«Για να υπολογίσουμε την τιμή της βενζίνης και άλλων καυσίμων πρέπει πρώτα να ανατρέξουμε στην τιμή Platts. Περί τίνος πρόκειται; Η Platts είναι μια εξειδικευμένη εταιρεία που ιδρύθηκε το 1909 με έδρα το Λονδίνο και καθορίζει την αξία σε δολάρια ΗΠΑ στην οποία μπορεί να πωλείται η βενζίνη ανά τόνο από εταιρείες διύλισης. Αυτή η τιμή ονομάζεται τιμή Platts ή δείκτης Platts και υπολογίζεται ως σταθμισμένος μέσος όρος των τιμών των πετρελαιοειδών σε διαφορετικές γεωγραφικές τοποθεσίες. Ουσιαστικά, η εταιρεία αποτελεί σημαντικό σημείο αναφοράς για εκατοντάδες ενεργειακές εταιρείες, εμπόρους και επενδυτικές τράπεζες, διότι εκφράζει ποια είναι η πραγματική αξία των διυλισμένων προϊόντων με βάση τις φυσικές ανταλλαγές σε μια συγκεκριμένη ημέρα και σε ένα συγκεκριμένο μέρος. Στην πράξη, το 90% των 250 κορυφαίων ενεργειακών εταιρειών στον κόσμο και το 100% των 50 κορυφαίων φορέων εκμετάλλευσης ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου αναφέρονται στους δείκτες Platts, οι οποίοι ελέγχουν τις πάνω από 8.500 τιμές spot, δείκτες και τιμές συμβολαίου που δημοσιεύονται καθημερινά από το πρακτορείο. Για την περίπτωση της Ελλάδος, οι τιμές αναφοράς αναφέρονται στις αντίστοιχες τιμές Platts της γεωγραφικής περιοχής Ανατολικής Μεσογείου».

Βράδυ Σαββάτου, 13 Απριλίου 2024: Οι ειδοποιήσεις στο κινητό μου έρχονται η μία μετά την άλλη. Το Ιράν (αντ)επιτέθηκε στο Ισραήλ. Μπαίνω να διαβάσω. Πάμε σε γενικευμένη σύρραξη; Θα γίνει τελικά ο Γ’ Παγκόσμιος Πόλεμος; Πώς θα αντιδράσουν οι μεγάλοι παίκτες ισχύος που εμπλέκονται στη Μέση Ανατολή; Ερωτήματα κοινά σε όλους με τους οποίους μίλησα εκείνο το βράδυ. Το μόνο που δεν αναρωτηθήκαμε ήταν τι θα συμβεί με τις τιμές του μαύρου χρυσού. Η αλήθεια είναι ότι κάπως είχαμε προετοιμαστεί για αυτό. Άλλωστε, το κοντέρ στις αντλίες των βενζινάδικων είχε ακουμπήσει ταβάνι εδώ και μέρες. 

Ακολουθώντας τα βήματα της διεθνούς ανόδου των τιμών του πετρελαίου κατά 18%, η μέση τιμή της βενζίνης ξεκίνησε στα 1,82 ευρώ το λίτρο στο ξεκίνημα του 2024 και στιγμές πριν η Τεχεράνη ανταποδώσει το πλήγμα στην πρεσβεία της στη Συρία, έφτανε το 1,96 ευρώ. Βέβαια, μια σύντομη περιήγηση στις νησιωτικές περιοχές της χώρας, όπως και στην ευρύτερη περιφέρεια, θα αποδείκνυε ότι το πράγμα είχε ξεφύγει προ πολλού με τα ταμπλό στα πρατήρια βενζίνης να σημειώνουν τιμές που άγγιζαν ακόμη και τα 2,20- 2,30 ευρώ. Μάλιστα είναι χαρακτηριστικό ότι δύο μέρες μετά το χτύπημα του Ιράν στο Ισραήλ, ο Πρόεδρος των Πρατηριούχων Υγρών Καυσίμων Αττικής, κύριος Νίκος Παπαγεωργίου προανήγγειλε ότι οι τιμές θα πάρουν φωτιά μέχρι και το Πάσχα, ενώ μελλοντικά δεν θα εγκαταλείψουν εύκολα την τιμή των 2 ευρώ [Ρ/Σ «Parapolitika 90,1»].

