Η σύζυγος του 39χρονου μίλησε στο Mega για τον σύζυγό της που σκοτώθηκε, τονίζοντας:
Βορίζια: Πώς παραδόθηκαν τα τρία αδέλφια για το μακελειό – «Κλειδί» οι απολογίες τους
«Ένα παλικάρι δύο μέτρα μου πήραν. Ένα παλικάρι δύο μέτρα. Και δεν σηκώθηκε κανείς από τους δικούς μας, επειδή καταλάβαμε. Λέγαμε: «Εντάξει, τους έχουν διαλύσει το σπίτι. Εντάξει. Άσε τους να ηρεμήσουν και βλέπουμε». Και αντί να ηρεμήσουν οι … στάθηκαν στους δρόμους και «παίζανε» στους ξένους ανθρώπους. Αυτοί σκοτώνονταν μεταξύ τους. Αλλά έτυχε και περνούσε ο άντρας μου να πάει στα ζώα. Τα ζώα μας είναι από την Λοχριά και ευτυχώς δεν είχα τα κοπέλια μου μέσα. Γιατί τα παίρνει κάθε Σαββατοκύριακο. Τα παίρνει μαζί και τον βοηθούν. Και ευτυχώς είχε πυρετό ο μεγάλος μου γιος. Αλλιώς θα μου είχαν σκοτώσει και τους γιους μου.
Στην Αστυνομική Διεύθυνση Ηρακλείου κρατούνται από χθες (4/11) το απόγευμα, τα τρία αδέλφια -ηλικίας 19, 27 και 29 ετών, που κατηγορούνται για τη συμμετοχή τους στην αιματηρή συμπλοκή που σημειώθηκε στα Βορίζια και είχε ως αποτέλεσμα δύο νεκρούς.
Σύμφωνα με αστυνομικές πηγές που επικαλείται το Star, οι τρεις άνδρες έδωσαν ραντεβού με την Αστυνομία για να παραδοθούν σε σημείο ανάμεσα στο Ηράκλειο και τη Μεσαρά.
Είχε προηγηθεί έφοδος της αστυνομίας σε ξενοδοχείο στο Ηράκλειο, αφού υπήρχαν πληροφορίες ότι εκείνη βρισκόταν ένας από τους τρεις καταζητούμενους. Κατά την έφοδο δεν εντοπίστηκε κανείς από τους τρεις, ωστόσο, συνελήφθησαν ο ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου και ο γιος του, οι οποίοι σύμφωνα με την Αστυνομία θα κατηγορηθούν για υπόθαλψη.
Ο νεότερος από τα τρία αδέλφια που φέρονται να εμπλέκονται στο μακελειό των Βοριζίων αποδείχθηκε η «αχίλλειος πτέρνα» τους που οδήγησε την αστυνομία στα ίχνη τους. Ο 19χρονος – που υπηρετεί τη θητεία του – είχε ήδη από το Σάββατο τηλεφωνήσει στον διοικητή του ζητώντας άδεια, επικαλούμενος πως η αστυνομία είχε κατασχέσει το μηχανάκι του.
Όταν επιβεβαιώθηκε η εμπλοκή του, οι αστυνομικοί εντόπισαν το τηλέφωνό του και ανακάλυψαν ότι κρυβόταν σε ξενοδοχείο. Καθώς ετοιμαζόταν η επιχείρηση σύλληψής του, το κινητό του ξαφνικά έκλεισε και ο νεαρός εξαφανίστηκε μέσα σε λίγα λεπτά. Η αστυνομία συνέλαβε τους δύο ιδιοκτήτες του ξενοδοχείου, πατέρα και γιο, ενώ παράλληλα παρακολουθούσε στενό του πρόσωπο, σε περίπτωση που επιχειρούσε να τον συναντήσει.
Όπως αναφέρουν οι πληροφορίες του cretapost.gr, σήμερα αναμένεται ο εισαγγελέας να τους ασκήσει διώξεις και στην συνέχεια θα ζητήσουν και θα πάρουν αναβολή για να απολογηθούν την Πέμπτη μαζί με τους συγγενείς τους.
«Υπάρχουν κι αλλά άτομα που εμπλέκονται στην υπόθεση στα Βορίζια» ανέφερε συνήγορος των τριών αδελφών που παραδόθηκαν και πρόσθεσε ότι:
«Πρώτο μέλημα των δικηγόρων των τριών κατηγορουμένων για συμμετοχή στο μακελειό στα Βορίζια, ήταν η διασφάλιση της σωματικής τους ακεραιότητας, ανέφερε σε δηλώσεις του έξω από το Αστυνομικό Μέγαρο λίγο μετά την παράδοση τους, ο δικηγόρος Λευτέρης Κάρτσωνας ένας εκ των συνηγόρων υπεράσπισης τους.
