντρα, πυροβολισμούς εναντίον αστυνομικών και διάφορα άλλα αδικήματα. Ο Βαγγέλης Σελιανάκης βρίσκεται στη μια άκρη του νήματος μιας ιστορίας αντεκδίκησης που ξετυλίγεται μέσα σε ένα μοντέλο κατατετμημένης κοινωνίας όπου κυριαρχούν τα αισθήματα εχθρότητας, αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στον πόλεμο όπου κυριαρχεί η εχθρική πρόθεση. Ετσι λένε τουλάχιστον οι ειδικοί. Στην ιστορία μας αυτά τα αισθήματα άρχισαν να καλλιεργούνται ανάμεσα σε δύο οικογένειες με την εμπλοκή και μιας τρίτης, το 1994, όταν προσωπικές και κτηματικές διαφορές συνδέθηκαν με τραγικά γεγονότα και βεντέτα με πολλά θύματα.

Στις 6 Νοεμβρίου 1994 ο 26άχρονος Γιάννης Μουζουράκης δολοφονεί τον Μανώλη Δικονιμάκη, ο γιος του οποίου είχε σκοτώσει τη Φωτούλα Μουζουράκη. Η διαρκής ετοιμότητα προκειμένου να μη χαθεί η συνέχεια της αντεκδίκησης οδηγεί τον Δεκέμβριο του 1994 σε έναν ακόμη θάνατο. Αγνωστος παρασύρει με το αυτοκίνητό του τον νεαρό Σήφη Δικονιμάκη, αδερφό του δολοφόνου της Φωτεινής Μουζουράκη, ο οποίος θα σκοτωθεί επιτόπου καθώς στη διάρκεια της επίθεσης εκπυρσοκρότησε η καραμπίνα που έφερε μαζί του.

Το 1995 κάποιοι στήνουν ενέδρα στο σταυροδρόμι Αργυρούπολης Ρεθύμνου – Επισκοπής και σκοτώνουν με καραμπίνα τον Βαγγέλη Σελιανάκη, ανιψιό του Σελιανάκη που βρέθηκε νεκρός στην Αρχοντική Ρεθύμνου. Και ο επίλογος της τραγωδίας, που κατά πολλούς δεν έχει φτάσει ακόμη στην κάθαρση, γράφεται στην οδό Τζον Κένεντι στο Περιστέρι: τον Γενάρη του 1999 ο Γιάννης Μουζουράκης, δολοφόνος του Μανώλη Δικονιμάκη, δέχεται καταιγισμό σφαιρών με καλάσνικοφ από απόσταση 40 μέτρων. Η δολοφονία αυτή αποδόθηκε στον δραπέτη Βαγγέλη Σελιανάκη. Δράστες και θύματα με ρόλους που αντιστρέφονται και με τον φόβο στην ψυχή έπειτα από κάθε δολοφονία ετοιμάζονται για την επόμενη φάση, η οποία διαιωνίζει τον κύκλο του αίματος. Μια παράλογη ηθική που ντύνει τα οικογενειακά με την ουσία της σκοτεινής, πρωτόγονης ψυχής.

Έξι νεκροί και δεκατέσσερις τραυματίες, για μια ακόμη φορά στα μαύρα τα Βορίζια της Κρήτης. Οι κάτοικοι του χωριού, περήφανοι για την εκκλησία του Αγίου Φανουρίου και τα πανηγύρια που γίνονται στη χάρη του κάθε Αύγουστο, σταματούν κάποια στιγμή στη διάρκεια της γιορτής να παίζουν τη λύρα και να τραγουδάνε μαντινάδες. Η 27η Αυγούστου τούς θυμίζει τη μαύρη ώρα που ξεκίνησε ο γδικιωμός και άνοιξε πάλι ένας κύκλος αίματος, αυτήν τη φορά στον τόπο τους. Το 1955, λίγο μακρινό αλλά ίσως και πολύ κοντινό.

Κάθε 27η Αυγούστου σταματούν για λίγο το ποτό και τις μπαλοθιές στη μνήμη των θυμάτων, για να ξορκίσουν το κακό. Ηταν εκείνο τον καταραμένο Αύγουστο πριν από τόσα χρόνια, τη νύχτα που ολόκληρο το χωριό είχε ζαλιστεί από την τσικουδιά, τη μουσική, τους ήχους της κρητικής λύρας και το φως του φεγγαριού. Πρώτος σηκώνεται ο Μανώλης Βεϊσάκης, καφετζής και χασάπης, 31 χρόνων, σύρει το μαχαίρι του και φονεύει με απανωτάκτυπήματα τον Γιάννη Φραγκιαδάκη, κτηνοτρόφο και δασοφύλακα, που καθόταν αμέριμνος έξω από το καφενείο του λεγόμενου Παπαδάκη. Το πανηγύρι του αγίου αρχίζει να φανερώνει εκείνη ακριβώς τη νύχτα το σκοτεινό πρόσωπο του ανθρώπου. Η βεντέτα δεν αργεί να ξεδιπλωθεί. Το επόμενο θύμα είναι ο 18άχρονος Μανούσος Βεϊσάκης, πρώτος εξάδελφος του φονιά, που πληρώνει τη μανία των συγγενών του θύματος και συγκεκριμένα του Ζαχαρία Χαραλαμπάκη.