“Ιράν-Ισραήλ” και η διαδρομή αισχροκέρδειας στην τιμή των καυσίμων.

 Εργαλειοποιείται το διεθνές περιβάλλον για να διαμορφώνονται οι τιμές στην Ελλάδα; Αυτό το ερώτημα απηύθυνε το NEWS 24/7 στον δημοσιογράφο, οικονομολόγο και διδάσκοντα σε ΑΕΙ Ελλάδας και Κύπρου, κ. Λεωνίδα Βατικιώτη. Όπως ο ίδιος εξηγεί: «Η επίρριψη της ευθύνης στον πόλεμο της Ουκρανίας ή την Μέση Ανατολή λειτουργεί σαν προπέτασμα καπνού για τα καρτέλ. Μάρτυρας είναι τα υπερκέρδη που εμφανίζουν οι μεγάλες επιχειρήσεις, οι οποίες μονοπωλούν την αγορά και κάνουν κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης τους».

Το ζήτημα φαίνεται να αποκτά μεγαλύτερη διάσταση καθώς, όπως είπαμε, ενόψει του Πάσχα η τιμή της βενζίνης αναμένεται να ανέβει αισθητά. Αν αυτό συμβεί, σίγουρα δεν θα οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στις διεθνείς εντάσεις, λένε στο NEWS 24/7 καλά ενημερωμένες πηγές που θέλουν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους. Επιπλέον, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη και το συνηθισμένο φαινόμενο οι τιμές να τραβούν την ανιούσα κάθε Χριστούγεννα, Πάσχα και κατά την περίοδο των θερινών διακοπών, αφού σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς έχουμε συγκεκριμένη προσφορά, η οποία ορίζεται από τα αποθέματα. 

Τώρα, γιατί τα αποθέματα δεν αυξάνονται εγκαίρως, ώστε να μην αυξηθούν οι τιμές, όταν όλοι γνωρίζουμε πότε θα αυξηθεί η ζήτηση, είναι ένα ερώτημα που προκύπτει εύλογα. Για τον λόγο αυτό ρώτησα τον κύριο Βατικιώτη, ο όποιος απαντά λέγοντας πως «αν τα αποθέματα υπολείπονταν της ζήτησης θα υπήρχαν άδεια ράφια. Δε νομίζω να υπάρχει πολίτης αυτής της χώρας που να έχει παρατηρήσει έλλειψη σε προϊόντα σε σούπερ μάρκετ ή εμπορικά. Η υπερβάλλουσα ζήτηση, που δεν αποτυπώνεται σε καμία στατιστική, είναι μια ακόμη δικαιολογία που χρησιμοποιείται από τις μεγάλες επιχειρήσεις για να καλυφθεί η αισχροκέρδεια».

Το ζήτημα με τα αποθέματα  δεν αποτελεί τη μόνη ελληνική «ιδιαιτερότητα». Πριν πάμε όμως εκεί, είναι αναγκαίο να εξηγήσουμε τον πάγιο τρόπο με τον οποίο διαμορφώνονται οι τιμές στα πετρελαιοειδή. Ψάχνοντας απαντήσεις, ζητήσαμε την συμβολή του διδάσκοντα Διεθνή Χρηματοοικονομική και Τραπεζική στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, κου. Κώστα Μελά. 

Παρ όλα αυτά, πρέπει να σημειωθεί ότι στην Ελλάδα αν και η τιμή της βενζίνης προσδιορίζεται με βάση αυτό το σύστημα, όλο και περισσότεροι μιλούν για τον κεντρικό ρόλο που παίζουν οι παράγοντες του κλάδου της διύλισης. 

Από την άλλη, υπάρχουν αρκετοί που υποστηρίζουν ότι πρέπει μεταξύ άλλων να λάβουμε υπόψη πως η πρώτη ύλη συμβάλλει καθοριστικά στην διαμόρφωση της τελικής τιμής που θα πληρώσουμε. «Το κόστος του αργού πετρελαίου, ενός μη ανανεώσιμου πόρου, εξαρτάται άμεσα από τη ζήτηση. Όταν η ζήτηση αυξάνεται, αυξάνεται και η τιμή, ενώ όταν μειώνεται η ζήτηση, η τιμή καταλήγει να πέφτει», μου λέει κατά τη συνομιλία μας ο κύριος Μελάς. 

