Στους δρόμους του δήμου Θεσσαλονίκης επιχειρούν 35 δημοτικοί αστυνομικοί. Στα μητρώα της σχετικής διεύθυνσης είναι γραμμένοι 70. Από αυτούς περίπου 20 είναι εκτός για ιατρικούς λόγους, ενώ οι υπόλοιποι μέχρι τους 35 αξιοποιούνται στη διεκπεραίωση της γραφειοκρατίας, δηλαδή σε δουλειές γραφείου.
Δικαίως, λοιπόν, ο αρμόδιος αντιδήμαρχος Δημοτικής Αστυνομίας Κώστας Τσιαπακίδης ζητά από τους Θεσσαλονικείς να κάνουν υπομονή μέχρι η δύναμη των 35 δημοτικών αστυνομικών που βρίσκονται στους δρόμους να ενισχυθεί με άλλους 80, η διαδικασία πρόσληψης των οποίων βρίσκεται σε εξέλιξη στο ΑΣΕΠ. Κάπου μεταξύ Φεβρουαρίου και Αυγούστου 2025 οι 80 νέοι θα έχουν αναλάβει καθήκοντα, τα οποία -όπως λέει ο αντιδήμαρχος- θα αφορούν την παρουσία τους στους δρόμους, στα πεζοδρόμια και στις πλατείες της Θεσσαλονίκης.
Η εικόνα που καταγράφεται στη δημοτική αστυνομία της Θεσσαλονίκης δεν είναι μεμονωμένη. Το αντίθετο. Μάλλον είναι γενικευμένη στις υπηρεσίες και τους οργανισμούς του ελληνικού δημοσίου, με την ευρύτερή του έννοια. Ίσως σε κανένα άλλο πεδίο παγκοσμίως αριθμοί που αφορούν ανθρώπους δεν είναι τόσο ψευδεπίγραφοι όσο στο ελληνικό κράτος. Γι’ αυτό, άλλωστε, σε όλες τις κινητοποιήσεις στο ελληνικό δημόσιο πάγιο αίτημα εδώ και δεκαετίες -στην ουσία και στα 50 χρόνια της Μεταπολίτευσης για να μην πάμε πιο πίσω- είναι η αύξηση των προσλήψεων για να καλυφθούν τα οργανικά κενά, τα κενά του οργανογράμματος. Διότι πρακτικά στις δημόσιες υπηρεσίες παντός είδους και τύπου υπάρχουν τρεις προσεγγίσεις στον αριθμό των εργαζομένων. Πρώτον, πόσες θέσεις προβλέπει το οργανόγραμμα, το οποίο συνήθως είναι… ξεχειλωμένο. Δεύτερον, πόσοι εργαζόμενοι είναι χρεωμένοι σε κάθε υπηρεσία με διαφόρων τύπων εργασιακές σχέσεις. Τρίτον, πόσοι από τους εγγεγραμμένους εργαζομένους είναι διαθέσιμοι και παρόντες, δηλαδή πραγματικά εργαζόμενοι. Υποσύνολο αυτής της κατηγορίας είναι πόσοι από τους πραγματικά εργαζόμενους ασκούν καθήκοντα που βρίσκονται στον πυρήνα της αποστολής και των υποχρεώσεων κάθε υπηρεσίας.
Αυτοί οι τρεις συν ένας αριθμοί αντιπροσωπεύουν διαφορετικούς κόσμους και καταστάσεις και γι’ αυτό έχουν μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ τους. Για διάφορους λόγους. Επειδή στο ελληνικό δημόσιο οι εργαζόμενοι αρρωσταίνουν πιο εύκολα, πιο συχνά και πιο… μόνιμα. Επειδή υπάρχουν… διαφυγές, όπως είναι οι αποσπάσεις και οι μετατάξεις. Επειδή συχνά η χαρτούρα πέριξ μιας πρακτικής δουλειάς απασχολεί περισσότερους -σίγουρα αναλογικά περισσότερους- από όσους ασχολούνται με το βασικό αντικείμενο αυτής της δουλειάς.
