Διορθωτικά κινείται στη σημερινή συνεδρίαση το Χρηματιστήριο Αθηνών ακολουθώντας την ευρωπαϊκή καθοδική τάση, με «οδηγό» την ανησυχία για την αμερικανική οικονομία.
Σε εγχώριο επίπεδο η πτώση δεν δημιουργεί έντονη ανησυχία, καθώς θεωρούνταν αναμενόμενη μεταξύ των αναλυτών μια κατοχύρωση κερδών, μετά από το ανοδικό σερί που έφερε το εκλογικό αποτέλεσμα, με ισχυρά κέρδη 6,65%.
Ωστόσο, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις βασικός λόγος πίσω από την υποχώρηση είναι ο προβληματισμός για το πόσο πιθανό είναι τελικά ένα «ατύχημα» με το χρέος των ΗΠΑ.
Αξίζει να σημειωθεί πως οι ΗΠΑ πυρετώδεις είναι οι διαβουλεύσεις στις ΗΠΑ σε μία προσπάθεια να αποφευχθεί η στάση πληρωμών που θα παραλύσει το ομοσπονδιακό κράτος χωρίς να υπάρχει ακόμη αποτέλεσμα.
Ο Αμερικανός Δημοκρατικός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν και ο αντιπολιτευόμενος Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Κέβιν Μακάρθι συνεχίζουν να καταβάλουν προσπάθειες για να ξεπεραστεί η κρίση, χωρίς, όμως να έχουν καταφέρει να ξεπεραστεί το τεράστιο χάσμα που υπάρχει ανάμεσά τους.
Παράλληλα, ένα νέο κύμα πωλήσεων έπληξε τις ευρωπαϊκές χρηματιστηριακές αγορές, καθώς το άλμα στον δομικό πληθωρισμό στη Βρετανία και οι απώλειες στις μετοχές των εταιρειών ειδών πολυτελείας έπληξαν το γενικότερο κλίμα.
Σε αυτό το κλίμα, στην Αθήνα ο Γενικός Δείκτης Τιμών στις 11:00 σημείωνε πτώση 0,94%, ενώ μέχρι τις 12:12μμ οι απώλειες είχαν περιοριστεί στο 0,29% και τις 1.201 μονάδες.
Την ίδια ώρα, ο πανευρωπαϊκός δείκτης STOXX 600 σημείωσε πτώση 1,22%, με τις μετοχές των εταιρειών ακινήτων να καταγράφουν τη μεγαλύτερη πτώση στην Ευρώπη, υποχωρώντας 2,5%, παράλληλα οι βρετανικές εταιρείες κατασκευής ακινήτων είναι μεταξύ αυτών με τις μεγαλύτερες απώλειες, ύστερα από την ανακοίνωση στοιχείων που έδειξαν ότι ο δομικός πληθωρισμός στη Βρετανία ανήλθε τον Απρίλιο σε υψηλό 31 ετών.
Αξίζει να σημειωθεί πως οι μετοχές των εταιρειών ειδών πολυτελείας σημείωσαν πτώση 1,7% στο χαμηλότερο επίπεδο τουλάχιστον των τελευταίων έξι εβδομάδων.
Υπενθυμίζεται πως οι μετοχές στη Wall Street κατέγραψαν σημαντικές απώλειες στη συνεδρίαση της Τρίτης 24/5, εν μέσω απουσίας προόδου στις συνομιλίες για το όριο χρέους στις ΗΠΑ.