Ο πατέρας της ανακάλυψε ότι δεν ήταν βιολογική του κόρη και έκοψε τις επαφές μαζί της- «Όταν θέλησε να ξαναμπεί στη ζωή μου, δεν τον δέχτηκα»

Εγκαταλείφθηκε από τον πατέρα της όταν εκείνος ανακάλυψε ότι ήταν το παιδί της παράνομης σχέσης της γυναίκας του. Όταν θέλησε να ξαναμπεί στη ζωή της κόρης του, εκείνη δεν τον δέχτηκε

Η γυναίκα της ιστορίας, μεγάλωσε με την πεποίθηση ότι, βιολογικός της πατέρας ήταν ο άνδρας που την μεγάλωσε. Δεν είχε άλλωστε λόγο να μην το πιστεύει. Όταν ήταν 10 χρονών όμως, ο βιολογικός της πατέρας, επέστρεψε στην πόλη που ζούσε η οικογένεια. Βρήκε δουλειά στην ίδια εταιρεία με τον πατέρα της, ενώ η μητέρα της είχε αρχίσει να συμπεριφέρεται αλλόκοτα. Παρότι η γυναίκα της ιστορίας ήταν τότε μόλις 10 ετών, μπορούσε να δει ότι κάτι περίεργο συνέβαινε.

Την ίδια αλλαγή στη συμπεριφορά της μητέρας είχε παρατηρήσει και ο σύζυγός της. Είχε δει ότι ο πρόσφατα αφιχθείς συνάδελφός του έμοιαζε με την κόρη του, την κόρη που θεωρούσε δικό του παιδί.

Ακολούθησε ένα τεστ DNA, από το οποίο διαπίστωσε ότι το παιδί δεν ήταν κόρη του. Ο άνδρας εξαγριωμένος, απαίτησε μία απάντηση από την μητέρα, που αρχικά αρνήθηκε τα πάντα.

«Την απείλησε με διαζύγιο, με αποτέλεσμα η μητέρα μου να λυγίσει και να του πει τα πάντα. Τελικά, το διαζύγιο ήρθε, και η μητέρα μου ανέλαβε την πλήρη επιμέλειά μου. Ο πατέρας μου – ο άνδρας που θεωρούσα ως πατέρα μου- είπε ότι δεν είχε καμία ευθύνη απέναντί μου, απ’ τη στιγμή που δεν ήμουν παιδί του και να πάω να ζητήσω απ’ τον αληθινό μου πατέρα να με νοιαστεί», μού είχε πει.  Δυστυχώς, ούτε ο βιολογικός της πατέρας ήθελε να έχει σχέση μαζί της. Αρκετούς μήνες μετά το διαζύγιο των γονιών της, ο βιολογικός της πατέρας έφυγε ξανά από την πόλη.

Αν και ο πατέρας της έχει το νόμιμο δικαίωμα να την επισκέπτεται, δεν το εξασκεί ποτέ. Έχει μετακομίσει και πλέον έχει παντρευτεί μία άλλη γυναίκα.

«Η μητέρα  μου με κατηγόρησε για το διαζύγιο, έτσι με έδωσε στη θεία μου να με μεγαλώσει, η οποία της είπε να σταματήσει να με κακομεταχειρίζεται, όταν διαπίστωσε ότι με είχε κάνει έναν σάκο του μποξ». Η γυναίκα της ιστορίας λοιπόν, έκοψε κάθε επικοινωνία με τους γονείς της από τότε που μετακόμισε στη θεία της, την οποία θεωρεί περισσότερο μητέρα της από την αληθινή της μάνα.

Ο πατέρας της, πριν από λίγο καιρό επικοινώνησε μαζί της και της είπε ότι έχει ξεκινήσει ψυχοθεραπεία. Παραδέχτηκε ότι δεν θα έπρεπε να βγάλει την πίκρα του επάνω της, και της ομολόγησε ότι ελπίζει να δημιουργήσει ξανά μία σχέση μαζί της.

Μετά από ώριμη σκέψη, η γυναίκα αποφάσισε να τον συναντήσει. Ήθελε να του πει κατά πρόσωπο ότι χαίρεται που διαπίστωσε πόσο άθλια της φέρθηκε στο παρελθόν και ότι πλέον δεν θέλει να έχει καμία σχέση μαζί του.

Ενώ η γυναίκα προτιμούσε η συνάντηση να γίνει σε δημόσιο χώρο, εκείνος και η τωρινή του γυναίκα επέμεναν η κοπέλα να πάει στο σπίτι τους. Αν και δεν ένιωθε πολύ άνετα, πήγε από το σπίτι, όπου την υποδέχτηκε μόνο ο πατέρας. Στη διάρκεια της κουβέντας, θέλησε να του πει ευγενικά ότι δεν τον ήθελε πίσω στη ζωή της.  «Ο πατέρας μου δεν ήθελε να το δεχτεί. Επέμενε να γίνουμε και πάλι οικογένεια, ενώ και η νυν γυναίκα του με ήθελε στη ζωή τους. Μου είπε ότι με αγαπά τόσο πολύ που  δεν πρέπει να του κρατάω πλέον κακία, επειδή έχει καταλάβει μόνος του το λάθος του».

Όμως, η γυναίκα ξέσπασε, λέγοντάς του ότι, μετά από τον τρόπο που της φέρθηκε, μετά από την άρνησή του να της μιλήσει, δεν ήθελε να έχει σχέσεις μαζί του. Εκείνος σώπασε και τότε η γυναίκα έφυγε. Όταν αφηγήθηκε στη θεία της όσα εκτυλίχθηκαν, η θεία της έδειξε κατανόηση.

Ωστόσο, τη συμβούλευσε να ζητήσει συγγνώμη για τα σκληρά λόγια που είπε στον πατέρα της και μετά, ας μην του ξαναμιλήσει.

Τώρα, έχουν περάσει λίγες ημέρες από την τελευταία της κουβέντα με τον πατέρα της. Εκείνος επιμένει να γνωρίσει την τωρινή του γυναίκα και δεν της κρατάει κακία για τα σκληρά της λόγια, η ίδια όμως νιώθει άσχημα.

Τι θα τη συμβουλεύατε να κάνει;