«Η ευθύνη όλων είναι μεγάλη και θα πρέπει όλοι με κοινωνική ενσυναίσθηση να επιτελέσουμε το έργο μας και να φωτίσουμε τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης» είπε ο κ. Κάρτσωνας, συμπληρώνοντας ότι «είναι σίγουρο πως βρισκόμαστε στην αρχή μιας μακράς διαδρομής» και πως πρόκειται για μια υπόθεση που έχει συγκλονίσει τους πάντες «όπως και τους κατηγορούμενους, οι οποίοι βρίσκονται σε δεινή ψυχολογική κατάσταση».
Όπως μάλιστα τόνισε, επιθυμία των τριών κατηγορουμένων ήταν «να προσέλθουν και να λογοδοτήσουν για τις πράξεις τους».
Και άκουγα τις μπαλωθιές. Γιατί ήταν 5 λεπτά και ήμουν έξω και άπλωνα ρούχα. Βγήκα και ακούω μπαλωθιές και λέω: «Παναγία μου». Και έπαιρνα τηλέφωνα. Και λέω: «Πάρ’ τε τον Φανούρη μου». Μην τον βλάψει άνθρωπος. Και έφτασα εκεί πέρα με τα πόδια και πήγα εκεί στο μνημείο και ήθελαν να μου «παίξουν» και εμένα. Εγώ φώναζα «Φανούρη μου, Φανούρη μου» κι εξαφανίστηκαν. Και πήγα και του φώναζα. Και φώναζα και τον γύρευα και κάνω έτσι και τον βλέπω μέσα στο αμάξι τελειωμένο. Τελειωμένο. Και φώναζα βοήθεια.
Νεκρό, νεκρό. Εγώ, εγώ τον βρήκα νεκρό μέσα στο αμάξι. Τελειωμένο. Και φώναζα: «Βοήθεια, βοήθεια. Βοηθήστε με. Βοήθησέ με. Ασθενοφόρα». Ούτε ασθενοφόρο κοπελιά δεν ήρθε».
«Ήθελαν να μας σκοτώσουν και να αφήσουν τα κοπέλια μας στους δρόμους»
Για το αν την στιγμή εκείνη μέλη της οικογένειας Φραγκιαδάκη ήταν εκεί, η ίδια είπε: «Ναι, τους είδα όλους. Έφτανα στο μνημείο και με βλέπουν και εγώ φώναζα «Φανούριε, Φανούριε». Και γύρισαν τα πιστόλια να μου «παίξουν» όλοι. Μα δεν κατέχω ποιος Θεός τους έβαλε κάτω από τα σπίτια τους, άλλα γίναμε και εμείς σκοτωμένοι. Και έχω ένα κοπέλι 10 χρονών, ένα κοπέλι 6 χρονών, ένα κοπέλι 3 χρονών, ένα κοπέλι 1,5 και ένα 5 μηνών.
Το καταλαβαίνετε; Και ήθελαν να μας σκοτώσουν και τους δυο. Και τους δυο ήθελαν να μας σκοτώσουν και να αφήσουν τα κοπέλια μας στους δρόμους. Και ήταν 50 άτομα και ο άντρας μου σκοτωμένος μέσα στο αμάξι. Και δεν έφτανε που ήταν σκοτωμένος, μου τον «παίζανε» γύρω γύρω από το αμάξι και τον χλευάζανε. Το κατάλαβες;».
Σε σχέση με το αν της είπαν κάτι αυτά τα ανίψια η σύζυγος του 39χρονου σημείωσε ότι: «Δεν μου είπαν πράμα. Μόνο όταν έφτασα φώναζα: «Φανούριε, Φανούριε». Και γύρισαν όλοι τα πιστόλια στη μούρη μου. Ωχ Παναγία μου».
Για το εάν η ίδια εντόπισε τον Φανούρη στην θέση του οδηγού, η γυναίκα είπε: «Ο Φανούρης δεν κατέβηκε ποτέ από το αμάξι. Την ώρα που έφτανε εκεί τον εκτέλεσαν. Μου είπε ο ιατροδικαστής πως τον χτύπησαν και με καλάσνικοφ και με πιστόλι. Πάρε στο Ηράκλειο, στο ΠΑΓΝΗ να στα πουν. Του διέλυσαν το σώμα. Τον διέλυσαν. Δεν πρόλαβε να κάνει… Ούτε το χέρι του να κουνήσει, ούτε το κεφάλι του. Αφού το αμάξι ήταν στο πλάι, γιατί σκοτώθηκε και του έφυγε το αμάξι στο πλάι. Μακάρι να είχε προλάβει ο κακομοίρης μου, να είχε φύγει από εκεί. Να είχε φύγει, να είχε γλιτώσει. Μου τον σκότωσαν. Ούτε ένα λεπτό δεν έζησε, μου είπε ο ιατροδικαστής. Ούτε ένα λεπτό. Το καταλαβαίνεις;».