Επιπλέον, τονίζει ότι πρέπει να εισαχθεί στη σχετική συζήτηση κι ο ρόλος του κόστους διύλισης, «αφού το αργό πετρέλαιο δεν χρησιμοποιείται σε ‘’καθαρότητα’’, αλλά τροποποιείται για να μετατραπεί σε βενζίνη και άλλα καύσιμα», με τους διαφορετικούς τύπους του (ελαφρύ και αργό) να καθορίζουν τον βαθμό «απλότητας» της επεξεργασίας του και το τελικό κόστος .

Στο τελευταίο συνδράμουν και οι συνθήκες της αγοράς, αφού σύμφωνα με τον πεπειραμένο στη διεθνή χρηματοοικονομική και τραπεζική ακαδημαϊκό, όταν η ζήτηση καυσίμων είναι υψηλή και οι προμήθειες του αργού χαμηλές, τα διυλιστήρια μπορεί να αναγκαστούν να πληρώσουν ένα ασφάλιστρο για την απόκτηση πρώτων υλών. Αντίθετα, αυτό το κόστος θα είναι πολύ χαμηλό όταν η ζήτηση είναι χαμηλότερη με υψηλά αποθέματα.

Τεράστια έσοδα για το Δημόσιο, μεγάλος χαμένος ο καταναλωτής

Πάντως, για τον Πρόεδρο της Ομοσπονδίας Βενζινοπωλών Ελλάδος, κ. Μιχάλη Κιούση ο λόγος που οι τιμές παραμένουν στα ουράνια ακόμη και όταν υποχωρούν οι διεθνείς τιμές έγκειται στην υψηλή φορολογία. «Η Ελλάδα έχει την υψηλότερη τιμή βενζίνης στην Ευρώπη», έλεγε τον Φεβρουάριο του 2023, προσθέτοντας ότι πρόκειται για ένα γεγονός «δυσανάλογο με την αγοραστική μας δύναμη». 

Έναν χρόνο αργότερα λίγα πράγματα έχουν αλλάξει, καθώς ο ιδιαίτερα υψηλός ΦΠΑ και ο ΕΦΚ (και τα δύο κληροδοτήματα της μνημονιακής περιόδου) έχουν ως αποτέλεσμα κάθε φορά που η βενζίνη φτάνει στα 2€, 81 λεπτά να κατευθύνονται προς τα διυλιστήρια, 9 λεπτά αποτελούν το κέρδος του δικτύου εμπορίας και διανομής και 1,10  πηγαίνει προς το κράτος.

«Το κράτος είναι ο μεγάλος κερδισμένος της υπερφορολόγησης», μού απαντά σήμερα ο κύριος Βατικιώτης, όταν τον ρωτώ ποιο το αποτύπωμα της ακρίβειας στα καύσιμα στην οικονομική ζωή των πολιτών και κατ’ επέκταση στην οικονομία της χώρας. Ο ίδιος εξηγεί ότι λόγω «της ανελαστικότητας της ζήτησης, μιας και είναι απαραίτητο έξοδο για επιχειρήσεις και νοικοκυριά, κάθε παραπάνω λεπτό στην τελική τιμή της βενζίνης ή του πετρελαίου αυξάνει τα έσοδα και των ενεργειακών μονοπωλίων και του κράτους που είναι ο μεγάλος κερδισμένος λόγω της υπερφορολόγησης (Ειδικοί Φόροι Κατανάλωσης, ΦΠΑ, κ.λπ.)».

Πράγματι, βάσει των στοιχείων του εβδομαδιαίου δελτίου της Κομισιόν με στοιχεία από τις 08/04/2024, η Ελλάδα είχε την 3η ακριβότερη βενζίνη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μετά από την Ολλανδία και τη Δανία, όταν είναι 3η από το τέλος σε ό, τι αφορά την αγοραστική δύναμη των πολιτών της. Μια εβδομάδα αργότερα, η διεθνής πλατφόρμα Globalpetrolprices κατέτασσε τη χώρα μας στην 9η θέση παγκοσμίως με την ακριβότερη βενζίνη.

Το πράγμα γίνεται ακόμα πιο ενδιαφέρον αν σκεφτεί κανείς ότι στην Ιταλία- χώρα στην οποία οι τιμές διαμορφώνονται από το σύστημα Platts της Αν. Μεσογείου – η προ φόρων τιμή της βενζίνης είναι κατά 5% φθηνότερη συγκρινόμενη με αυτή που πληρώνουμε στην Ελλάδα.