Στο πεδίο της απασχόλησης στο δημόσιο και στον αριθμό των εργαζομένων και των… συνεργαζόμενων η Ελλάδα είναι ικανή να τρελάνει κάθε σύστημα τεχνητής νοημοσύνης. Όταν το 2010 η τρόικα έφτασε στην Αθήνα μετά την υπογραφή του πρώτου μνημονίου ζήτησε να μάθει πόσοι εργάζονται στο Δημόσιο. Λογική ερώτηση, εάν σκεφτεί κανείς ότι το βασικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομικής κρίσης εκείνης της περιόδου ήταν η ουσιαστική χρεοκοπία της χώρας. Το ελληνικό Δημόσιο έφτασε στα πρόθυρα στάσης πληρωμών και αναγκάστηκε να προσφύγει σε εταίρους, δανειστές και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Καθόλου παράξενο για όσους ζουν στην Ελλάδα και είναι εξοικειωμένοι με τον ελληνικό (sic) τρόπο, αλλά τερατώδες για τους τροϊκανούς, ήταν το ότι κανείς δεν μπορούσε να απαντήσει στη συγκεκριμένη ερώτηση, έστω με σχετική ακρίβεια. Ούτε το υπουργείο Εσωτερικών, που υποτίθεται ότι μία από τις δουλειές του είναι να γνωρίζει ποιοι δουλεύουν στο δημόσιο ή για το δημόσιο, ούτε το υπουργείο Οικονομικών, που υποτίθεται ότι ελέγχει -ή έστω γνωρίζει- τις πληρωμές, αφού έχει στην ευθύνη του το δημόσιο ταμείο. Ούτε καν το Μέγαρο Μαξίμου. Αν και όσα δεν γνωρίζει ή δεν μπορεί να αναζητήσει και να μάθει ένας πρωθυπουργός είναι πολύ περισσότερα.
Θα είχε ενδιαφέρον εάν σήμερα ο Κυριάκος Μητσοτάκης ζητούσε ακριβή ενημέρωση για τα κουρεία και τα κομμωτήρια στην Κρήτη, τις μεταποιητικές μονάδες στη Ροδόπης, τα φαστ φουντ στη Δυτική Μακεδονία και τα περίπτερα στη Θεσσαλονίκη. Μάλλον δεν θα μπορούσε να την έχει και αν -ω του θαύματος!- κάποια στιγμή είχε απάντηση θα ήταν μετά από πολλές ημέρες και πιθανότατα ανακριβής. Γι’ αυτό και τότε -στις αρχές του 2011- ξεκίνησε απογραφή των εργαζομένων στο ελληνικό δημόσιο στην… πηγή. Δηλαδή μέσω δηλώσεων που έκαναν οι ίδιοι!
Όλα αυτά που δείχνουν επιεικώς ανοργανωσιά και σε κάποιο μέτρο εξηγούν την αναποτελεσματικότητα πολλών διαδικασιών στη χώρα μας. Είναι να απορεί κανείς τι και σε ποια βάση συζητούν σε ένα τραπέζι όσοι ασχολούνται -για παράδειγμα- με την υγεία ή με την παιδεία. Με τι επιχειρήματα υποστηρίζουν τις θέσεις τους. Πόσο ρεαλιστικές και πρακτικές αποφάσεις μπορούν να πάρουν και πώς θα συμφωνήσουν σε αυτές. Είναι σαφές ότι το «ελληνικό σύστημα» μόνο σύστημα δεν είναι. Πρόκειται για ένα γραφειοκρατικό τέρας, που -όπως το δημιούργημα του δόκτορος Φρανκενστάιν στο κλασικό μυθιστόρημα της Μέρι Σίλεϊ- έχει αυτονομηθεί πλήρως και επιβάλλει με τον δικό του απόλυτο τρόπο τους νόμους του. Ακόμη και σε όσους έχουν εκλεγεί με αποστολή να το ελέγξουν προς όφελος του κοινωνικού συνόλου.
Σε έναν χρόνο από σήμερα -το αργότερο- τα στελέχη της δημοτικής αστυνομίας στη Θεσσαλονίκη που θα περιπολούν στους δρόμους της πόλης για να ελέγχουν την εύρυθμη λειτουργία της θα είναι 115. Εάν οι 35 σημερινοί παραμείνουν 35 και δεν υπάρξουν διαρροές για λόγους υπηρεσιακούς ή θεμάτων υγείας. Και εάν οι 80 βγουν στο σύνολό τους στους δρόμους και δεν παραμείνουν κάποιοι από αυτούς σε γραφεία ή δεν αποσπαστούν σε άλλα σημεία του συστήματος. Τότε -σε ένα χρόνο- πιθανώς η δημοτική αστυνομία στη Θεσσαλονίκη να γίνει πιο αποδοτική και οι υπεύθυνοί της να αποστερηθούν μίας βάσιμης δικαιολογίας για το τι δεν πάει καλά.