Για το πώς ήξεραν ότι θα περάσει ο Φανούρης από εκεί και ήταν στημένοι, εξήγησε ότι «γιατί κάθε πρωί πάει στα ζώα. Είδαν ότι περνούσε ο Φανούρης. Μου είπαν ότι έριχναν και από τις ταράτσες και από τις σκάλες».
Σχετικά με τον θάνατο της 56χρονης Ευαγγελίας, η ίδια είπε «αυτή πέθανε από ψηλά, κατέβαιναν και σκότωσαν τη θεία τους. Αυτοί. Ο άντρας μου τη σκότωσε μέσα από το αμάξι που ήταν νεκρός; Δεν έχεις διαβάσει πώς έγινε; Πώς έριχναν από ψηλά; Ο άντρας μου ήταν μέσα στο αμάξι, όχι στις ταράτσες. Τον εκτέλεσαν. Αφού έσερναν γυναίκες. Οι γυναίκες μπορεί να βγήκαν από αλλού. Πάνω σου λέω μπαλωθιάζανε το σπίτι. Κρατούσαν όλοι καλάσνικοφ, πιστόλια».
«Ο άντρας μου ήταν στις Μοίρες, μετά γύρισε στο σπίτι, στα Βορίζια»
Για όσα έγιναν πριν το μακελειό η σύζυγος του 39χρονου περιέγραψε: «Και να πιάσεις κοπελιά να γράψεις, να μην λένε ψέματα στα κανάλια και να έρθουν να μάθουν πρώτα την αλήθεια. Να μάθουν πού ήταν ο άντρας μου. Ο άντρας μου ήταν στις Μοίρες και τον πήρα εγώ κοπελιά. Εγώ. Εγώ τον πήρα κοπελιά. Και του είπα: ”Κακομοίρη, τι πράγμα γίνεται στο χωριό. Τα δικά μου κοπέλια γύριζαν στο χωριό και δεν ήξερα τι έχει γίνει”. Έχει άλλοθι. Ήταν εκεί στις Μοίρες. Δεν έχει καμία δουλειά αυτός με τις βόμβες.
Και μετά γύρισε στο σπίτι, στα Βορίζια. Στο σπίτι και δεν αποχώρησε ξανά με το αμάξι. Πήρε τα κοπέλια μας στο σπίτι και κλειστήκαμε μέσα και δεν ξαναβγήκαμε. Μόνο το πρωί. Τον πήρα τηλέφωνο και ήταν στις Μοίρες και του λέω: ”Φανούρη, άκουσα ένα δυνατό μπουμ. Πού είσαι; Έλα, γιατί τα κοπέλια είναι στο χωριό». Και ούτε τα παιδιά μου είναι μεγάλα. 10 χρονών και 6 χρονών. Μου λέει: «Μαρία, δεν κατέχω. Έρχομαι». Και πήρε τα κοπέλια και ήρθαν 10, 10 και στο σπίτι».
Για το πότε έμαθαν ότι το σπίτι που έβαλαν τα εκρηκτικά είναι του Γιάννη, η σύζυγος του 39χρονου τόνισε «γιατί όταν έγινε αυτό, βγήκαν και «παίζανε» πάνω πάνω στης κουνιάδας μου το σπίτι. Και τους παίρνω και τους λέω: «Πού είναι οι μπαλωθιές;» Και μου λέει η κουνιάδα μου: «Μας σκοτώνουν. Κλείσε να πάρω την αστυνομία». Και έπαιρνε η κουνιάδα μου την αστυνομία και δεν ήρθαν».
Η δημοσιογράφος είπε στη συνέχεια, το βράδυ που κάποιος έριξε εκρηκτικά στο σπίτι του Φραγκιαδάκη, εσείς λέτε δεν ήταν ο άντρας σας γιατί ήταν αλλού. «Ναι, υπάρχουν κάμερες» λέει η σύζυγος, με τη δημοσιογράφο να ρωτά αν μετά οι Φραγκιαδάκηδες ήρθαν στο σπίτι της ή των συγγενών τους να πυροβολήσουν;
«Ναι, των συγγενών. Ναι, στα αδέλφια μας επάνω. Στις αδελφές του «παίζανε». Αλλά δεν βγήκε ούτε ο άντρας μου, ούτε οι κουνιάδοι μου να τους πουν τίποτα. Σεβαστήκαμε ότι κάτι έχει το σπίτι τους μέχρι να βρούνε ποιος είναι. Αλλά να βρείτε ποιος είναι γιατί μας έκαψε. Έκλεισε το σπίτι μου. Και αντί να σεβαστούν ότι μας «παίζανε» και δεν βγήκαν οι άντρες μας να τους σκοτώσουν, σηκώθηκαν το πρωί και τους έστησαν εκεί πέρα ενέδρα την ώρα που έτρεχε στα ζώα και μου τον εκτέλεσαν με καλάσνικοφ και με πιστόλι», είπε.