Γιατί συμβαίνει αυτό; Μήπως η ευθύνη τελικά βαραίνει και τα πρατήρια υγρών καυσίμων; Ο υψηλός ανταγωνισμός (αν και τοπικός, άρα ενδέχεται να διαφέρει το επίπεδο συγκέντρωσης ανά περιοχή), το πλαφόν στα περιθώρια κέρδους, αλλά και οι συνεχείς έλεγχοι του υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας μάς απομακρύνουν από αυτό ενδεχόμενο.

Για να βρούμε τις απαντήσεις που γυρεύουμε, πιθανά πρέπει να εστιάσουμε εκ νέου την προσοχή μας στην πορεία που ακολουθούν τα καύσιμα πριν φτάσουν στις αντλίες των πρατηρίων.

Η μέχρι τώρα πορεία των τιμών δείχνει ότι στην Ελλάδα όταν οι τιμές διεθνώς αυξάνονται, οι τιμές της εσωτερικής αγοράς εκτοξεύονται σαν… πύραυλοι. Όμως, όταν αυτές υποχωρούν, οι εν Ελλάδι τιμές υποχωρούν μεν, με πολύ πιο αργούς ρυθμούς δε· ρυθμούς που θυμίζουν την πτώση ενός φτερού.

Κάπως έτσι φτάνουμε στον Αύγουστο του 2023, όταν η Επιτροπή Ανταγωνισμού (Τεύχος 7) δημοσίευσε τα πρώτα στοιχεία μιας έρευνας που απλωνόταν σε όλη την αγορά. Τότε, τα δεδομένα ανέφεραν υψηλό βαθμό συγκέντρωσης στη διύλιση, κατάσταση αντιστρόφως ανάλογη με τα πρατήρια λιανικής που ανέρχονται σε 5χιλ, διασφαλίζοντας καλύτερους όρους ανταγωνισμού.

Συγκεκριμένα η Επιτροπή Ανταγωνισμού (ΕΑ) τόνιζε ότι «η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις ακριβότερες ευρωπαϊκές χώρες στις τιμές των υγρών καυσίμων προ φόρων (…) σε συνδυασμό με την ύπαρξη ασυμμετρικής προσαρμογής στη διαμόρφωση των τελικών τιμών των καυσίμων (τιμές αντλίας), ιδιαίτερα για βενζίνη 95 και πετρέλαιο θέρμανσης, και αύξησης του περιθωρίου κέρδους στα διάφορα στάδια της αξιακής αλυσίδας».

Πιθανότατα ότι υπήρχαν λόγοι που έχριζαν βαθύτερης διερεύνησης σχετικά με τις συνθήκες ανταγωνισμού «στις οικείες αγορές προκειμένου να διευκρινιστούν αν η παρατηρούμενη ασυμμετρία, και γενικότερα η αύξηση της τιμής αυτών των προϊόντων την τελευταία διετία, οφείλονται στην απουσία συνθηκών αποτελεσματικού ανταγωνισμού, όσο και-σε- ζητήματα αναφορικά με τον μηχανισμό τιμολογιακής πολιτικής, την τήρηση αποθεμάτων ασφαλείας και άλλων πιθανών φραγμών εισόδου και ανάπτυξης της αγοράς και τη διατήρηση υψηλού περιθωρίου κέρδους από τις επιχειρήσεις του κλάδου».

Ίσως τα πράγματα να άλλαζαν αν γινόταν πράξη παλαιότερες εξαγγελίες σχετικά με το άνοιγμα της ελληνικής αγοράς πετρελαιοειδών, ταυτόχρονα με τον μετασχηματισμό των κανόνων για τα αποθέματα ασφαλείας που διαμορφώνουν σημαντικά την τιμή των καυσίμων, αλλά και τα περιθώρια κερδοφορίας.

Παρόλα αυτά, μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν υπήρξε κάποια ραγδαία εξέλιξη.