Η ακολουθία του επιταφίου σε καθημερινή ανθρώπινη έκδοση θα θρηνήσει αμέσως μετά τον Μιχάλη Λεονταράκη, ο οποίος πέφτει χτυπημένος από τον Γιάννη Βεϊσάκη. Η συνέχεια θυμίζει θρίλερ. Ο Θεοχάρης Λεονταράκης θα απασφαλίσει χειροβομβίδα και θα τη ρίξει προς το μέρος της οικίας Φραγκιαδάκη. Εξι νεκροί και δεκατέσσερις τραυματίες, πολλοί απ’ αυτούς ακρωτηριασμένοι, θα είναι ο απολογισμός των οικογενειακών που, όπως αποκαλύφθηκε στο δικαστήριο, ξεκίνησαν από κτηματικά και λογομαχίες για τα καυσόξυλα. Την τάξη θα επιβάλει τελικά διμοιρία του στρατού, την οποία κινητοποιούν οι κάτοικοι της Κρήτης φοβούμενοι τα χειρότερα.

Κάθε 27 Αυγούστου, στο πανηγύρι του Αγίου Φανουρίου, η λύρα σιωπά την κατάλληλη στιγμή, τα ποτήρια στεγνώνουν, οι ομιλίες χαμηλώνουν και μένει μόνο το φως του φεγγαριού να φωτίζει τις μνήμες. Ο νόμος του αίματος ισχύει ακόμη στην Κρήτη, όπως ορίζουν τα γεγονότα και αποκαλύπτουν οι αρχές. Υπάρχουν ακόμη ενεργές  βεντέτες, τις οποίες όμως είναι δύσκολο να κατονομάσει κανείς για λόγους ασφάλειας.

Μια βεντέτα διαρκείας ανάμεσα στις οικογένειες Κουκουλά και Μποτονάκη είχε ένα θύμα το 2009. Ιδιαίτερα αιματηρές ήταν και οι βεντέτες ανάμεσα στις οικογένειες Γρυλλάκη και Συγκελάκη και Βρέντζου και Παρασύρη, κόντρες ετών που συντηρούν την παράδοση μίσους ανάμεσα στα Ζωνιανά και τα Ανώγεια. Η νομική επιστήμη ορίζει το δίκαιο «ως σύνολο ρυθμιστικών κανόνων των ανθρώπινων σχέσεων που ισχύουν σε ορισμένο τόπο και χρόνο και σε ορισμένο λαό», αλλά σύμφωνα με πολλούς ειδικούς η βεντέτα είναι μια μορφή δικαίου και συγκεκριμένα άγραφου νόμου ή κώδικα. Ωστόσο, στο θεσπισμένο δίκαιο δεν περιλαμβάνονται ειδικές διατάξεις για όσους φονεύουν για λόγους αντεκδίκησης. Το πρωτόγονο δίκαιο δεν έχει θέση σε μια κοινωνία με συνταγματικά θεσπισμένο δίκαιο.

Έχει όμως ακόμη σχέση με τον τρόπο σκέψης και λειτουργίας μιας κατηγορίας ανθρώπων που έχουν μάθει να παίρνουν τον νόμο στα χέρια τους με το σκεπτικό ότι το «αίμα του σκοτωμένου ζητά εκδίκηση». Με βάση αυτό τον πρωτόγονο κώδικα, ακόμη και μέσα στις φυλακές πληρωμένοι δολοφόνοι έχουν αποδώσει εξωδικαστική δικαιοσύνη με τη μορφή ιδιωτικού γδικιωμού. Γιατί, όπως λέει ένα κρητικό μοιρολόι, στα σπλάχνα της γυναίκας του θύματος μεγαλώνει ο γιος που θα εκδικηθεί για τον θάνατο του πατέρα. «Κι αυτός που θα σε γδικηθεί στα σπλάχνα μου σταλίσει».

* Αναδημοσιεύεται από το τεύχος #131 του HotDoc που κυκλοφόρησε στις 30 Ιουλίου 2017