Στις 22 Απριλίου 2024 ακριβότερη βενζίνη από την Ελλάδα (1,992 ευρώ) είχαν μόνο 4 από τις 42 χώρες της ευρύτερης περιοχής, λέει ο κ. Βατικιώτης. «Κάθε σύγκριση γίνεται πιο απογοητευτική αν λάβουμε υπόψη μας και τα εισοδήματα, δεδομένου ότι οι μισθοί στην Ελλάδα είναι από τους χαμηλότερους. Στην Ελλάδα λοιπόν ο μισθός αντιστοιχούσε σε 551 λίτρα βενζίνης, στην Πορτογαλία σε 670, σε Ιταλία 901, στην Ισπανία 1.133, στη Γαλλία 1.288 και στην Γερμανία σε 1.661 λίτρα! Δεν το λες και καταπληκτική ποιότητα ζωής….». 

Ομολογουμένως όχι. Ζούμε μια κατάσταση που φαντάζει αδιανόητη, αλλά όχι ακατανόητη. 

Η μέχρι τώρα πορεία των τιμών δείχνει ότι στην Ελλάδα όταν οι τιμές διεθνώς αυξάνονται, οι τιμές της εσωτερικής αγοράς εκτοξεύονται σαν… πύραυλοι. Όμως, όταν αυτές υποχωρούν, οι εν Ελλάδι τιμές υποχωρούν μεν, με πολύ πιο αργούς ρυθμούς δε· ρυθμούς που θυμίζουν την πτώση ενός φτερού. Η συνθήκη αυτή, γνωστή και ως φαινόμενο Rockets&Feathers, σύμφωνα με την ΕΑ, μπορεί «να οφείλεται σε διάφορα αίτια και ενδεχόμενες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού, τόσο από την πλευρά της ζήτησης όσο και από την πλευρά της προσφοράς, μεταξύ των οποίων η ύπαρξη ρητής ή σιωπηρής συμπαιγνίας, αποθηκευτικοί περιορισμοί, κόστος αναζήτησης (search costs) για τους καταναλωτές λόγω internalities κλπ».

Για να απαντήσουμε σ’ αυτό το κομβικής σημασίας ερώτημα, πρέπει πρώτα να γίνει κατανοητό ότι η σωστή αναφορά για την αξιολόγηση της τάσης των τιμών της βενζίνης (και των υπόλοιπων  καυσίμων) δεν είναι το αργό πετρέλαιο, αλλά η αξία των διυλισμένων προϊόντων που διακινούνται στη διεθνή αγορά που καταγράφει καθημερινά η Platts. Αυτό υποστηρίζει ο κύριος Μελάς, για τον οποίο «η συσχέτιση μεταξύ αργού πετρελαίου και καυσίμου δεν είναι επαρκής για να εξηγήσει την τάση στις τιμές της βενζίνης, αλλά εμπλέκεται η Platts που θα μπορούσε να ακολουθήσει διαφορετική δυναμική».

Ο μηχανισμός λειτουργίας θα μπορούσε να είναι παραμορφωτικός και να έχει κερδοσκοπικό αντίκτυπο στις τιμές πετρελαίου και των διυλισμένων προϊόντων; Η απάντηση μάλλον είναι θετική.  Ωστόσο, παράγοντες που επηρεάζουν την τιμή Platts σε συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, οι οποίοι παραπέμπουν κυρίως στη δυναμική προσφοράς και ζήτησης ενεργειακών προϊόντων, καθώς και οι οικονομικές συνθήκες, οι παγκόσμιες πολιτικές, καιρικές συνθήκες και οι διακυμάνσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών είναι δύσκολο να φανερώσουν εμπράκτως περιπτώσεις κερδοσκοπίας, αναφέρει ο συνομιλητής μου.

Παρόλα αυτά, οι συνεχείς έλεγχοι από το κράτος μπορούν να μας δείξουν αν υπάρχουν πρακτικές ολιγοπωλιακές που κρατούν ψηλά το περιθώριο κέρδους. Στα χέρια της πολιτείας βρίσκεται και η μείωση των υπερβολικά υψηλών φόρων, που διατηρούνται για λόγους καθαρά δημοσιονομικούς. 

Εν ολίγοις, πρέπει να υπάρξει η πολιτική βούληση η οποία με στοχευμένες παρεμβάσεις θα εξασφαλίσει την εύρυθμη λειτουργία της εγχώριας αγοράς, θα σκύψει πάνω από τα πραγματικά προβλήματα και θα δώσει λύσεις. 

Γιατί, όπως λέει κι ο κύριος Μελάς: «Στην Ελλάδα υπάρχει κανονιστικό πλαίσιο, αλλά δεν τηρείται».